Μια μεγάλη συνέντευξη με τον ακαδημαϊκό και μέλος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», με αφορμή την έκδοση του «Κριτικού Λεξικού της Ελληνικής Επανάστασης» από το Harvard University Press, σε επιμέλεια Πασχάλη Κιτρομηλίδη και Κωνσταντίνου Τσουκαλά
Εδώ και λίγες ημέρες κυκλοφορεί από τη σειρά Belknap Press, στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι πλέον διακεκριμένες εκδόσεις κάθε χρονιάς από το Harvard University Press. Οι εκδότες με γνώμονα τις αξιολογήσεις των εξωτερικών ανώνυμων κριτών ενέταξαν σ’ αυτήν το «Κριτικό Λεξικό της Ελληνικής Επανάστασης», προϊόν εργασίας τεσσάρων ετών και 39 συγγραφέων, ελλήνων και ξένων. Την επιμέλεια είχαν ο πρώην πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού Κωνσταντίνος Τσουκαλάς και ο ιστορικός Πασχάλης Κιτρομηλίδης, που μαζί με τον Βασίλη Παναγιωτόπουλο αποτελούν δύο θεματοφύλακες πλέον της ιστορικής γνώσης για την περίοδο του 1821. Με αφορμή την έκδοση του Λεξικού μιλήσαμε με τον ακαδημαϊκό, ομότιμο καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» για πολλές πτυχές της Επανάστασης και της ιστοριογραφίας.
Είναι κοινός τόπος ότι αν πρέπει να μείνει κάτι μετά τις επετειακές εκδηλώσεις αυτό είναι ορισμένες εκδόσεις. Πώς ξεκίνησε η ιδέα του Κριτικού Λεξικού της Ελληνικής Επανάστασης;
Η ιδέα προέκυψε από το Κριτικό Λεξικό της Γαλλικής Επανάστασης των Φρανσουά Φυρέ και Μονά Οζούφ, που κυκλοφόρησε το 1989, στα 200 χρόνια από το ιστορικό γεγονός. Αποτελεί προσπάθεια κριτικής αναθεώρησης όλης της προγενέστερης συζήτησης, στην οποία κυριαρχούσαν οι μαρξιστικές προσεγγίσεις. Τονιζόταν στην έκδοση αυτή το ζήτημα των ιδεών, των ιδεολογικών ρευμάτων και των ιστοριογραφικών συζητήσεων. Ως καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών είχα προσκληθεί στο Διεθνές συνέδριο της Σορβόννης, το οποίο διοργάνωσε ο Μισέλ Βοβέλ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ιστορίας της Γαλλικής Επανάστασης, για τα διακόσια χρόνια του 1789. Είχαμε πάει μάλιστα μαζί με τη Λουκία Δρούλια, τότε διευθύντρια στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του ΕΙΕ, την οποία επρόκειτο αργότερα να διαδεχθώ. Eνα αντίστοιχο Κριτικό Λεξικό ήταν πάντα κάτι που οραματιζόμουν και για τη δική μας ιστορία. Το πρότεινα λοιπόν, το 2016, στον τότε πρόεδρο του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού, Κωνσταντίνο Τσουκαλά, όταν με ρώτησε τι μπορούσε να κάνει το Iδρυμα για την 200ετηρίδα της δικής μας Επανάστασης. Από τη στιγμή που του έδειξα το γαλλικό Λεξικό ενθουσιάστηκε και με κάθε τρόπο στήριξε την προσπάθεια. Πήρε τέσσερα χρόνια για να ετοιμαστεί το έργο (2017-2020). Συνεργάζονται 39 συγγραφείς με 45 δοκίμια. Θα ήθελα να εκφράσω δημόσια την εκτίμησή μου για την ενίσχυση που μας πρόσφεραν το Ιδρυμα Νιάρχου και τα Ελληνικά Πετρέλαια. Το Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού υποστήριξε το εγχείρημα με όλες του τις δυνάμεις. Απευθύνθηκα στο Harvard University Press, όπου το 2013 είχα εκδώσει την αμερικανική έκδοση του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Οι υπεύθυνοι μάς πρότειναν αρχικά να βγει online για να καταλήξουμε στη σημερινή μορφή ύστερα από πολύμηνες «διαπραγματεύσεις».
