Παρά το θαυμασμό μας για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, είναι αλήθεια πως η αρχαία ελληνική κοινωνία επεφύλασσε μια υποδεέστερη θέση για τη γυναίκα. Η γυναίκα προοριζόταν για μια ζωή περιχαρακωμένη στα όρια του οίκου της (τον οποίο βέβαια διαφέντευε – κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ...), αφοσοιωμένη στη φροντίδα συζύγου και παιδιών, αποστερημένη από την εκπαίδευση πέρα από τα βασικά, καθώς και από την κοινωνική ζωή, εκτός από ορισμένες εορτές και ειδικές περιστάσεις. Γι’ αυτό και είναι πραγματικά θαυμαστό πως ορισμένες γυναίκες ανταγωνίσθηκαν και πολλές φορές επικράτησαν των ανδρών ομότεχνών τους στην ποίηση. Στο κείμενο αυτό θα συνεχίσουμε το ταξίδι στις ζωές και το έργο ορισμένων από τις αξιολογότερες ποιητικές φωνές της αρχαιότητας.
Σ’ αυτή την ομάδα των νεαρών ποιητριών, η γη του Ελικώνα, η Βοιωτία έχει την τύχη να εκπροσωπείται από δύο μέλη. Για την πιο διάσημη απ’ αυτές, την Κόριννα από την Τανάγρα, κυκλοφορούν παραδόσεις που θα έκαναν τις φεμινίστριες όλου του κόσμου ν’ ανατριχιάσουν από περηφάνεια. Δεν γνωρίζουμε με ασφάλεια πότε έζησε. Κατά μία άποψη, γεννήθηκε Μάιο, λίγα έτη πριν το 522π.Χ. Κι αυτό γιατί λέγεται ότι ήταν δασκάλα του Θηβαίου ποιητή Πίνδαρου, που γεννήθηκε τότε.
Από την αρχαιότητά το όνομά της είχε κερδίσει σεβασμό, καθώς είχε κερδίσει τον Πίνδαρο σε ποιητικό διαγωνισμό∙ ο Παυσανίας αναφέρει μία νίκη, ο Αιλιανός ανεβάζει τις νίκες σε πέντε. Αν πιστέψουμε τον Παυσανία, κέρδισε γιατί ήταν πολύ όμορφη και γιατί χρησιμοποίησε την τοπική στη Βοιωτία αιολική διάλεκτο, ενώ ο Πίνδαρος τη «δυσνόητη» δωρική. Αν πιστέψουμε τον Αιλιανό, μετά από πέντε ήττες, ο Πίνδαρος φέρθηκε πικρόχολα και την αποκάλεσε «γουρούνα». Άλλοι μελετητές θεωρούν οτι η Κόριννα έζησε μεταγενέστερα, περίπου στα 200 π.Χ., βασιζόμενοι στο έργο της και σε κάποιες μαρτυρίες που υπάρχουν. Κρίνοντας από το έργο της, λίγη σημασία έχει.
Η Κόριννα έγραψε χορική λυρική ποίηση στη βοιωτική διάλεκτο, για τις εορτές του τόπου της. Αντίθετα από τον Πίνδαρο, τον οποίο επικρίνει για αττικισμό, τα δικά της ποιήματα είναι γεμάτα από τους τοπικούς βοιωτικούς μύθους. Χάρη στην Κόριννα διασώθηκαν στη συλλογική μνήμη αρκετές ιστορίες για βοιωτούς ήρωες. Στα ποιήματά της παρελαύνουν ο Ωρίωνας, που κυνηγά τις Πλειάδες, ο ημίθεος Ηρακλής, ο Οιδίποδας και ο Ιόλαος. Το ενδιαφέρον στην ποίησή της είναι ότι παραλλήλισε τους θρύλους της μυθολογίας με τη συνήθη ανθρώπινη συμπεριφορά. Έτσι, σ’ ένα από πιο όμορφα ποιήματά της, δύο αδέλφια βουνά, ο Κιθαιρώνας και ο Ελικώνας κάνουν ένα διαγωνισμό τραγουδιού, στον οποίο κερδίζει ο Κιθαιρώνας κι ο Ελικώνας από ντροπή γκρεμίζει βράχους απ’ την κορυφή του. Σ’ ένα άλλο, ο ποταμός Ασωπός αναζητεί τις 9 κόρες του, που τις έκλεψαν οι Ολύμπιοι θεοί.
