Ticker

6/recent/ticker-posts

Τέλλος Άγρας -Ανθυπολοχαγός Σαράντης Αγαπηνός, Tάξη 1901



07/06/1907: Ο Ανθυπολοχαγός Σαράντης Αγαπηνός (Τέλλος Άγρας), από τους Γαργαλιάνους, αρχηγός ανταρτικού σώματος της λίμνης των Γιαννιτσών, αφού παγιδεύτηκε από τον αρχικομιτατζή Ζλατάν, αιχμαλωτίστηκε, στις 3 Ιουνίου 1907, από τη συμμορία του αρχικομιτατζή Κασάπτσε.
Αφού τον περιέφεραν στα εξαρχικά χωριά της περιοχής των Γιαννιτσών, μετά από σκληρά βασάνιστήρια τον απαγχονίζουν ανάμεσα στα χωριά Καρυδιά και Βλάδοβο (Άγρα). 



Ο Τέλλος Άγρας γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας στις 17 Φεβρουαρίου 1880.
Με το βαθμό του υπολοχαγού μπήκε ως αντάρτης στο Βάλτο των Γιαννιτσών και πρωτοστάτησε στις συμπλοκές με τους κομιτατζήδες στο στρατηγικό αυτό σημείο, χωρίς να τον λυγίζουν οι τραυματισμοί και οι αρρώστειες του βάλτου. Στις 5 Ιουνίου 1907 ο Βούλγαρος Βοεβόδας Ζλάταν εκμεταλλεύτηκε το ήθος και την τιμιότητα του Άγρα και, αφού τον κάλεσε άοπλο να συμφιλιωθούνε, τον αιχμαλώτισε και τον κρέμασε κοντά στην Έδεσσα.
Πραγματικό του όνομα Σαραντέλος ή Σαράντος Αγαπηνός. Η καταγωγή του ήταν από τους Γαργαλιάνους, όμως, γεννήθηκε στο Ναύπλιο, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του ως Εφέτης. Κατάγεται από πατέρα και μητέρα που οι ρίζες της γενιάς τους χάνονται σε ένδοξες και αριστοκρατικές οικογένειες. Το 1901 αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και τοποθετήθηκε στη φρουρά της Αθήνας. Η επιθυμία του να προσφέρει ουσιαστικότερες υπηρεσίες στην πατρίδα τον ώθησε μετά από λίγους μήνες στην εθελούσια κατάταξή του στα στρατιωτικά σώματα που αγωνίζονταν στη Μακεδονία εναντίον των βουλγάρων κομιτατζήδων. Σε πολύ νεαρή ηλικία κατόρθωσε να διοριστεί αρχηγός ενός ανταρτικού σώματος, το οποίο προετοίμαζε στο Βόλο ο καπετάν Ακρίτας (Κωνσταντίνος Μαζαράκης).
Τον Σεπτέμβριο του 1906, ύστερα από απόφαση του Γενικού Προξενείου Θεσσαλονίκης, αποστέλλονται στη λίμνη των Γιαννιτσών τρία νεοσυγκροτηθέντα ελληνικά σώματα. Πρώτο εισήλθε στις αρχές του μήνα το σώμα του Ανθυπολοχαγού του Πεζικού Τέλλου Αγαπηνού με δύναμη είκοσι ανδρών, ενώ μετά από λίγες μέρες κατέφτασαν τα σώματα του Υπολοχαγού του Πεζικού Σάρρου Κωνσταντίνου (Κάλα) και Ανθυποπλοίαρχου Δεμέστιχα Ιωάννη (Νικηφόρου) με εικοσιπέντε άνδρες ο καθένας. Πρωταρχική αποστολή των σωμάτων ήταν η απομάκρυνση των βουλγαρικών συμμοριών από τη λίμνη, οι οποίες είχαν εγκατασταθεί με ισχυρές δυνάμεις στο νοτιοδυτικό τμήμα της, έτσι ώστε να μπορεί να αποτελέσει βάση εξόρμησης και κέντρο ανεφοδιασμού των ελληνικών σωμάτων για τις περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας.
Το Νοέμβριο επιχειρείται επίθεση από το σώμα του Αγαπηνού κατά των Βουλγάρων, με σκοπό να καταλάβει την καλύβα Κούγκα. Η επιχείρηση δεν ήταν επιτυχής. Ο ίδιος ο Αγαπηνός τραυματίζεται και μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη, μετά από μια βδομάδα, ωστόσο, επανέρχεται. Στα τέλη Φεβρουαρίου αποχώρησε από τη λίμνη και εγκαταστάθηκε στη Νάουσα, αφενός για να αποθεραπευτεί από τα τραύματα και τους πυρετούς από τους οποίους έπασχε, αφετέρου για να διευθύνει τον αγώνα της περιοχής. Παρά τον κλονισμό της υγείας του και τα τραύματά του εξακολουθούσε να συμμετέχει ενεργά.
Εντούτοις, τον Απρίλιο του 1907, το Προξενείο Θεσσαλονίκης αποφάσισε να αντικαταστήσει τους αρχηγούς και τους αντάρτες, οι οποίοι είχαν δοκιμαστεί και εξαντληθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ανάμεσά τους και ο Άγρας. Ωστόσο, επανειλημμένα λάμβανε πληροφορίες για την πτώση του ηθικού των βουλγαρικών συμμοριών και τη διάθεση πολλών στελεχών των κομιτάτων να διακόψουν τους δεσμούς τους με αυτά και να προσχωρήσουν στον ελληνικό αγώνα. Τέτοια διάθεση εκδήλωσε ο βοεβόδας Ζλατάν, την οποία καλωσόρισε ο Άγρας. Ήθελε να επισφραγίσει την πολυσχιδή δράση του με τη θεαματική προσχώρηση στην ελληνική πλευρά μεγάλης ομάδας κομιτατζήδων.
Ακολούθησαν αρκετές συναντήσεις των δύο αρχηγών πριν την τελευταία συνάντηση της 3ης Ιουνίου. Εκείνη τη μέρα, οι βοεβόδες Κασάπτσε και Ζλατάν, παραβαίνοντας τις συμφωνίες, συνέλαβαν τον Άγρα και τον Αντώνη Μίγγα, ενώ οι υπόλοιποι από τη συνοδεία αφέθηκαν αργότερα ελεύθεροι. Τους διαπόμπευσαν ως δήθεν αιχμάλωτους, δεμένους και ξυπόλυτους, στα χωριά της περιοχής, με σκοπό να αναπτερώσουν το ηθικό των τρομοκρατημένων οπαδών των κομιτατζήδων.
Τη νύχτα της 7ης Ιουνίου, τους απαγχόνισαν μεταξύ των χωριών Τέχοβο (Καρυδιά) και Βλάδοβο (Άγρας). Το γεγονός τάραξε τους Έλληνες της περιοχής και η προδοσία των Βουλγάρων φανάτισε τους Έλληνες αντάρτες, με αποτέλεσμα ο ελληνικός αγώνας να συνεχιστεί με μεγαλύτερη ένταση και περισσότερες επιτυχίες.
Η λαϊκή παράδοση κατέγραψε το θάνατο του Τέλλου Άγρα, με πολλά τραγούδια. Χαρακτηριστικό είναι το μοιρολόι στο τοπικό ιδίωμα του χωριού.

