Επισημαίνοντας δύο βασικές προϋποθέσεις: πως κάθε προσαρμογή πρέπει να κινείται αυστηρά εντός των πλαισίων του Συντάγματος και εντός του πλαισίου των διεθνών συνεταιριστικών αρχών, καθώς και ότι θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι οι συνεταιρισμοί είναι επιχειρήσεις, που παράγουν, επενδύουν και λειτουργούν σε ένα έντονα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον, η ΠΑΣΕΓΕΣ κατέθεσε τις θέσεις της για το πλαίσιο ανασυγκρότησης των αγροτικών συνεταιρισμών.
Αναλυτικότερα, στο κείμενο των θέσεων της Συνομοσπονδίας αναφέρονται τα εξής:
Ι. Γενικές επισημάνσεις
Οποιαδήποτε συζήτηση πραγματοποιείται σε σχέση με τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, που αφορά σε τροποποιήσεις στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, οφείλει να λαμβάνει υπόψη δύο βασικές προϋποθέσεις:
Α) Κάθε προτεινόμενη προσαρμογή, ή τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου, πρέπει να κινείται αυστηρά εντός των πλαισίων του Συντάγματος και εντός του πλαισίου των διεθνών συνεταιριστικών αρχών, λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή, την ευρωπαϊκή, αλλά και την ελληνική εμπειρία.
Και βασικά το νομικό πλαίσιο που αφορά στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, πρέπει να ρυθμίζει τρία ζητήματα:
α) Να ορίζει τι είναι αγροτικός συνεταιρισμός και να θέτει τα κριτήρια σύστασής και λειτουργίας του, β) Να ρυθμίζει τη διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης,
γ) Να καθορίζει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, ως προς την νομιμότητα των πράξεων των συνεταιρισμών, είτε αυτές αφορούν στη λειτουργία τους, είτε αφορούν στη νομιμότητά τους και
δ) Να ρυθμίζει την εποπτεία και την υποχρέωση μέριμνας του κράτους για την ανάπτυξή τους. Οτιδήποτε άλλο επιχειρείται βρίσκεται εκτός των πλαισίων του Συντάγματος και των συνεταιριστικών αρχών.
Β) Η δεύτερη προϋπόθεση, αναφέρεται στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης – και μάλιστα καθόλη τη διάρκειά της, ως προς τις επικείμενες νομοθετικές ρυθμίσεις. Και είναι προφανές ότι ο δημόσιος αυτός διάλογος θα πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη ότι οι συνεταιρισμοί είναι επιχειρήσεις, που παράγουν και προσφέρουν στην αγορά αγροτικά προϊόντα, που επενδύουν σε εμπορικά σήματα, που διαθέτουν υποδομές και εγκαταστάσεις, που λειτουργούν σε ένα έντονα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Προφανώς, ο δημόσιος διάλογος δεν είναι δυνατό να αγνοεί, ή και να θέτει σε αμφισβήτηση την υφιστάμενη επιχειρηματική λειτουργία των συνεταιρισμών.
II. Διεθνείς συνεταιριστικές αρχές
Οι συνεταιριστικές αρχές αποτελούν τις κατευθυντήριες γραμμές με τις οποίες οι συνεταιρισμοί θέτουν σε εφαρμογή τις αξίες τους.
Πρώτη αρχή: εθελοντική και ελεύθερη συμμετοχή.
Οι συνεταιρισμοί είναι εθελοντικές οργανώσεις ανοικτές σε όλα τα πρόσωπα που μπορούν να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τους και επιθυμούν να αποδεχτούν τις ευθύνες του μέλους χωρίς διακρίσεις φύλου ,κοινωνικού επιπέδου, φυλής πολιτικών πεποιθήσεων ή θρησκείας.
Δεύτερη αρχή:Δημοκρατική διοίκηση εκ μέρους των μελών.
Οι συνεταιρισμοί είναι δημοκρατικές οργανώσεις διοικούμενες από τα μέλη τους, τα οποία συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της πολιτικής τους και στη λήψη των αποφάσεων.
Άνδρες και γυναίκες, που προσφέρουν υπηρεσίες ως αιρετοί εκπρόσωποι, είναι υπόλογοι στα μέλη.
