Ήδη ο «ευρωσκεπτικισμός» έχει σπάσει τα στενά όρια της περιφέρειας (του Νότου) και εξαπλώνεται.
Του Σταύρου Χριστακόπουλου από τη Ρήξη φ. 92
Τον επόμενο μήνα, κλείνουμε τρία χρόνια υπό τον ζυγό των αλλεπάλληλων δανειακών συμβάσεων, των εκτελεστικών τους μνημονίων, των «κουρεμάτων», της δημοσιονομικής και πολιτικής «κατοχής» της τρόικας των δανειστών, της μαζικής και ταχείας εξαθλίωσης του ελληνικού λαού και της λεηλασίας της χώρας.
Ταυτόχρονα, κλείνουμε τρία χρόνια μεθοδικού γκρεμίσματος όλων των «σταθερών» και των θεσμών της ευρωζώνης, κατάρρευσης της συνοχής της, περιθωριοποίησης των άλλοτε ισχυρών οικονομιών της προς όφελος μόνο της Γερμανίας, επιβολής της γερμανικής δημοσιονομικής δικτατορίας, αλλά και πλήρους κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού ολοκληρωτισμού.
Σχεδόν στην επέτειο αυτών των τριών χρόνων, η σύγχρονη κυπριακή τραγωδία εισάγει την ευρωζώνη και την Ευρώπη σε μια νέα εποχή: αυτήν της πλήρους κατάρρευσης όλων των συνεκτικών δεσμών μεταξύ των μελών της.
Ήδη ο «ευρωσκεπτικισμός» έχει σπάσει τα στενά όρια της περιφέρειας (του Νότου) και εξαπλώνεται τόσο στον σκληρό πυρήνα των στενών εταίρων και δορυφόρων της Γερμανίας (π.χ. Ολλανδία και Φινλανδία) όσο, όμως, και στις κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη, οι οποίες μειώνουν τα αποθέματά τους σε ευρώ στερώντας δυναμική από το ευρωνόμισμα.
Υπ’ αυτήν την έννοια, θα επιμείνουμε ότι το κυπριακό «όχι» δεν ευθύνεται για τη σφαγή της Κύπρου, η οποία περιγραφόταν όχι μόνο στην πρώτη απόφαση του Eurogroup αλλά και στο κυπριακό μνημόνιο, το οποίο συστηματικά και άκομψα παραλείπεται από την ελλαδική «συζήτηση» και του οποίου οι λεπτομέρειες δείχνουν πως η Κύπρος μπαίνει σε μια προαποφασισμένη πορεία ανεξέλεγκτης καταστροφής.
Αυτή ακριβώς η προοπτική πυροδοτεί τόσο την εθνική όσο και τη διεθνή συζήτηση για την περαιτέρω συμμετοχή στο ευρώ, η οποία άνοιξε στην (και για την) Κύπρο, αλλά επεκτείνεται στην Ιταλία και ίσως, πολύ σύντομα, να αφορά και άλλες χώρες.
Ταυτόχρονα, κλείνουμε τρία χρόνια μεθοδικού γκρεμίσματος όλων των «σταθερών» και των θεσμών της ευρωζώνης, κατάρρευσης της συνοχής της, περιθωριοποίησης των άλλοτε ισχυρών οικονομιών της προς όφελος μόνο της Γερμανίας, επιβολής της γερμανικής δημοσιονομικής δικτατορίας, αλλά και πλήρους κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού ολοκληρωτισμού.
Σχεδόν στην επέτειο αυτών των τριών χρόνων, η σύγχρονη κυπριακή τραγωδία εισάγει την ευρωζώνη και την Ευρώπη σε μια νέα εποχή: αυτήν της πλήρους κατάρρευσης όλων των συνεκτικών δεσμών μεταξύ των μελών της.
Ήδη ο «ευρωσκεπτικισμός» έχει σπάσει τα στενά όρια της περιφέρειας (του Νότου) και εξαπλώνεται τόσο στον σκληρό πυρήνα των στενών εταίρων και δορυφόρων της Γερμανίας (π.χ. Ολλανδία και Φινλανδία) όσο, όμως, και στις κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη, οι οποίες μειώνουν τα αποθέματά τους σε ευρώ στερώντας δυναμική από το ευρωνόμισμα.
Υπ’ αυτήν την έννοια, θα επιμείνουμε ότι το κυπριακό «όχι» δεν ευθύνεται για τη σφαγή της Κύπρου, η οποία περιγραφόταν όχι μόνο στην πρώτη απόφαση του Eurogroup αλλά και στο κυπριακό μνημόνιο, το οποίο συστηματικά και άκομψα παραλείπεται από την ελλαδική «συζήτηση» και του οποίου οι λεπτομέρειες δείχνουν πως η Κύπρος μπαίνει σε μια προαποφασισμένη πορεία ανεξέλεγκτης καταστροφής.