Το έργο της κάλυπτε 5 βιβλία, σήμερα όμως σώζονται περίπου 40 αποσπάσματα σ’ έναν πάπυρο του 2ου αιώνα π.Χ, καθώς και μία επιτομή, που περιέχει δύο από τα ποιήματά της. Σ’ ένα απ’ αυτά, με τίτλο «Μινύαι», μιλά για τις τρεις ενήλικες κόρες του βασιλιά Μινύα του Ορχομενού: τη Λευκίππη, την Αρσίππη, και την Αλκαθόη. Στο ποίημα «Κορωνίδες» μιλά για τις δύο κόρες του Ωρίωνα, τη Μενίππη και τη Μητιόχη, που έκοψαν το λαιμό τους με τη σαΐτα του αργαλιού τους, θυσιάζοντας τον εαυτό τους για χάρη των συμπολιτών τους.
Στο μουσείο της γαλλικής Κομπιένης υπάρχει ένα μικρό άγαλμα μιας αρχαϊκής γυναίκας με χιτώνα, που κρατά έναν ανοιχτό κύλινδρο και φέρει το όνομά της. Ίσως είναι το άγαλμα που έθεσαν οι Ταναγραίοι στον τάφο της για να την τιμήσουν.
Εκτός από την Κόριννα, όμως, στη Βοιωτία άκμασε η Μύρτις από την Ανθηδόνα, μια περιοχή στις βοιωτικές ακτές προς την Εύβοια. Λέγεται ότι ήταν δασκάλα της Κόριννας και του Πίνδαρου και πιθανόν ήταν ιέρεια στο τοπικό ιερό των Καβείρων. Έγραφε πάντα σε βοιωτική διάλεκτο και ασχολήθηκε κι αυτή με τους τοπικούς μύθους. Αν και ήταν πασίγνωστή και έχαιρε σεβασμού στην αρχαιότητα, σώθηκε μόνο ένα ποίημα σε πεζή μετάφραση: είναι η ιστορία του άτυχου έρωτα της Όχνας για τον αγνό νέο Εύνοστο, που πεθαίνει από τις διαβολές της• είναι μια παραλλαγή της «γυναίκας του Πετεφρή», που υπάρχει στη Βίβλο. Όλα τα άλλα χάθηκαν στην άβυσσο της ιστορίας.
Λίγο νοτιότερα, στην Τεγέα της Αρκαδίας και αρκετά χρόνια αργότερα, λίγο μετά το 300 π.Χ., άκμασε η Ανύτη, μια από τις σημαντικότερες επιγραμματοποιούς της αρχαιότητας. Ο Αντίπατρος την ονόμασε «θηλυκό Όμηρο» για το αρχαιοπρεπές ύφος της και τα ποιήματά της παρομοιάστηκαν με κόκκινα κρίνα. Δεν ξέρουμε πολλά για τη ζωή της, είναι όμως σίγουρο ότι υπηρέτησε ως ιέρεια στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου, απ’ όπου οι ιερείς δε την έστειλαν στη Ναύπακτο για να θεραπεύσει τα μάτια του πλούσιου Φαλήσιου, έκανε δε και άλλα πολλά ταξίδια.
Σήμερα, όταν ακούμε για αρχαία επιγράμματα, έρχεται στο νου μας κάτι ηρωικό, όπως π.χ. το επίγραμμα του Σιμωνίδη για τους 300 του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Χάρη στην Ανύτη και ορισμένους άλλους, γνωρίζουμε ότι από μια εποχή κι ύστερα γράφονταν σε παπύρους ή σκαλίζονταν σε στήλες κι επιγράμματα για απλούς, μη ηρωικούς ανθρώπους. Η Ανύτη έγραψε σε δωρική διάλεκτο και άντλησε τα θέματα των ποιημάτων της κυρίως από τη φύση και την ομορφιά της πατρίδας της, της Αρκαδίας.
Με γλαφυρές εικόνες περιγράφει τα ψηλά βουνά της Αρκαδίας, τις κρήνες και τις πηγές της. Στα επιγράμματά της αναδύεται η αρκαδική κοινωνία, οι βοσκοί, οι ψαράδες κι οι γεωργοί της Μαντινείας και της Γορτυνίας, που ζουν ειρηνικά και σε αρμονία με τη φύση, γιορτάζουν και χαίρονται τη ζωή, χορεύοντας και τραγουδώντας. Τα ποιήματά της διαπνέονται και από μια ευλάβεια για τους θεούς. Δεν τους επικαλείται, όμως, για ηρωικά κατορθώματα και πολεμικές νίκες, αλλά για ασφαλές ταξίδι στη θάλασσα, που την εξουσιάζει η Αφροδίτη.
Είναι της Κύπρης ο τόπος ετούτος• το πέλαο που αστράφτει
πάντοτ’ εκείνη αγαπά να το κοιτά απ’ τη στεριά
κι έτσι καλό ταξίδι να χαρίζει στους ναύτες• το κύμα
τρέμει σα βλέπει αντίκρυ το άγαλμα το λαμπερό*.