Στους πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς τα μέλη έχουν ίσια δικαιώματα ψήφου (κάθε μέλος μία ψήφο) και στους συνεταιρισμούς ανώτερου βαθμού οργανώνονται επίσης με δημοκρατικό τρόπο.
Τρίτη αρχή: Οικονομική συμμετοχή των μελών.
Τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα και διαχειρίζονται δημοκρατικά το κεφάλαιο του συνεταιρισμού. Ένα μέρος τουλάχιστον από το κεφάλαιο αυτό αποτελεί συνήθως την κοινή περιουσία του συνεταιρισμού. Τα μέλη, συνήθως, απολαμβάνουν περιορισμένη αποζημίωση ή καθόλου για το κεφάλαιο ,που καταθέτουν ,να γίνουν μέλη.
Τα μέλη διαθέτουν τα πλεονάσματα για οποιονδήποτε ή για όλους από τους ακόλουθους σκοπούς:
α) ανάπτυξη του συνεταιρισμού, ενδεχομένως με τη δημιουργία αποθεματικών, από τα οποία μέρος τουλάχιστον θα είναι αδιανέμητα.
β) απόδοση στα μέλη ανάλογα με τις συναλλαγές τους με το συνεταιρισμού και
γ) υποστήριξη άλλων δραστηριοτήτων που εγκρίνονται από τα μέλη.
Τέταρτη αρχή: Αυτονομία και ανεξαρτησία.
Οι συνεταιρισμοί είναι αυτόνομες οργανώσεις αυτοβοήθειας, διοικούμενες από τα μέλη τους. Εάν συνάπτουν συμφωνίες με άλλους φορείς συμπεριλαμβανομένων των Κυβερνήσεων ή αντλούν κεφάλαια από εξωτερικές πηγές, είναι σ’ αυτό ελεύθεροι, ακολουθώντας κανόνες που διασφαλίζουν τη δημοκρατική διοίκηση από τα μέλη και διατηρούν τη συνεταιριστική αυτονομία.
Πέμπτη αρχή: Εκπαίδευση, πρακτική εξάσκηση και πληροφόρηση.
Οι συνεταιρισμοί παρέχουν εκπαίδευση και πρακτική εξάσκηση στα μέλη τους, στα αιρετά μέλη της διοίκησης, στα διευθυντικά στελέχη και τους υπαλλήλους, ώστε να μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ανάπτυξη των συνεταιρισμών τους. Παρέχουν πληροφόρηση στο κοινό ιδιαίτερα στους νέους και στους διαμορφωτές της κοινής γνώμης σχετικά με τη φύση και τα οφέλη της συνεργασίας.
Έκτη αρχή: Συνεργασία μεταξύ συνεταιρισμών.
Οι συνεταιρισμοί υπηρετούν με την μέγιστη αποτελεσματικότητα τα μέλη τους και ισχυροποιούν την συνεταιριστική κίνηση όταν συνεργάζονται μεταξύ τους διαμέσου οργανώσεων τοπικού, εθνικού, περιφερειακού και διεθνούς επιπέδου.
Έβδομη αρχή:Ενδιαφέρον για την κοινότητα
Οι συνεταιρισμοί εργάζονται για την βιώσιμη ανάπτυξη των κοινοτήτων τους με πολιτικές που εγκρίνονται από τα μέλη τους.
ΙΙΙ. Επισημάνσεις σε σχέση με τη διαβούλευση
Σε ότι αφορά τη δημόσια διαβούλευση σε σχέση με το κείμενο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, και επειδή το κείμενο αυτό δεν αποτελεί ένα συγκροτημένο νομικό πλαίσιο ρυθμίσεων, αλλά που αναφέρεται σε διάφορα ζητήματα, και στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, προτείνουμε δέκα πολιτικά σημεία στα οποία πρέπει να επικεντρωθεί η διαβούλευση.
1. Το Συνεταιριστικό Κίνημα με τη σημερινή του μορφή έκλεισε ένα κύκλο. Στα εκατόν δέκα χρόνια δράσης του πολλά (θετικά και αρνητικά) μπορεί να του καταλογίσει κανείς. Κανένας όμως δε μπορεί να αμφισβητήσει την ανεκτίμητη προσφορά του στον τόπο, γιατί αυτό έχει καταγραφεί και αποτιμηθεί ιστορικά. Τώρα έφτασε η στιγμή το Συνεταιριστικό Κίνημα να αλλάξει σε δομή, πρακτικές και νοοτροπία για να μπορεί να προσφέρει στον τόπο και για τα επόμενα χρόνια.
2. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί είναι Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και λειτουργούν σε εθελοντική βάση. Οι συνεταιρισμοί είναι επίσης οικονομικές επιχειρήσεις με μεγάλη κοινωνική βάση, με ισότιμη συμμετοχή των μελών και με δημοκρατική διοίκηση.
3. Η άσκηση αγροτικής πολιτικής χωρίς ενεργούς, δραστήριους και οικονομικά αυτοδύναμους Συνεταιρισμούς δεν θα ήταν μόνο παγκόσμια πρωτοτυπία, αλλά και εγχείρημα ανέφικτο.
4. Το Συνεταιριστικό Κίνημα πρέπει να απαλλαγεί από τα ανενεργά μέλη του, είτε είναι φυσικά πρόσωπα, είτε είναι νομικά πρόσωπα. Μόνο όσοι έχουν συναλλαγές με το Συνεταιρισμό μπορούν πραγματικά να ενδιαφέρονται για την τύχη του. Τα υπόλοιπα μέλη απλά διαμορφώνουν εκλογικούς συσχετισμούς.
5. Ο Συνεταιρισμός εκτός από ένωση φυσικών προσώπων που είναι από τη φύση του, πρέπει να αποκτήσει και κεφαλαιακή συγκρότηση. Για το λόγο αυτό πρέπει να διαθέτει ένα ελάχιστο συνεταιριστικό κεφάλαιο.
6. Οι Συνεταιρισμοί έχουν ανάγκη από ένα συνολικό αξιόπιστο ελεγκτικό όργανο, που θα ελέγχει τις πράξεις τους ως προς τη νομιμότητα το οποίο μπορεί και πρέπει να έχει και συμβουλευτικές αρμοδιότητες.
7. Το μητρώο των Συνεταιρισμών πρέπει να ενημερώνεται καθημερινά, έτσι ώστε ανά πάσα στιγμή να γνωρίζει η Πολιτεία, αλλά και η αγορά, ποιο είναι το ενεργό συνεταιριστικό κίνημα.
8. Η συνεταιριστική εκπαίδευση και η ενημέρωση των μελών του συνεταιρισμού συνιστά το θεμέλιο λίθο για τη συνεχή και διαρκή ανάπτυξή του. Αποτελεί ευθύνη και αρμοδιότητα των συνεταιρισμών, αλλά και υποχρέωση του Κράτους.
9. Πρέπει να φύγουμε από τη λογική του «μικρομάγαζου» και να περάσουμε σε ευρύτερες συνεταιριστικές συνεργασίες και συμπράξεις για να δημιουργήσουμε οικονομίες κλίμακας. Οι συνέργειες και συμπράξεις αυτές μπορεί να υπερβαίνουν τα σύνορα του Δήμου, της Περιφέρειας, της χώρας, στο πλαίσιο της λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Συνεταιρισμού.
10. Αν και είναι αυτονόητο, οφείλεται να τονιστεί ότι χωρίς μέτρα εξυγίανσης της αγοράς, αλλά και μέτρα για τη συγχώνευση και την ανάπτυξη των αγροτικών συνεταιρισμών, κανένα Συνεταιριστικό Κίνημα δεν είναι δυνατό να ανασυγκροτηθεί.
ΙV. Παρατηρήσεις στο κείμενο διαβούλευσης της 28.1.2011 του ΥΠΑΑΤ «Ανάπτυξη συλλογικών συνεταιριστικών μορφών οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας»
Α. Θεωρούμε αδόκιμο, και εν πολλοίς μη ανταποκρινόμενο στην νομική έννοια του ορισμού : «συνεταιρισμός», τουλάχιστον όπως ο ορισμός αυτός, έχει υιοθετηθεί από το παγκόσμιο συνέδριο της Διεθνούς Συνεταιριστικής Ένωσης (ICA) στο Μάντσεστερ το 1995, τον επιχειρούμενο ορισμό: «συλλογική συνεταιριστική μορφή οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας» που υιοθετεί η Υπουργική πρόταση. Τούτο ισχύει ακόμη και στην περίπτωση, που ήθελαν συμπεριληφθεί στη ρύθμιση του προτεινομένου «νομοσχεδίου» και άλλες νομικές οντότητες, που αποσκοπούν στην οργάνωση της αγροτικής οικονομίας.