Αυτή ακριβώς η προοπτική πυροδοτεί τόσο την εθνική όσο και τη διεθνή συζήτηση για την περαιτέρω συμμετοχή στο ευρώ, η οποία άνοιξε στην (και για την) Κύπρο, αλλά επεκτείνεται στην Ιταλία και ίσως, πολύ σύντομα, να αφορά και άλλες χώρες.
Η αποδόμηση της «ασφάλειας»
Προφανώς, η συζήτηση για την παραμονή ή την έξοδο – και ποιων – από το ευρώ μόλις άνοιξε και ίσως διαρκέσει αρκετά ακόμη πριν να έχουμε αποφάσεις που θα αλλάξουν τη μορφή της ευρωζώνης. Ως εκ τούτου, το άμεσο ζήτημα, σήμερα, δεν είναι τόσο το ορθό ή σκόπιμο της παραμονής ή της εξόδου, όσο η διαπίστωση ότι ο κατ’ εξοχήν διαλυτικός παράγων είναι η ίδια η ηγεσία της: η Γερμανία.
Υπενθυμίζουμε εν τάχει ότι η κύρια συγκολλητική ουσία της ευρωζώνης και της Ε.Ε. υπήρξε εξ αρχής η πίστη ότι η υπερεθνική αυτή ένωση – πέρα από την ευφημιστική και καταφανώς ψευδή υπόσχεση για «διαρκή ευημερία» – υποσχόταν κατά βάση ασφάλεια. Αυτό ήταν το σοβαρότερο κίνητρο ένταξης τόσο για τις σχετικά νεαρές δημοκρατίες του ευρωπαϊκού Νότου όσο και για τις νεότευκτες της τέως κομμουνιστικής Ευρώπης.
Μπορεί οι τραπεζίτες, οι κερδοσκόποι, όπως άλλωστε και διάφορα «λαμόγια» να ανακάλυψαν τον δικό τους ευρωπαϊκό «παράδεισο» σε ένα σκληρό ευρώ, που θα γινόταν το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι ευρωπαϊκοί λαοί στήριξαν το εγχείρημα, παρά τις πολλές ενστάσεις, προσδοκώντας το τέλος της εθνικής ανασφάλειάς τους και μια Ευρώπη αλληλέγγυα.
Η τρέχουσα κρίση, όμως, και η γερμανική διαχείρισή της ανέπτυξαν μια τρομακτική δυναμική αποδόμησης ακόμη και της εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Τι αποκομίζουμε λοιπόν από τη γερμανική επέλαση στην Κύπρο ως προς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα;
1. Η επιδρομή στις καταθέσεις, ώστε οι καταθέτες («επενδυτές», κατά τον Σόιμπλε) να πληρώσουν τις διαχειριστικές ζημίες των τραπεζών, σηματοδοτεί την κατάρρευση δύο «πυλώνων» της έως χθες ευρωπαϊκής εξαγγελίας:
• Ότι «οι καταθέσεις είναι ασφαλείς».
• Ότι οι ανακεφαλαιώσεις τραπεζών θα γίνονται – όπως προέβλεπε ευρωπαϊκή απόφαση – χωρίς να επιβαρύνεται το δημόσιο χρέος των χωρών στις οποίες είναι εγκατεστημένες.
2. Η γερμανική πλήρης κυριαρχία στις χώρες του ευρώ θα είναι στο μέλλον τόσο ωμή και απροκάλυπτη, ακόμη και σε θέματα εθνικής κυριαρχίας, ώστε να δικαιωθούν μακροπρόθεσμα όσοι προβλέπουν πως οι αγώνες των λαών για απαλλαγή από τη λιτότητα θα μετατραπούν σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες.
Παράλληλα, η υπαγωγή της Κύπρου στο μνημόνιο πυροδοτεί τα σενάρια και τις «φιλοδοξίες» για επαναφορά του Σχεδίου Ανάν, για διχοτόμηση, για «σωτηρία» του νησιού από την Τουρκία, για όλα όσα μπορούν τώρα να σκαρφιστούν όσοι βλέπουν στην κυπριακή χρεοκοπία μια μοναδική ευκαιρία διευθέτησης χρονιζουσών «εκκρεμοτήτων».