Από τα ποιήματα της Ανύτης σώθηκαν 22 επιγράμματα όλων των ειδών: λυρικά, επικά, αναθηματικά, επιδεικτικά, βουκολικά, επιτάφια. Θεωρείται η ισχυρότερη προσωπικότητα της «Πελλοπονησιακής Σχολής» επιγράμματος και το ύφος της επηρέασε τη Μοιρώ από το Βυζάντιο, αλλά και πολλούς μεταγενέστερους ποιητές όπως τον Οβίδιο, που μας ταλαιπωρούσε στα μαθητικά μας χρόνια. Σ’ αυτήν αφιέρωσε ένα ποιήμα του πολύ αργότερα, το 1968, εξοριστος στη Λέρο, ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος.
Η Ανύτη εισάγει για πρώτη φορά τον επιτάφιο για ζώα. Σ’ έναν απ’ αυτούς θρηνεί για μια σκυλίτσα από τη Λοκρίδα, την οποία είχε αγαπήσει πολύ. Η λυρικότητα κι η νοσταλγία για τις χαρές που έζησε παρέα με το μικρό σκυλάκι θα έφερναν δάκρυα σε πολλούς από εμάς σήμερα, φιλόζωους και μη.
Μακριά από τη μητροπολιτική Ελλάδα, στους Επιζεφύριους Λοκρούς της Κάτω Ιταλίας (το σημερινό Locri) ζούσε τον 3ο π.Χ. αιώνα η Νοσσίς. Δεν γνωρίζουμε τίποτε για τη ζωή της, εκτός του ότι ήταν ενταγμένη σ’ έναν κύκλο γυναικών και τα ποιήματά της αφιερώνονται στις γυναίκες, γι’ αυτό και την ονόμασαν «θηλύγλωσσό».
Σήμερα σώζονται 12 επιγράμματά της σε δωρική διάλεκτο, τα οποία προόριζε για να συνοδεύσουν αναθηματικά δώρα άλλων γυναικών. Σ’ ένα απ’ αυτά ανταγωνίζεται ανοιχτά τη Σαπφώ. Η φήμη της ξέφυγε από τον φιλικό της κύκλο και διαδόθηκε σ’ όλον τον αρχαιοελληνικό κόσμο για την τόλμη της γραφής της και τον έντονο ερωτισμό που απέπνεε:
Τίποτε πιο γλυκό από τον έρωτα•δεύτερη θέση δίνω
σ’ όλα τα ωραία• και το μέλι από το στόμα φτύνω
Αυτά λέει η Νοσσίς. Κι όποιαν η Κύπρη δεν έχει ευλογήσει
μες στα άνθη αυτή τα ρόδα αδυνατεί να ξεχωρίσει**.
Τι μας ωφελεί αυτό το ταξίδι στις αρχαίες ποιήτριες; Γιατί να προσμένουμε τους επιστήμονες να βρούν χαμένα ποιήματά τους σε σμπαραλιασμένους παπύρους και να τα ανασυνθέσουν για μας; Τα έργα αυτά είναι σημαντικά, είτε μας αρέσει η ποίηση είτε όχι• με αυτά τα ποιήματα, οι γυναίκες αυτές άφησαν το αποτύπωμά τους στον κόσμο, αποτύπωμα ανεξίτηλο, καταθέτοντας για μας ένα κομμάτι από την ομορφιά του κόσμου τους. Βυθιζόμενοι σ’ αυτά θ’ ανακαλύψουμε σήμερα ότι τα έργα τους μας αφορούν, γιατί μιλούν για πράγματα διαχρονικά.
Υπάρχει, όμως, ένα ακόμη πιο σημαντικό μήνυμα από τα έργα τους: αν αυτές οι γυναίκες κατάφεραν να διακριθούν σε μια εποχή κοινωνικής απομόνωσης και υποτίμησης, φαντάστειτε τι μπορεί να κάνει σήμερα μια γυναίκα αν το θελήσει πολύ.
Για τις εννέα ελληνίδες ποιήτριες ΔΙΑΒΑΣΤΕ
- Albin Lesky – Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας (Κυριακίδης)
- Walter Kranz – Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας (Χιωτέλλης)
- Γεώργιος Τσεβάς – Ιστορία της Θήβας και της Βοιωτίας
- Γιάννης Κωτσαδάμ – Ανθολογία Βοιωτών Ποιητών, οι Αρχαίοι (1974)
- Παλατινή Ανθολογία ή Anthologia Graeca (Γκοβόστης, επιμ. Άρη Δικταίου)
* η μετάφραση από το βιβλίο του W. Krantz
** η μετάφραση του Νίκου Χ. Χουρμουζιάδη.
Η εικόνα: Η κοιλάδα των Μουσών, φωτογραφία από τη σελίδα www.hsiodos.gr
Γιάννης Δρίτσουλας
0 Σχόλια