Ειδικότερα:
1. Όπως δέχεται και η θεωρεία, αναγνωριστικό στοιχείο του Συνεταιρισμού αποτελούν οι θεμελιώδες αρχές του, οι οποίες έχουν υιοθετηθεί παγκοσμίως, συνεπώς δεν διαφοροποιούνται από χώρα σε χώρα, ή τομέα εφαρμογής. Παράλληλα υπάρχουν και τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά ή κανόνες εφαρμογής ,τα οποία δεν αποτελούν στοιχεία αναγνώρισης της ταυτότητας του συνεταιρισμού και τα οποία χρησιμοποιούνται σε διάφορα στάδια εξέλιξης του συνεργατισμού και στα διάφορα κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα στα οποία λειτουργούν οι συνεταιρισμοί.
Ο καθηγητής κ. Κ. Παπαγεωργίου, αναφέρει ότι ο συνεργατισμός δεν αποτελεί δόγμα. Είναι ένα σύνολο κοινά αποδεκτών κανόνων, που ρυθμίζουν την συνεργασία μεταξύ εκείνων των ατόμων, που αποφασίζουν να ενώσουν τις προσπάθειές τους, για το κοινό τους συμφέρον οικονομικό, κοινωνικό ή πολιτιστικό. Η φυσιογνωμία του Συνεταιρισμού είναι δισυπόστατη. Ο συνεταιρισμός δεν είναι ούτε αμιγής οικονομικός θεσμός, όπως π.χ. οι κεφαλαιουχικές εταιρείες, ούτε αμιγής κοινωνικός ,όπως τα σωματεία ή τα ιδρύματα. Είναι μικτός: οικονομικοκοινωνικός .
Με δεδομένα τα συνοπτικά προαναφερόμενα ,το παγκόσμιο συνέδριο στο Μάντσεστερ, υιοθετεί για πρώτη φορά τον ακόλουθο ορισμό, για τον Συνεταιρισμό:
«Συνεταιρισμός είναι μία αυτόνομη ένωση προσώπων, που συγκροτείται εθελοντικά για την αντιμετώπιση των κοινών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών και επιδιώξεων τους διαμέσου μιάς συνιδιοκτήτης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης»
2. Oμάδες Παραγωγών
Με αιτιολογικό, ότι οι γεωργοί σε διάφορες χώρες της Ε.Ε. αναλαμβάνουν συλλογικές δραστηριότητες όχι μόνο με τη νομική μορφή του συνεταιρισμού αλλά και με άλλες νομικές μορφές (π.χ. της εταιρείας), χρησιμοποιήθηκε από την Κοινότητα ένας ευρύτερος όρος των «Ομάδων Παραγωγών» (producer grours), για να καλύπτει κάθε νομική μορφή συλλογικής δράσης. Η Κοινότητα επιδίωξε την ενδυνάμωση των ομάδων παραγωγών με τη χορήγηση κινήτρων ίδρυσης και πρώτης λειτουργίας, με σκοπό την καλύτερη οργάνωση της προσφοράς των γεωργικών προϊόντων. Αφού η νομική μορφή των οργανώσεων παραγωγών δεν αποτελούσε περιοριστικό στοιχείο, οι συνεταιρισμοί μπορούσαν να αναγνωρισθούν ως ομάδες παραγωγών, εφόσον το καταστατικό τους περιλάμβανε τους απαιτούμενους για τις ομάδες παραγωγών όρους. Σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο, τη συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων παραγωγών αποτέλεσαν οι συνεταιρισμοί.
Για να αναγνωρισθεί ένας συλλογικός φορέας ως ομάδα παραγωγών και να αναλάβει τον προβλεπόμενο ρόλο, πρέπει να πληρεί ορισμένους όρους. Οι όροι αυτοί, που εξειδικεύονται για κάθε προϊόν για το οποίο προβλέπονται ομάδες παραγωγών, ορίζονται από την κοινοτική νομοθεσία.