Και βεβαίως, όλοι γνωρίζουμε πως μια εξασθενημένη Κύπρος, χωρίς μια ισχυρή στρατηγική συμμαχιών, μπαίνει σε περιπέτειες, με άμεση αντανάκλαση στην επίσης ασθενή, λόγω χρεοκοπίας, Ελλάδα. Δυστυχώς, η διατυπωμένη από χρόνια εκτίμησή μας, ότι τα μνημόνια και η χρεοκοπία είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε εθνικές τραγωδίες, είναι τώρα πιο ισχυρή παρά ποτέ.
Υπενθυμίζουμε εν τάχει ότι η κύρια συγκολλητική ουσία της ευρωζώνης και της Ε.Ε. υπήρξε εξ αρχής η πίστη ότι η υπερεθνική αυτή ένωση – πέρα από την ευφημιστική και καταφανώς ψευδή υπόσχεση για «διαρκή ευημερία» – υποσχόταν κατά βάση ασφάλεια. Αυτό ήταν το σοβαρότερο κίνητρο ένταξης τόσο για τις σχετικά νεαρές δημοκρατίες του ευρωπαϊκού Νότου όσο και για τις νεότευκτες της τέως κομμουνιστικής Ευρώπης.
Μπορεί οι τραπεζίτες, οι κερδοσκόποι, όπως άλλωστε και διάφορα «λαμόγια» να ανακάλυψαν τον δικό τους ευρωπαϊκό «παράδεισο» σε ένα σκληρό ευρώ, που θα γινόταν το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι ευρωπαϊκοί λαοί στήριξαν το εγχείρημα, παρά τις πολλές ενστάσεις, προσδοκώντας το τέλος της εθνικής ανασφάλειάς τους και μια Ευρώπη αλληλέγγυα.
Η τρέχουσα κρίση, όμως, και η γερμανική διαχείρισή της ανέπτυξαν μια τρομακτική δυναμική αποδόμησης ακόμη και της εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Τι αποκομίζουμε λοιπόν από τη γερμανική επέλαση στην Κύπρο ως προς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα;
1. Η επιδρομή στις καταθέσεις, ώστε οι καταθέτες («επενδυτές», κατά τον Σόιμπλε) να πληρώσουν τις διαχειριστικές ζημίες των τραπεζών, σηματοδοτεί την κατάρρευση δύο «πυλώνων» της έως χθες ευρωπαϊκής εξαγγελίας:
• Ότι «οι καταθέσεις είναι ασφαλείς».
• Ότι οι ανακεφαλαιώσεις τραπεζών θα γίνονται – όπως προέβλεπε ευρωπαϊκή απόφαση – χωρίς να επιβαρύνεται το δημόσιο χρέος των χωρών στις οποίες είναι εγκατεστημένες.
2. Η γερμανική πλήρης κυριαρχία στις χώρες του ευρώ θα είναι στο μέλλον τόσο ωμή και απροκάλυπτη, ακόμη και σε θέματα εθνικής κυριαρχίας, ώστε να δικαιωθούν μακροπρόθεσμα όσοι προβλέπουν πως οι αγώνες των λαών για απαλλαγή από τη λιτότητα θα μετατραπούν σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες.
Παράλληλα, η υπαγωγή της Κύπρου στο μνημόνιο πυροδοτεί τα σενάρια και τις «φιλοδοξίες» για επαναφορά του Σχεδίου Ανάν, για διχοτόμηση, για «σωτηρία» του νησιού από την Τουρκία, για όλα όσα μπορούν τώρα να σκαρφιστούν όσοι βλέπουν στην κυπριακή χρεοκοπία μια μοναδική ευκαιρία διευθέτησης χρονιζουσών «εκκρεμοτήτων».
Και βεβαίως, όλοι γνωρίζουμε πως μια εξασθενημένη Κύπρος, χωρίς μια ισχυρή στρατηγική συμμαχιών, μπαίνει σε περιπέτειες, με άμεση αντανάκλαση στην επίσης ασθενή, λόγω χρεοκοπίας, Ελλάδα. Δυστυχώς, η διατυπωμένη από χρόνια εκτίμησή μας, ότι τα μνημόνια και η χρεοκοπία είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε εθνικές τραγωδίες, είναι τώρα πιο ισχυρή παρά ποτέ.