Νέμας μάικα, ζλάτνο τσέτνο, ντα τα πλάκα; (Δεν έχεις μάνα, γλυκό παιδί, για να σε κλάψει;)
Νέμας σέστρα, ντα τα ζάλια; (Δεν έχεις αδερφή, να σε πενθήσει;)
Κάκβα ιζλαζάγια; (Πώς σε ξεγέλασαν;)
Κάκβα ντονισέα ντα βα ουμπέσατ να ουρέχουτ; (Πώς σ' έφεραν εδώ και σε κρέμασαν στην καρυδιά;)
Ντα βα ντόνσατ να τσούζντι μέστου, (Να σε φέρουν σε ξένη γη,)
τσούζντι μάικι ντα πλάκατ, (ξένες μάνες να σε κλάψουν,)
τσούιντι σέστρι ντα βα ρέντατ. (ξένες αδερφές να σε μοιρολογήσουν.)[1]

Σε ανάμνηση του θανάτου των δύο αγωνιστών, το χωριό Τέχοβο μετονομάστηκε αργότερα Καρυδιά (το δέντρο απ' όπου απαγχονίστηκαν), ενώ το χωριό Βλάδοβο, όπου ενταφιάστηκαν έξω από την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, είναι ο σημερινός Άγρας. Η δράση και ο μαρτυρικός θάνατος του Καπετάν Άγρα ενέπνευσαν στην Πηνελόπη Δέλτα το γνωστό μυθιστόρημά της «Στα μυστικά του Βάλτου».




