Ενας στους τρεις υποψηφίους από την κατηγορία των τελειοφοίτων των γενικών λυκείων θα έμενε έξω από τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας εάν εφαρμοζόταν πέρυσι η βάση εισαγωγής για την ανώτατη εκπαίδευση που εισηγείται το υπουργείο Παιδείας.
Αυτό δείχνουν τα βαθμολογικά στοιχεία που επεξεργάζονται εκπαιδευτικοί. Βέβαια, η περσινή ήταν μια χρονιά μεγάλης αποτυχίας στα βαθμολογικά αποτελέσματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, πιθανότητα ως συνέπεια της περιορισμένης εκπαιδευτικής προετοιμασίας των υποψηφίων στους πρώτους μήνες της πανδημίας. Και η φετινή χρονιά, όμως, έχει ήδη «χάσει» το κρίσιμο παραγωγικό πρώτο τετράμηνό της λόγω της καραντίνας και των περιορισμών που ακολούθησαν, με φυσικό αποτέλεσμα να ακούγονται ήδη «προφητείες» περί πιθανών χαμηλών βαθμολογιών και στις Πανελλαδικές.
Πάντως, τα στοιχεία δείχνουν ότι το 1ο και το 4ο Επιστημονικό Πεδίο αναμένεται να πληγούν περισσότερο από την εφαρμογή των μέτρων που θα περιορίζουν την είσοδο στα ΑΕΙ εάν δεν πληρούνται συγκεκριμένα βαθμολογικά κριτήρια. Ενας παράγοντας που παραμένει αδιευκρίνιστος και που θα επηρεάσει σε κάποιο βαθμό τον αριθμό των επιτυχόντων είναι το πώς θα καθορίζεται η ελάχιστη βάση εισαγωγής στα τμήματα που είναι κοινά σε περισσότερα από ένα πεδία. Και πέρυσι βέβαια και παρά τα συμπεράσματα που είχαν καταγραφεί, έμεινε έξω από τα ΑΕΙ τελικά ένα 12% της συγκεκριμένης κατηγορίας εξεταζομένων (τελειοφοίτων γενικών λυκείων, που είναι και η μεγαλύτερη κατηγορία υποψηφίων), ποσοστό που με τα νέα δεδομένα της βάσης εισαγωγής μπορεί να ξεπεράσει ανά περίπτωση το 30%.
Βαθμολογικά στοιχεία
Οπως είναι γνωστό, το υπουργείο Παιδείας έχει αναφέρει ενδεικτικά έναν συντελεστή από 0,8% έως 1,2% (θα αποφασίζουν τι θα προσμετρήσουν τα ίδια τα ΑΕΙ), με τον οποίο θα πολλαπλασιάζεται ο γενικός μέσος όρος της πανελλαδικής επίδοσης όλων των υποψηφίων για να προκύπτει η βάση εισαγωγής ανά τμήμα. Και συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την έρευνα που έκανε ο ειδικός γραμματέας της ΟΛΜΕ Ανδρέας Παπαδαντωνάκης, εάν η ελάχιστη βάση εισαγωγής ίσχυε στις Πανελλαδικές του 2020, τότε, με βάση τα επίσημα βαθμολογικά στοιχεία, εκτός εισαγωγής από οποιοδήποτε τμήμα ΑΕΙ θα έμενε το 34% των υποψηφίων. Για τους υποψήφιους αυτούς, δηλαδή, δεν θα είχε νόημα η υποβολή Μηχανογραφικού Δελτίου για την εισαγωγή στα ΑΕΙ. Ειδικότερα:
Στο 1ο Επιστημονικό Πεδίο
Ο μέσος όρος επίδοσης των μαθητών στα τέσσερα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα ήταν κατά προσέγγιση 11,1. Ακόμη και εάν όλα τα τμήματα των σχολών του 1ου Επιστημονικού Πεδίου επέλεγαν τον χαμηλότερο συντελεστή για τη διαμόρφωση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής (ΕΒΕ), τότε αυτή θα διαμορφωνόταν στο 8,88 (11,1 x 0,8). Πέρυσι, με βάση τα επίσημα στοιχεία, από 0 έως 9 είχε γράψει το 35% των υποψηφίων: σε σύνολο 21.597 μαθητών περίπου οι 7.500 θα αποκλείονταν από το δικαίωμα υποβολής Μηχανογραφικού Δελτίου.
Στο 2ο Επιστημονικό Πεδίο
Ο μέσος όρος επίδοσης των μαθητών στα τέσσερα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα ήταν κατά προσέγγιση 11,44. Στην περίπτωση του χαμηλότερου συντελεστή η ελάχιστη βάση εισαγωγής πέρυσι θα διαμορφωνόταν στο 9,15 (11,44 x 0,8). Κάτω από αυτή την ελάχιστη βάση εισαγωγής βρισκόταν το 30% των μαθητών του 2ου Επιστημονικού Πεδίου. Κι αυτό γιατί από 0 έως 9είχαν γράψει 4.531 υποψήφιοι σε σύνολο 15.187.
Στο 3ο Επιστημονικό Πεδίο
Ο μέσος όρος επίδοσης των μαθητών στα τέσσερα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα ήταν κατά προσέγγιση 11,56. Με τον χαμηλότερο συντελεστή η ελάχιστη βάση εισαγωγής θα διαμορφωνόταν στο 9,25 (11,56 x 0,8). Κάτω από αυτή την ελάχιστη βάση εισαγωγής είχε γράψει πέρυσι επίσης περίπου το 30% των μαθητών. Γιατίαπό 0 έως 9 είχαν γράψει 3.206 μαθητές σε σύνολο 10.989.
Στο 4ο Επιστημονικό Πεδίο
Ο μέσος όρος επίδοσης των μαθητών στα τέσσερα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα ήταν κατά προσέγγιση 9,81. Με τον χαμηλότερο συντελεστή η ελάχιστη βάση εισαγωγής θα διαμορφωνόταν στο 7,85. Κάτω από την ελάχιστη βάση εισαγωγής πέρυσι έγραψε περίπου το 37% των μαθητών. Εδώ από 0 έως 8είχαν γράψει 8.921 μαθητές σε σύνολο 23.386.
0 Σχόλια