Τι να περιμένουμε;
Κάπως έτσι φτάνουμε στο ερώτημα: «Τι μπορεί να περιμένει η Ελλάδα από την Ευρώπη;». Δυστυχώς, όχι πολλά, αφού η Ευρώπη οδεύει μεσοπρόθεσμα – σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων ευρωπαϊκών προσωπικοτήτων με ορίζοντα έως και διετίας – προς ένα είδος διάσπασής της, με αρκετά ενδεχόμενα:
• αποχώρηση περιφερειακών ή υπό χρεοκοπία χωρών από το ευρώ,
• αποχώρηση της Γερμανίας,
• συρρίκνωση της ευρωζώνης σε ένα μικρότερο και περισσότερο βιώσιμο σχήμα υπό τη Γερμανία,
• διάσπαση του ευρώ σε «σκληρό» και «μαλακό»,
• πλήρης διάλυση της ευρωζώνης.
Φυσικά, ίσως να μην δούμε τίποτε από όλα αυτά να πραγματώνεται σε βάθος μερικών χρόνων, όμως ήδη πρέπει να μετρήσουμε ως δεδομένα τη διάρρηξη των πολιτικών δεσμών, την κατάρρευση της εμπιστοσύνης προς το ενιαίο νόμισμα και τον διαρκώς εξαπλούμενο «ευρωσκεπτικισμό», που τείνει να μετατραπεί σε απόρριψη. Ενδεικτική είναι ακόμη η απροθυμία των μεγαλύτερων χωρών της ανατολικής Ευρώπης, αλλά και της Σκανδιναβίας, για ένταξη στο ευρώ.
Στα στοιχεία προς εξέταση περιλαμβάνεται ακόμη και το ενδεχόμενο να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση – ήδη η Βρετανία ενδέχεται να υλοποιήσει την απειλή για δημοψήφισμα περί αποχώρησής της, ενώ η δυναμική που ενδέχεται να αναπτυχθεί σε περίπτωση διάσπασης της ευρωζώνης δεν είναι ακόμη δυνατόν να προβλεφθεί.
Υπ’ αυτούς τους όρους, η παλαιότερη διαπίστωση, ότι η Ελλάδα στερείται εναλλακτικών «πλάνων» και προετοιμασίας για δυσμενέστερες εξελίξεις, σήμερα προσλαμβάνει διαστάσεις εγκλήματος.
Απόδειξη γι’ αυτό, η Κύπρος, η οποία, ύστερα από το γενναίο «Όχι» των Κυπρίων, βρέθηκε απαράσκευη να ζητιανεύει ψίχουλα βρίσκοντας απέναντί της – με κλειστές τις πόρτες – όλους όσοι στη Μεγαλόνησο, αλλά και κατά καιρούς στην Ελλάδα, θεωρούνταν δυνάμει διασώστες.
Η απάντηση, λοιπόν, που σήμερα θα μπορούσαμε να δώσουμε είναι ότι η Ελλάδα και η Κύπρος δεν έχουν σχεδόν τίποτε να περιμένουν από μια γερμανική Ευρώπη, η οποία τις οδηγεί με ταχύτατα βήματα προς την αποικιοποίηση, με κίνδυνο ακόμη και απώλειας της εθνικής ανεξαρτησίας ή και εδαφών τους.
Όμως Ευρώπη δεν είναι μόνο η Μέρκελ, ο Σόιμπλε και οι λοιποί Ευρωπαίοι αυλικοί τους. Υπάρχουν και όλοι όσοι βλέπουν το μέλλον τους τόσο σκοτεινό όσο το ελληνικό και αναζητούν, ή θα αναζητήσουν στο άμεσο μέλλον, την αποτροπή της δικής τους αποικιοποίησης. Επιπλέον, στον πλανήτη, δεν υπάρχει μόνο η Ευρώπη, αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος, ισχυρές δυνάμεις οι οποίες βλέπουν με απολύτως εχθρική διάθεση την απόπειρα της Γερμανίας να κυριαρχήσει πλήρως στην ήπειρό μας.
Το θεμελιώδες πρόβλημα είναι ότι δύο χώρες με «γωνιακή» γεωστρατηγική θέση, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, δεν έχουν ούτε κόμματα εξουσίας ούτε «ελίτ» ικανές να δουν λίγο πέρα από τη μύτη τους και να αρχίσουν, έστω και τώρα, τις προσπάθειες να δομήσουν στέρεες – και όχι ευκαιριακές και της τελευταίας στιγμής – συμμαχίες και να επεξεργαστούν εναλλακτικά πλάνα για όσα θα ζήσουμε το επόμενο διάστημα. Δυστυχώς, είναι ακόμη άγνωστο πώς θα αποκατασταθεί μια τόσο μεγάλη δομική εθνική ανεπάρκεια..
