Του Θανάση Νικολαΐδη
(“Φίλος μεν Πλάτων, φιλτέρα δε η αλήθεια”)
ΑΝΟΙΞΕ
τις πόρτες η παγκοσμιοποίηση, άνοιξε και η… τύχη του κ. Σημίτη. Για την
ταφόπλακα του Χρηματιστηρίου και όχι μόνο. Για να’ χουν συνέχεια σε
κυβερνητικά πόστα οι Γιάννοι (και οι Άκηδες), με το σημιτικό ΠΑΣΟΚ που
το’ καναν με ΠΑΣΟΚ να μη μοιάζει. Κι αν οι εκλογές του 2000 κερδήθηκαν
οριακά απ’ το ΠΑΣΟΚ των παραπάνω, ας όψονται (και) οι... ελληνοποιήσεις.
Κι αν το «fast track»
ήταν άγνωστος όρος για το τέρας (μετά μιζών και φακελακιών) της
γραφειοκρατίας, οι διατυπώσεις για τις ελληνοποιήσεις υπήρξαν σύντομες,
αποτελεσματικές και… επωφελείς. Για ένα εκλογικό «θρίαμβο» (υπεροχή 1%
έναντι του αντιπάλου) με ψήφους «αγορασμένες» και ο λογαριασμός στο…
δημόσιο(!).
ΟΙ
ελληνοπόντιοι μας κουβάλησαν και τα παρελκόμενά τους. Κάθε προελεύσεως
«έλληνες» που κουβαλούσαν ήθη, πρακτικές και «συνήθειες» της πατρίδας
τους. Συνέστησαν ομάδες με ημεδαπά «λουλούδια», συνέπηξαν μέτωπο και
ιδού πεδίο δόξης λαμπρό. Ξεκίνησαν «δοκιμαστικά» με το καρβέλι του
Γιάννη Αγιάννη (δεν είδαν Ιαβέρηδες να τους καταδιώκουν), ήρθαν οι
ληστείες και εκείνες «μετά φόνου», για να ακολουθήσει το έγκλημα «δι
ασήμαντον αφορμήν». Στον παράδεισο της αφύλαχτης Ελλάδας και της
παρεξηγημένης δημοκρατίας. Με την ΕΛΑΣ (κάποιας βαθμίδας) εμπόδιο στα
σχέδια της εισαγόμενης μαφίας και τους αστυνομικούς στο στόχαστρο των
καλάσνικοφ(!).
ΚΙ αν η
Ελλάδα έκλαψε για τα δυο δολοφονημένα παιδιά της ΔΙ.ΑΣ, τα μάτια γρήγορα
στέγνωσαν για τους τρίτους και άσχετους. Και τα λουλούδια στον τόπο που
μαρτύρησαν μαράθηκαν και η οργή κόπασε και η λήθη πήρε τη θέση της
(ξένος πόνος ξέγδαρμα»). Κι απόμεινε στις δυο μάνες να κλαίνε
πραγματικά. Οι μέρες πέρασαν, η Αστυνομία έκανε τη δουλειά της και οι
δολοφόνοι βρίσκονται στα χέρια της. Με κάποιους να διαφεύγουν και άλλους
να το’ χουν σκάσει. Στους δυο αδίστακτους η ματιά λυγάει την ψυχή. Με
τις μπρατσάρες (γεμάτες τατουάζ) ο ένας, με το κεφάλι σκυμμένο (για
πόσο;) ο άλλος.
ΘΑ τους…
λυπηθεί η Πολιτεία με τον «πολιτισμό» της περασμένο σε νόμους και
κανόνες. Ένας καλός δικηγόρος και χρήμα πολύ, τα «παραθυράκια» και η
λήθη. Όλοι κάναμε το… καθήκον μας. Και μόνο τις μάνες που κλαίνε δεν τις
ρωτήσαμε για το δικό τους δίκαιο. Αν θέλουν να τους δικάσουν (μόνο
αυτές το δικαιούνται) κι ας τους συγχωρέσουν-αν το αντέχουν. Η λογική
δεν αντέχει φονιάδες στη ζωή, την ηλεκτρική καρέκλα κενή (ή το απόσπασμα
με το όπλο παρά πόδα) και τον «πολιτισμό» μας να σουλατσάρει στις αυλές
μαυροφορεμένων μανάδων.
0 Σχόλια