Το κριτήριο του όλου εγχειρήματος ήταν να εξασφαλιστεί πλουραλισμός και όσο το δυνατόν καθολικότερη συμμετοχή συνεργατών. Να μην είναι μόνο από τα μεγάλα κεντρικά πανεπιστήμια. Και, δεύτερον, να συμπεριλάβουμε όλους τους ξένους σημαντικούς νεοελληνιστές. Οι 39 συγγραφείς προέρχονται από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά και το Τμήμα Ιστορίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το Δημοκρίτειο, την Κρήτη, το King’s College του Λονδίνου. Ισχνότερη είναι ομολογουμένως η συμμετοχή από τις ΗΠΑ, λόγω της αδυναμίας πλέον των νεοελληνικών σπουδών, ιδίως της ιστορίας, πέραν του Ατλαντικού.
Κατά καιρούς έχουν επικρατήσει ιδεολογικά φορτισμένες αναγνώσεις για το 1821. Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε σήμερα; Στην ανάγκη για μια εξαρχής συνθετική ανάγνωση;
Βρισκόμαστε σε μια καμπή. Η κοινωνία του ελεύθερου ελληνικού κράτους προέκυψε από εκείνον τον δεκαετή αγώνα. Υπήρξε ένα σύνολο γεγονότων και διαδικασιών, καθοριστικών για την ύπαρξη της σύγχρονης Ελλάδας. Αρχικά, γράφτηκαν ιστορίες από ξένους παρατηρητές σύγχρονους με τα γεγονότα, αφηγήσεις που τοποθετούν τα πράγματα σε χρονολογική σειρά, στη συνέχεια άρχισαν να εκδίδονται τα απομνημονεύματα των αγωνιστών – κάτι που συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα – και κατόπιν γράφτηκαν οι μεγάλες ιστορικές συνθέσεις: του Σπυρίδωνος Τρικούπη, του Ιωάννη Φιλήμονος και ο τελευταίος τόμος της Ιστορίας του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου.
…η οποία γέννησε τα γνωστά πάθη.
Ο Παπαρρηγόπουλος εξιστόρησε τα γεγονότα και έδωσε τη δική του κριτική θεώρηση των πραγμάτων. Βεβαίως, στον τελευταίο τόμο της δεύτερης οριστικής έκδοσης της Ιστορίας λέει ότι το «έθνος ανεδείχθη εν τοις χρόνοις της δουλείας υπέρτερον ή από των χρόνων της απελευθερώσεως και εφεξής». Γράφει ότι «επί των χρόνων της δουλείας εδημιουργήθησαν αι προϋποθέσεις της επαναστάσεως», ενώ μετά την απελευθέρωση το έθνος δεν έκανε τίποτε αξιόλογο. Μου αρέσει να το υπενθυμίζω αυτό, επειδή πολλοί απλώς καταλογίζουν στον Παπαρρηγόπουλο την εθνοκεντρική ιδεολογία χωρίς να τον διαβάζουν. Οποιος τον διαβάσει, αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα και τη συναίσθηση ευθύνης με την οποία γράφει. Του οφείλουμε σεβασμό. Υπάρχουν επίσης τον εικοστό αιώνα οι σπουδαίες συνθέσεις του Διονυσίου Κόκκινου και του Απόστολου Βακαλόπουλου. Η πολύτομη Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Κόκκινου, ειδικά, είναι πλέον ξεχασμένη. Οι άνθρωποι φλυαρούν χωρίς να διαβάζουν ή διαβάζουν μόνο παραταξιακά. Σ’ αυτό το πλαίσιο γράφτηκαν και οι μαρξιστικές προσεγγίσεις. Του Κορδάτου, εν προκειμένω, των συνεχιστών και των επικριτών του. Εχει πολλές ανακρίβειες ο Κορδάτος, αλλά δεν παύει να προσφέρει μια άλλη οπτική που αναδεικνύει το κοινωνικό στοιχείο και ως εκ τούτου η προσέγγιση παραμένει σημαντική.