Κάπως έτσι φτάνουμε στο ερώτημα: «Τι μπορεί να περιμένει η Ελλάδα από την Ευρώπη;». Δυστυχώς, όχι πολλά, αφού η Ευρώπη οδεύει μεσοπρόθεσμα – σύμφωνα με εκτιμήσεις κορυφαίων ευρωπαϊκών προσωπικοτήτων με ορίζοντα έως και διετίας – προς ένα είδος διάσπασής της, με αρκετά ενδεχόμενα:
• αποχώρηση περιφερειακών ή υπό χρεοκοπία χωρών από το ευρώ,
• αποχώρηση της Γερμανίας,
• συρρίκνωση της ευρωζώνης σε ένα μικρότερο και περισσότερο βιώσιμο σχήμα υπό τη Γερμανία,
• διάσπαση του ευρώ σε «σκληρό» και «μαλακό»,
• πλήρης διάλυση της ευρωζώνης.
Φυσικά, ίσως να μην δούμε τίποτε από όλα αυτά να πραγματώνεται σε βάθος μερικών χρόνων, όμως ήδη πρέπει να μετρήσουμε ως δεδομένα τη διάρρηξη των πολιτικών δεσμών, την κατάρρευση της εμπιστοσύνης προς το ενιαίο νόμισμα και τον διαρκώς εξαπλούμενο «ευρωσκεπτικισμό», που τείνει να μετατραπεί σε απόρριψη. Ενδεικτική είναι ακόμη η απροθυμία των μεγαλύτερων χωρών της ανατολικής Ευρώπης, αλλά και της Σκανδιναβίας, για ένταξη στο ευρώ.
Στα στοιχεία προς εξέταση περιλαμβάνεται ακόμη και το ενδεχόμενο να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση – ήδη η Βρετανία ενδέχεται να υλοποιήσει την απειλή για δημοψήφισμα περί αποχώρησής της, ενώ η δυναμική που ενδέχεται να αναπτυχθεί σε περίπτωση διάσπασης της ευρωζώνης δεν είναι ακόμη δυνατόν να προβλεφθεί.
Υπ’ αυτούς τους όρους, η παλαιότερη διαπίστωση, ότι η Ελλάδα στερείται εναλλακτικών «πλάνων» και προετοιμασίας για δυσμενέστερες εξελίξεις, σήμερα προσλαμβάνει διαστάσεις εγκλήματος.
Απόδειξη γι’ αυτό, η Κύπρος, η οποία, ύστερα από το γενναίο «Όχι» των Κυπρίων, βρέθηκε απαράσκευη να ζητιανεύει ψίχουλα βρίσκοντας απέναντί της – με κλειστές τις πόρτες – όλους όσοι στη Μεγαλόνησο, αλλά και κατά καιρούς στην Ελλάδα, θεωρούνταν δυνάμει διασώστες.
Η απάντηση, λοιπόν, που σήμερα θα μπορούσαμε να δώσουμε είναι ότι η Ελλάδα και η Κύπρος δεν έχουν σχεδόν τίποτε να περιμένουν από μια γερμανική Ευρώπη, η οποία τις οδηγεί με ταχύτατα βήματα προς την αποικιοποίηση, με κίνδυνο ακόμη και απώλειας της εθνικής ανεξαρτησίας ή και εδαφών τους.
Όμως Ευρώπη δεν είναι μόνο η Μέρκελ, ο Σόιμπλε και οι λοιποί Ευρωπαίοι αυλικοί τους. Υπάρχουν και όλοι όσοι βλέπουν το μέλλον τους τόσο σκοτεινό όσο το ελληνικό και αναζητούν, ή θα αναζητήσουν στο άμεσο μέλλον, την αποτροπή της δικής τους αποικιοποίησης. Επιπλέον, στον πλανήτη, δεν υπάρχει μόνο η Ευρώπη, αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος, ισχυρές δυνάμεις οι οποίες βλέπουν με απολύτως εχθρική διάθεση την απόπειρα της Γερμανίας να κυριαρχήσει πλήρως στην ήπειρό μας.
Το θεμελιώδες πρόβλημα είναι ότι δύο χώρες με «γωνιακή» γεωστρατηγική θέση, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, δεν έχουν ούτε κόμματα εξουσίας ούτε «ελίτ» ικανές να δουν λίγο πέρα από τη μύτη τους και να αρχίσουν, έστω και τώρα, τις προσπάθειες να δομήσουν στέρεες – και όχι ευκαιριακές και της τελευταίας στιγμής – συμμαχίες και να επεξεργαστούν εναλλακτικά πλάνα για όσα θα ζήσουμε το επόμενο διάστημα. Δυστυχώς, είναι ακόμη άγνωστο πώς θα αποκατασταθεί μια τόσο μεγάλη δομική εθνική ανεπάρκεια..
0 Σχόλια