Η αναγνώριση παρέχεται από το κράτος – μέλος και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και μπορεί να ανακληθεί σε περίπτωση παράβασης των κανόνων αναγνώρισης.
Η ομαδοποίηση των παραγωγών για την προάσπιση των συμφερόντων τους με βάση το θεσμό των ομάδων παραγωγών της E.E, προς τον οποίο προσαρμόζονται οι συνεταιρισμοί με ανάλογη προσαρμογή του καταστατικού τους, αποτελεί κατεύθυνση συμβιβασμού με τους στόχους των συνεταιρισμών.
Όμως ο συνεταιριστικός θεσμός, ενώ ως νομική μορφή είναι εξειδικευμένος, είναι ως προς τις δραστηριότητες ευρύτερος και προσφέρει περισσότερες δυνατότητες στους παραγωγούς, στηριζόμενος όχι σε κίνητρα αλλά στην κατανόηση της ανάγκης και της ωφελιμότητας της συνεργασίας. Με την αναγνώριση του συνεταιρισμού ως ομάδας παραγωγών δεν περιορίζεται καμιά από τις γενικότερες επιδιώξεις του. Η καθιέρωση, όμως, από την E.E ελάχιστου αριθμού συμμετεχόντων ή ελάχιστων ποσοτήτων, ως προϋποθέσεων για την αναγνώριση, δυσχεραίνει την αυτόματη και άμεση αναγνώριση κάθε ενδιαφερόμενου συνεταιρισμού ως ομάδας παραγωγών.
Είναι σαφές ότι οι Ομάδες Παραγωγών δεν αποτελούν ξεχωριστή μορφή θεσμικής οργάνωσης. Οποιαδήποτε νομική μορφή συλλογικής επιχείρησης αγροτών (Συνεταιρισμός, Α.Ε. ή Ε.Π.Ε.), η οποία διαθέτει τα προβλεπόμενα από τους Κοινοτικούς κανονισμούς χαρακτηριστικά, μπορεί να αναγνωριστεί ως Ομάδα Παραγωγών (Βλ. Κ.Παπαγεωργίου: Βιώσιμη Συν/κη οικονομία, 2004).
3. Διεπαγγελματικές Οργανώσεις
Οι διεπαγγελματικές σχέσεις, αποτελούν σχέσεις συνεργασίας, οι οποίες διαμορφώνονται εθελοντικά, μεταξύ των διαφόρων επαγγελματικών κατηγοριών, που έχουν σχέση με την παραγωγή, την εμπορία και κατά περίπτωση τη μεταποίηση ενός προϊόντος ή μιας δεδομένης ομάδας γεωργικών προϊόντων.
Αυτή η πυραμιδική αλυσιδωτή δομή, σύμφωνα με την οποία διαμορφώνεται η συνεργασία, αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό των διεπαγγελματικών σχέσεων.
Ταυτόχρονα αναδεικνύει και τη διαφορά, αφενός μεταξύ του θεσμού των διεπαγγελματικών σχέσεων ,των διεπαγγελματικών οργανώσεων και αφετέρου της δράσης οριζοντίου τύπου, που είναι οι οργανώσεις των παραγωγών, μορφές που θεσπίζονται από την κοινοτική νομοθεσία, με σκοπό κυρίως την προώθηση της συγκέντρωσης και προσφοράς γεωργικών προϊόντων και την προσαρμογή τους στις απαιτήσεις της αγοράς.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει διατυπώσει την άποψη, ότι, προκειμένου να ενταχθεί η επαγγελματική δράση στους σχετικούς τομείς της γεωργίας, είναι αναγκαίο να τηρηθούν υποχρεωτικά ορισμένες αρχές, όπως :
α)Οι διεπαγγελματικές οργανώσεις, θα πρέπει να αποτελούν στο εσωτερικό της ζώνης παραγωγής, την οποία καλύπτουν, ένα ανοιχτό χώρο συζητήσεων και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κατόχων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, των βιομηχανιών μεταποίησης και των εμπόρων, με βάση την εθελοντική συμμετοχή των μελών τους.
Και αυτό γιατί στόχος τους, θα πρέπει να είναι κυρίως η αναζήτηση μιας δίκαιης ισορροπίας, όσον αφορά στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των διαφόρων επαγγελματικών κατηγοριών.
β) Το πεδίο της διεπαγγελματικής δράσης θα πρέπει να αφορά κυρίως σε ενέργειες, που έχουν σχέση με τη διαφάνεια της αγοράς, την οργάνωση των τομεακών σχέσεων, την προώθηση των προϊόντων του τομέα στις εσωτερικές και εξωτερικές αγορές, καθώς και σε ενέργειες σχετιζόμενες με την έρευνα .
Η εφαρμογή αυτής της διεπαγγελματικής δράσης επιβάλλεται να συνοδεύεται από εγγυήσεις, αναγκαίες, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε στεγανοποίηση των αγορών στο εσωτερικό της Κοινότητας και ταυτόχρονα να εξασφαλιστεί η καλή λειτουργία της κοινής οργάνωσης της αγοράς.
γ) Θα πρέπει ιδίως να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, ο καθορισμός τιμών, οι διακρίσεις, καθώς και η κατάργηση του ανταγωνισμού για ένα ουσιαστικό μέρος των εν λόγω προϊόντων.
Οι αρχές αυτές πρέπει να συμπληρωθούν από ένα σύνολο διατάξεων, κυρίως διαδικαστικών, σχετικών με την αναγνώριση αυτών των διεπαγγελματικών οργανώσεων από τις εθνικές αρχές, με την ταυτόχρονη θέσπιση μιας εξουσίας ελέγχου, που θα μπορεί να ασκηθεί ανά πάσα στιγμή από την Επιτροπή, ώστε να τηρούνται οι αρχές, που αναφέρονται ανωτέρω, καταλήγει η Επιτροπή στην Ανακοίνωσή της.
Σύμφωνα με το μοναδικό άρθρο 1 του Εθνικού μας Νόμου 2732/1999, οι Δ.Ο. αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και συνιστώνται εκούσια σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
Μέλη των Δ.Ο. αποτελούν οι εκπρόσωποι του συνόλου ή αντιπροσωπευτικού μέρους των διαφόρων κατηγοριών επαγγελματικών οργανώσεων, ενώσεων ή φορέων, η διαφόρων οικονομικών δραστηριοτήτων, που σχετίζονται με την παραγωγή ή/ και την μεταποίηση ή/ και την εμπορία και κατά περίπτωση την τυποποίηση ή την διανομή αγροτικών προϊόντων και γενικά αγαθών του αγροτικού, αγροτοδιατροφικού, δασικού, κτηνοτροφικού, αλιευτικού και λοιπών τομέων παραγωγής, αρμοδιότητος του Υπουργείου ΥΠΑΑΤ .
Β. Κατόπιν των ανωτέρω παρέλκει η ανάλυση οποιασδήποτε συσχέτισης των τριών προαναφερόμενων νομικών μορφών, δηλαδή του Συνεταιρισμού, της Ομάδας Παραγωγών και της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης.
Οι τρεις αυτοί θεσμοί, λειτουργούν αυτοτελώς και δεν έχουν στοιχεία, που να δικαιολογούν κοινή αντιμετώπιση. Οι ομάδες παραγωγών μάλιστα, ουδόλως απαιτούν ειδική νομοθετική ρύθμιση. Αυτό, διότι, ο συνεταιριστικός θεσμός λειτουργεί ανεμπόδιστα, όταν του χορηγηθεί η προβλεπόμενη αναγνώριση ως ομάδα παραγωγών, καθόσον στο καταστατικό του έχει περιλάβει τους οριζόμενους από την ΕΕ κανόνες.
Η διεπαγγελματική οργάνωση, δεν σχετίζεται με τον Συνεταιρισμό, το αντιπροσωπευτικό όργανο του οποίου μπορεί να αποτελεί μέλος της, ποτέ όμως το αντίθετο.
Πρέπει συνεπώς να αποφευχθεί η σύγχυση, που προκαλείται με την πρόταση του ΥΠΑΑΤ, για κοινή αντιμετώπιση των τριών προαναφερόμενων νομικών προσώπων σε ένα θεσμικό πλαίσιο, που αφορά στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς.
0 Σχόλια