Δυστυχώς, όλο το θέμα της Επανάστασης διεσύρθη με τις χρήσεις που έκανε η δικτατορία το 1971, στην επέτειο των 150 χρόνων. Καπηλεία και ανόητα καρναβάλια που οδήγησαν στην εγκατάλειψη του θέματος. Οι ιστορικοί στράφηκαν σε άλλες θεματολογίες. Τώρα είναι η στιγμή να τα ξαναδούμε όλα. Να ξαναδιαβάσουμε τις πηγές και τις ιστορικές συνθέσεις, για να πάμε παραπέρα. Το άλλο που είναι απολύτως απαραίτητο είναι να δούμε τα πράγματα συγκριτικά μέσα στην εποχή των επαναστάσεων. Γι’ αυτό και στο Κριτικό Λεξικό το εισαγωγικό μου κεφάλαιο τοποθετεί την Ελληνική Επανάσταση στην εποχή των επαναστάσεων. Για ποιον λόγο, δηλαδή, είναι πόλεμος ανεξαρτησίας, αλλά συγχρόνως και επανάσταση, στην οποία διαπλέκονται το εθνικοαπελευθερωτικό και το κοινωνικό στοιχείο.
Υπήρχαν κατευθυντήριες γραμμές κατά τη διάρθρωση του Λεξικού;
Ελεγα στους συγγραφείς να αναρωτηθούν ποια είναι η συμβατική άποψη για το θέμα τους. Και να σκεφτούν, με βάση τις πηγές και τη σημερινή έρευνα, αν η συμβατική άποψη θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί ή χρειάζεται να αναθεωρηθεί. Με αυτή την έννοια είναι «κριτικό» Λεξικό.
Ποια είναι μια κυρίαρχη συμβατική άποψη που χρειάζεται αναθεώρηση;
Υπάρχουν δύο συμβατικές απόψεις. Η μία είναι η παραδοσιακή εθνικοαπελευθερωτική: ότι ξεσηκώθηκε το ελληνικό έθνος, ανέτρεψε τον οθωμανικό ζυγό και δημιούργησε το ανεξάρτητο κράτος. Είναι σωστή βέβαια, κατά τη γνώμη μου. Η άλλη προέρχεται από την ταξική θεώρηση των πραγμάτων πηγαίνοντας πίσω στον Κορδάτο. Μας λέει ότι ήταν μια αλληλουχία από εμφυλίους πολέμους παραγνωρίζοντας την εθνικοαπελευθερωτική διάσταση. Αυτό που χρειάζεται είναι μια, κατά κάποιον τρόπο, περισσότερο εξισορροπημένη «διακόσμηση», όπως θα έλεγε ο Κ.Θ. Δημαράς. Μια τακτοποίηση των γεγονότων, ώστε να περιλάβει όλη τη δυναμική των πολλαπλών δράσεων. Προσωπικά με ενδιαφέρει – εκτός από τις επιβιώσεις του Διαφωτισμού – ο τρόπος με τον οποίο η Επανάσταση λειτούργησε με όλες τις αντιφάσεις και τις αντινομίες ως χοάνη, μέσα από την οποία πέρασαν ετερόκλητες ομάδες και άτομα, για να προκύψει ένα μοντέρνο έθνος. Αυτό, σε μεγαλύτερη κλίμακα, συνέβη και στη Γαλλική Επανάσταση. Στη δική μας περίπτωση, όμως, γίνεται και ανατροπή του ξένου ζυγού και αυτό προσδίδει στην Ελληνική Επανάσταση τον εθνικοαπελευθερωτικό της χαρακτήρα.
Κατά πόσο είναι σχηματική και κατά πόσο περιέχει αλήθεια η διατύπωση ότι «χωρίς Φιλική Εταιρεία δεν υπάρχει Επανάσταση»;
Ο ισχυρισμός διαθέτει σοβαρά ερείσματα στα ιστορικά γεγονότα. Ας σκεφτούμε το γενικότερο ευρωπαϊκό πλαίσιο: το 1815 με την οριστική ήττα του Ναπολέοντα και τη σύγκληση του Συνεδρίου της Βιέννης, αποφασίζεται η επαναφορά του status quo ante. Οι Αυστριακοί παίρνουν μέρος της Ιταλίας και οι Βουρβόνοι επανέρχονται στον θρόνο με κάποιες συνταγματικές παραχωρήσεις, ώστε να εγκατασταθεί κάποιος τύπος κράτους δικαίου – χωρίς σοβαρή κατοχύρωση δικαιωμάτων πάντως. Τα υπολείμματα των επαναστατικών στοιχείων περνούν στην παρανομία και έτσι προκύπτουν οι μυστικές εταιρείες, όπως οι Καρμπονάροι στην Ιταλία. Σε αυτές κυοφορείται η ιδέα της εθνικής απελευθέρωσης στην Ευρώπη, απελευθέρωσης από τις παρηκμασμένες κληρονομικές μοναρχίες, που συχνά δεν ήταν καν εθνικές. Οταν επανέρχονται οι Βουρβόνοι στη Γαλλία, στο βασίλειο των δύο Σικελιών και την Ισπανία, συμβολίζουν την καταστολή και την επάνοδο της παρακμής. Τι θα μπει, λοιπόν, στη θέση τους ως φορέας κυριαρχίας; Η ακαταμάχητη ιδέα του έθνους. Σ’ αυτό το κλίμα έδρασε η Φιλική Εταιρεία.
Είναι σημαντικό ότι η Φιλική Εταιρεία κατάφερε να παραμείνει μυστική. Τα μέλη της άρχισαν να αναλαμβάνουν αποστολές σε όλη την Ελλάδα, έφθασαν μέχρι την Αίγυπτο και την Κύπρο. Δημιουργήθηκε σταδιακά ένα κλίμα αναμονής και, παρά την κατάσταση που επικρατούσε στον διεθνή περίγυρο, ένιωσαν οι υπόδουλοι ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να ξεσηκωθούν. Θαυμάζω και το στρατηγικό πνεύμα μέσα στη Φιλική Εταιρεία, επειδή ήδη από το 1820 ρίχνουν τη βαρύτητα των σχεδιασμών στον Μοριά. Τότε γίνονται μαζικές μυήσεις Πελοποννησίων στη Φιλική Εταιρεία. Μυούνται οι πρόκριτοι της Μάνης και φτάνει εκεί ο Κολοκοτρώνης. Αν σκεφτεί κανείς τις πρωτόγονες συνθήκες της εποχής και την έλλειψη τεχνολογίας, είναι αξιοθαύμαστο αυτό που συνέβη, να στηθεί ολόκληρο δίκτυο σε μεγάλη γεωγραφική κλίμακα για να προετοιμαστεί η ανατροπή του ξένου ζυγού.
Από την πλευρά της θεωρίας των επαναστάσεων, πώς ερμηνεύετε την εκκίνηση στον Μοριά;
Ο σπουδαίος ιστορικός κοινωνιολόγος Μπάρινγκτον Μουρ (σ.σ.: 1913 – 2005) συγκρίνει στις «Κοινωνικές ρίζες της δικτατορίας και της δημοκρατίας», το 1966, τη Γαλλική Επανάσταση και την Αγγλική του 17ου αιώνα, με τις επαναστάσεις της Ασίας, τον αμερικανικό Εμφύλιο και τη Ρωσία. Από τη σύγκριση καταλήγει στη διαπίστωση ότι οι επαναστάσεις επιτυγχάνουν σε αγροτικές κοινωνίες. Γιατί δεν επιτυγχάνουν, για παράδειγμα, στην Αγγλία ή τις ΗΠΑ, και κατορθώνουν τη ριζική ανατροπή στη Ρωσία, την Κίνα ή τη Γαλλία; Διότι σ’ αυτές τις περιοχές είχε παραμείνει ανέπαφη η αγροτική κοινωνία. Εκεί βρίσκουν τα επαναστατικά κινήματα τη μαζική βάση στον τοπικό πληθυσμό που χρειάζονται για να επιβιώσουν και τελικά να επιβληθούν. Τι συνέβη στην Ελλάδα; Ακριβώς αυτό: έχουμε αγροτική κοινωνία, την οποία ξεσηκώνουν οι επαναστάτες και οι αγρότες ανταποκρίνονται με ποικίλα κίνητρα που περιλάμβαναν και την προσδοκία να πάρουν τη γη των κρατούντων. Βεβαίως με έναν χαρισματικό στρατιωτικό ηγέτη, όπως ήταν ο Κολοκοτρώνης. Την ίδια χρονιά γίνονται εξεγέρσεις στη Νάπολη και το Τουρίνο, οι οποίες καταστέλλονται και αυτό το στοιχείο προσδίδει ειδικό βάρος στην Ελληνική Επανάσταση ως την καμπή που αναζωογόνησε την εποχή των Επαναστάσεων στην Ευρώπη.
Μία άλλη συσχέτιση, την οποία αναδεικνύετε στο έργο σας, είναι οι ιδέες του Διαφωτισμού και κατά πόσο έπαιξαν ρόλο στην προετοιμασία της Επανάστασης, αλλά και στη συγκρότηση του νέου κράτους.
Ακούγεται με αφορμή την επέτειο ότι η Επανάσταση προέκυψε μέσα από την παραδοσιακή ελληνική κοινωνία, από τον πόθο της λύτρωσης του γένους, χωρίς άλλους συντελεστές. Αυτή είναι μια πολύ μερικευμένη ερμηνεία και ως εκ τούτου κατά βάσιν εσφαλμένη, λυπούμαι να παρατηρήσω. Η Επανάσταση κατέστη δυνατή, βεβαίως επειδή υπήρχε η δυναμική μέσα στην ελληνική κοινωνία. Λόγω, όμως, και των εξωγενών παραγόντων, οι οποίοι είχαν ενθαρρύνει επί χρόνια τη δημιουργία της επαναστατικής αναμονής. Κυρίως μάλιστα λόγω του Διαφωτισμού. Εδώ έχουμε ένα κίνημα πνευματικής ανανέωσης που μετά το 1770 – μέσα από συνεχείς επεξεργασίες – αποκτά συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο. Στις αρχές του 18ου αιώνα ο Διαφωτισμός κάνει λόγο για βελτίωση του περιεχομένου και των συνθηκών της εκπαίδευσης. Στη συνέχεια ο Ευγένιος Βούλγαρης υποδεικνύει τη σύνδεση με την ευρωπαϊκή φιλοσοφία, χτίζει πάνω στην αρχαία φιλοσοφία, αλλά και ανοίγει νέους δρόμους για την εύρεση της αλήθειας. Κάποια στιγμή αυτές οι αναζητήσεις αποκτούν πολιτικό περιεχόμενο. Ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ λέει ότι δεν μπορούν τα πνευματικά αιτήματα να προχωρήσουν χωρίς πολιτική ευνομία και ελευθερία. Ο Διαφωτισμός αποκτά νέα δυναμική με τη Γαλλική Επανάσταση, τα μηνύματα της οποίας φτάνουν στην ελληνική σκέψη και γλώσσα με τον Ρήγα Βελεστινλή. Ο ίδιος έχει ένα διαφωτιστικό πρόγραμμα με τα βιβλία του, αλλά αναγγέλλει κυρίως ότι ήρθε η ώρα της απελευθέρωσης με τα επαναστατικά του σχέδια.
Προσωπικά συγκινούμαι κάθε φορά που διαβάζω αυτά τα κείμενα για την τόλμη των ιδεών τους. Και επίσης όταν διαβάζω τον Αδαμάντιο Κοραή σκέφτομαι: «να ένας σοβαρός άνθρωπος». Το στοιχείο της σοβαρότητας, που προϊόντος του χρόνου έλειψε και λείπει από την ελληνική κοινωνία, το βλέπεις εκεί, στον προβληματισμό του Κοραή. Αυτός ο άνθρωπος που οραματίστηκε τη δημιουργία ενός ελεύθερου, μοντέρνου εθνικού κράτους, λάμβανε υπόψη όλους τους συντελεστές της πνευματικής ζωής, κυρίως όμως τη γλώσσα. Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι χωρίς τον Διαφωτισμό και τους εκφραστές του δεν θα είχαμε Επανάσταση. Οι ιδέες του Διαφωτισμού μπορεί να εφαρμόστηκαν μόνο μερικά, αλλά πρόσφεραν το λεξιλόγιο και τον τρόπο για να διατυπωθούν οι αξίες και να εκφραστεί το αίτημα της ελευθερίας. Εδωσαν την κατεύθυνση ποια πρακτική μορφή θα λάβει η ελευθερία: ένα κράτος δικαίου με δικαιώματα και ελευθερίες. Είναι ο Διαφωτισμός που εκφράζεται με τα επαναστατικά Συντάγματα ή τον Τύπο της Επανάστασης. Ξέρετε, δεν είναι λίγο ότι κυκλοφορούν περίπου έξι εφημερίδες στην επαναστατική Ελλάδα. Μέσα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι μια από τις πιο ευγενείς μορφές του φιλελληνισμού υπήρξε ο Ελβετός Ιωάννης – Ιάκωβος Μάγερ, που εξέδιδε τα «Ελληνικά Χρονικά», έναν αγωγό δημοκρατικών ιδεών μέσα στην επαναστατημένη πόλη, μέχρι που θυσιάστηκαν μαζί με τη μεσολογγίτισσα γυναίκα του και τα δυο τους παιδιά στην Εξοδο. Αντίστοιχα, υπήρχε η «Εφημερίς Αθηνών» του Γεωργίου Ψύλλα, ένα ανεξάντλητο ορυχείο ιδεών ευνομίας και ελευθερίας. Τι είναι όλα αυτά; Διαφωτισμός. Παράλληλα, εκδίδονται συγγράμματα πολιτικών επιστημών και λογοτεχνία. Πάνω σ’ αυτά πίστευαν οι Ελληνες ότι θα θεμελιωθεί η ελεύθερη Ελλάδα.
Ποιες είναι οι παθογένειες, ωστόσο, που κουβαλάει το μοντέρνο κράτος ήδη από την ίδρυσή του;
Οι παθογένειες δημιουργούνται πάντα από τις πιέσεις της κοινωνίας πάνω στο κράτος. Η κοινωνία έβλεπε το κράτος – και το βλέπει μέχρι τώρα – σαν αντικείμενο λεηλασίας μέσω των πελατειακών σχέσεων. Δεν αναπτύχθηκε το συναίσθημα ότι οι απαιτήσεις για ελεύθερη διαβίωση και ασφάλεια συνεπάγονται και ανάληψη υποχρεώσεων στον δημόσιο βίο. Πρώτον, την υπακοή στους νόμους και, δεύτερον, την πληρωμή των φόρων. Μέχρι σήμερα τι βλέπουμε; Οτι ακριβώς σ’ αυτούς τους δύο τομείς πάσχει η εθνική μας ζωή, από την οποία, παρόλη τη ρητορική, απουσιάζει η ισχυρή εσωτερικευμένη συναίσθηση του κοινού συμφέροντος.
Η ερμηνεία για την ύπαρξη ισχυρής αστικής τάξης ή την εχθρότητα απέναντι στην αστική τάξη σάς ικανοποιεί;
Οι δικές μου ερμηνείες κινούνται σε ιδεολογικό επίπεδο. Στο βιβλίο για τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό – στο τελευταίο κεφάλαιο – γίνεται λόγος για την αποτυχία του Διαφωτισμού. Το κίνημα κατάφερε να εμπνεύσει την Επανάσταση και να δημιουργήσει το κανονιστικό προηγούμενο του κράτους δικαίου: τα πρωτοποριακά για την Ευρώπη Συντάγματα. Το αποτέλεσμα ήταν να εδραιωθεί σταδιακά ένας κοινοβουλευτισμός αρκετά ανθεκτικός μέσα στον 19ο αιώνα. Παράλληλα, ωστόσο, στο σύστημα αξιών καταγράφεται μια αποτυχία. Με την απόλυτη μοναρχία τα αιτήματα του αλυτρωτισμού αποκτούν προτεραιότητα έναντι του αιτήματος των πολιτικών ελευθεριών. Με αποτέλεσμα να συντελεστεί μια, κατά κάποιον τρόπο, αποδυνάμωση της έννοιας της ελευθερίας. Αν το παρακολουθήσει κανείς στη ρητορική της ελληνικής κοινωνίας, πολύ συχνά η έννοια της ελευθερίας περιορίζεται σε εκείνη της εθνικής ανεξαρτησίας. Δεν αρκεί όμως μόνον αυτό. Το βλέπουμε χαρακτηριστικά στον Κοραή, ο οποίος γράφει ότι η εθνική ανεξαρτησία είναι το ζητούμενο για να κατοχυρώσει τις ελευθερίες των πολιτών. Το στοιχείο αυτό αποδυναμώθηκε και λόγω της επιβολής της εθνικής ρητορικής αλλά και λόγω της ρητορικής της Αριστεράς. Η Αριστερά στον κανονιστικό της λόγο δεν έδινε προτεραιότητα στα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες. Αυτά θεωρούνταν «αστικά». Γι’ αυτό είναι καλό που γίνονται αυτές οι συζητήσεις στην εποχή μας, για να αποκτήσουμε επίγνωση των βαθύτερων προκλήσεων του συλλογικού βίου.
Επανέρχεστε στον Κοραή. Εχει βρει την πραγματική θέση που του αρμόζει στην πινακοθήκη της Επανάστασης, μαζί με τους Ιωάννη Καποδίστρια ή τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο;
Ο Κοραής και ο Μαυροκοδάτος οπωσδήποτε όχι. Ο Καποδίστριας ναι: είναι όντως ο γενικά αναγνωρισμένος θεμελιωτής της σύγχρονης Ελλάδας. Διέθεσε τα λιγότερα από τέσσερα χρόνια που άσκησε εξουσία στην Ελλάδα σε μια υπεράνθρωπη προσπάθεια να θεμελιώσει ένα σύγχρονο κράτος. Μόνος του ουσιαστικά. Με έναν υποτυπώδη διοικητικό μηχανισμό να τον υποστηρίζει. Τις ανάγκες και τα ζητούμενα τα γνώριζε από την εμπειρία του στην Επτάνησο, αλλά κυρίως στην Ελβετία. Ηταν από τους δημιουργούς της Ελβετικής Συμπολιτείας στα 1813-1814. Με αυτή την εμπειρία μπόρεσε να υπηρετήσει και τη ρωσική διπλωματία, ως συνυπουργός Εξωτερικών του τσάρου. Ηταν ο πιο διακεκριμένος Ελληνας της εποχής του – σήμερα δεν μπορούμε να βρούμε ανάλογο πρόσωπο. Οταν έρχεται ο Καποδίστριας, ο Κοραής τού γράφει «τώρα να γίνεις ο νέος Τιμολέων» (σ.σ.: κορίνθιος στρατηγός που στάλθηκε στις ελληνικές αποικίες της Σικελίας, για να πετύχει την ειρήνευσή τους). Ο Καποδίστριας μάλιστα του απαντά τον Δεκέμβριου του 1827 ελπίζω όσα θα πράξω να αποδείξουν «δικαίαν την περί εμού αγαθήν σου υπόληψιν». Ο Καποδίστριας, όμως, καταλαβαίνει πολύ γρήγορα ότι για να κυβερνήσει έπρεπε να ανασταλεί το Σύνταγμα. Η Εθνοσυνέλευση το δέχεται και ο Καποδίστριας κυβερνά διά της εκδόσεως διαταγμάτων. Αυτό προκαλεί βεβαίως αντιδράσεις των φιλελεύθερων στοιχείων και αρχίζει μία φοβερή αντιπολίτευση εναντίον του. Οι νεαροί πολιτικοί γράφουν στον Κοραή ότι διαβλέπουν έναν τύραννο και εκείνος ξεκινά την πολεμική του εναντίον του Καποδίστρια. Θεωρώ ότι αυτή υπήρξε η χειρότερη στιγμή του Κοραή. Είναι μακριά, όχι καλά πληροφορημένος για να σταθμίσει τα γεγονότα και ηλικιωμένος για τα μέτρα της εποχής. Και έτσι φτάνουμε στη φοβερή φράση «χριστιανοί τουρκίζοντες».
Πάντως νομίζω ότι οι αντιδράσεις για το τι αντιπροσωπεύει ο Κοραής προέρχονται από ανθρώπους που δεν έχουν διαβάσει ούτε μία σελίδα του έργου του. Υπάρχει, για παράδειγμα, μια φονταμενταλιστική Ορθόδοξη ανάγνωση που θεωρεί ότι είναι υπεύθυνος για τη νόθευση της Ορθόδοξης ταυτότητας της ελληνικής κοινωνίας. Τα πράγματα, όμως, είναι πολύ πιο σύνθετα. Σε όλο το έργο του Κοραή – το οποίο άρχισε και τελείωσε με θρησκευτικά συγγράμματα – δεν υπάρχει καμία ευθεία βολή κατά της διδασκαλίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Το τι μπορούσε να σκέφτεται ιδιωτικά δεν το γνωρίζουμε. Αυτό που έκανε ήταν κριτική του κλήρου και της συμπεριφοράς της Εκκλησίας. Ξέρετε, ο μεγάλος εκφραστής της Ορθόδοξης θεολογικής σκέψης, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, γράφει ότι δεν υπάρχει στο έργο του Κοραή τίποτε που να αντιβαίνει στο Ορθόδοξο δόγμα. Παρά το γεγονός ότι έχουμε τον ανδριάντα του έξω από το Πανεπιστήμιο, νομίζω ότι δεν έχει πάρει τη θέση που του αξίζει στην παιδεία μας. Κυρίως επειδή οι «μαλλιαροί» τού προσήψαν την καθαρεύουσα. Που και αυτό είναι λάθος. Ο Κοραής ήταν υπέρ της διόρθωσης της γλώσσας και του καθαρισμού από ξένες προσμείξεις, αλλά δεν ήταν υπέρ της επιβολής του εξαρχαϊσμού της. Είχε συγκρουστεί κατ’ επανάληψη με τους αρχαϊστές στο γλωσσικό ζήτημα. Ερχονται, όμως, οι «μαλλιαροί», με τις ακρότητες του Ψυχάρη, και του ρίχνουν το ανάθεμα. Αυτό πέρασε και στην Αριστερά. Κάποτε, όταν σπούδαζα στις ΗΠΑ, ένα σημαντικό πρόσωπο της ελληνικής επιστημονικής διασποράς με χαρακτήρισε άνθρωπο της CIA, εφόσον μιλούσα υπέρ του Κοραή!
Για τον Καποδίστρια αξίζει να αναφέρουμε ότι έμεινε και εκείνος παρεξηγημένος για τις προθέσεις της διακυβέρνησής του: δεν ήθελε να επιβάλει δικτατορία. Ηθελε να κυβερνήσει την Ελλάδα και γι’ αυτό έπρεπε να πάρει μέτρα έκτακτης ανάγκης. Σκεφτείτε ότι στα χρόνια του η Ακρόπολη βρισκόταν ακόμη υπό οθωμανική φρουρά! Αντιλαμβάνεστε την κατάσταση; Η φρουρά έφυγε από την Ακρόπολη, όταν επρόκειτο να επισκεφθεί την πόλη ο βασιλιάς Οθων. Τα κλειδιά παραδόθηκαν από τον οθωμανό φρούραρχο σε δύο βαυαρούς αξιωματικούς της Αντιβασιλείας το 1833. Υπό αυτές τις συνθήκες κυβέρνησε ο Καποδίστριας.
Στον Μαυροκορδάτο, πάλι, έχουν καταλογιστεί κατά καιρούς ραδιουργίες, μηχανορραφίες και τα συναφή. Ομως πρωτοστάτησε στη σύνταξη τριών πολύ σημαντικών Συνταγμάτων που δημιούργησαν το κεκτημένο του συνταγματισμού στην ελληνική πολιτική σκέψη. Αυτό πρέπει να κρατήσουμε.
Σε έναν χρόνο θα μνημονεύουμε, υπό κανονικές συνθήκες, μια εθνική καταστροφή: το «1922». Πιστεύετε ότι είμαστε έτοιμοι για τον αναστοχασμό και τα ζητήματα υπό διερεύνηση;
Δεν είμαστε έτοιμοι. Εκατό χρόνια μετά, το τραύμα είναι ακόμη νωπό. Δημιουργούνται τάσεις και στάσεις στην κοινωνία που δεν είναι πάντα ανιδιοτελείς και οξύνουν το τραύμα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει ορθολογική συζήτηση αυτών των ζητημάτων. Το ξέρω καλά το πρόβλημα από μια άλλη καταστροφή, την κυπριακή τραγωδία, για την οποία είναι αδύνατον επίσης να γίνει μια ορθολογική δημόσια συζήτηση. Πολύ φοβούμαι, λόγω ιδίως της μακράς αναστροφής μου με τα σχετικά ζητήματα στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, ότι είναι δύσκολη η ορθολογική στάθμιση για το μικρασιατικό ζήτημα. Στην περίπτωση της Μικράς Ασίας πάντως υπάρχει ένα κεκτημένο πολύ σημαντικό: η ιστορία και τα επιτεύγματα του μικρασιατικού Ελληνισμού επί 3.000 χρόνια. Οπως και το εκπληκτικό εθνολογικό φαινόμενο του Ελληνισμού του Πόντου, το οποίο ανακαλύφθηκε αργά στη μητροπολιτική Ελλάδα. Αυτά είναι το κεκτημένο που μπορούμε να θυμηθούμε με την ευκαιρία της επετείου. Ελπίζω σε ένα διεθνές συνέδριο για να μπορέσουμε να συζητήσουμε για το 1922.
info
Paschalis M.Kitromilides, Constantinos Tsoukalas (επιμ.) The Greek revolution – a critical dictionary Harvard University Press – Belknap, 2021, σελ. 800 (αργότερα μέσα στη χρονιά αναμένεται να κυκλοφορήσει από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης)
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ
0 Σχόλια