Η φωτογραφία έχει βγει μετά τις 14 Νοεμ. 1906, ημέρα της μάχης του Ζερβοχωρίου, όπου ο Άγρας έχασε την ονυχοφόρο φάλαγγα του δεξιού μεσαίου δακτύλου του και γι' αυτό φοράει στο χέρι του αυτό γάντι. Ο 3ος από αριστερό στη φωτογραφία είναι ο υπαρχηγός του Γεώργιος Τυλιγάδης. O 6ος από αριστερά είναι ο ταμίας-διαχειριστής Ιωάννης Υψηλάντης. Αν προσέξει κανείς καλύτερα θα δει ότι στα πόδια του Άγρα βρίσκεται οκλαδόν ένα μικρό παιδί με τυφέκιο και στολή Μακεδονομάχου. Πρόκειται για τον Κωνσταντίνο (Ντιντίνη), γιο του Ναουσαίου γιατρού σπουδασμένου στη Βιέννη Μανωλούση. Στη φωτογραφία ο Κωνσταντίνος είναι ηλικίας 14 ετών. Έμεινε πολύ μικρός ορφανός από και από τους δυο γονείς του και πήγε μόνος του και εντάχθηκε στο σώμα του Άγρα. Είχε τρεις αδελφές μεγαλύτερες από αυτόν. Συγκεκριμένα, ο πατέρας τους πέθανε το 1893 μετά από βασανιστήρια που τον υπέβαλαν οι Τούρκοι επειδή βοηθούσε Έλληνες αντάρτες. Μετά από λίγο καιρό πέθανε και η μητέρα τους.
Τα λείψανα του Καπετάν Άγρα και Τώνη Μίγγα σαβανώθηκαν από τη Μαρία Πάσχου, τη Μαρία Τζόλα και τη Μαρία Μπακιρτζή οι οποίες ήσαν κάτοικοι του χωριού Βλάδοβο (Άγρας). Την Εξόδιο Ακολουθία  την έψαλε ο παπα-Χρίστος, ο εφημέριος του χωριού Βλάδοβο, με ψάλτη το δάσκαλο του χωριού Κωνσταντίνο Πάσχο. Οι δυο ήρωες ετάφησαν την παραμονή της Πεντηκοστής, το Ψυχοσάββατο 9 Ιουνίου 1907, στη νότια πλευρά του περιβόλου της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου όπου βρισκόταν και το κοιμητήριο του χωριού.
Στις 18 Οκτωβρίου 1961 έγινε μετακομιδή των οστών των δύο μακεδονομάχων στον τόπο θυσίας των, όπου κατασκευάστηκε ναΰδριο και τοποθετήθηκαν σε ειδική κρύπτη εντός του ναϋδρίου αυτού. Οι τάφοι των, δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου διατηρούνται, αλλά είναι πλέον κενοτάφια.
Έτσι, τα οστά του Γαργαλιανιώτη Καπετάν Άγρα αναπαύονται στη Μακεδονική Γη μαζί με τα οστά του ντόπιου συναγωνιστή του Αντώνη Μίγγα. Και αυτό, για να δείχνουν στον αιώνα οι εθνομάρτυρες αυτοί ότι είχαν σαφή αντίληψη της ενότητας ολοκλήρου του Ελληνισμού και ότι είχαν χρέος να τρέχουν στο προσκλητήριο της πατρίδας και να χύνουν το αίμα τους για τη σωτηρία κάθε σπιθαμής ελληνικής γης όσο μακριά και αν βρισκόταν αυτή από τον τόπο καταγωγής τους.







Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια