Ticker

6/recent/ticker-posts

Οι κυνηγοί του ελληνικού διατροφικού θησαυρού




Η διατροφή ως φάρμακο! Ή, αλλιώς, η αξία των ελληνικών προϊόντων. Ή το χημικό προφίλ των Τροφίμων Εθνικής Προτεραιότητας, αυτών δηλαδή με πολύ υψηλή διατροφική και οικονομική σημασία…

Οι τίτλοι θα μπορούσαν να είναι πολλοί, ωστόσο όλοι θα φωτογράφιζαν το ίδιο περιεχόμενο: ένα νέο είδος διατροφικού μάρκετινγκ, το οποίο και επεξεργάζονται οι εκπρόσωποι του Εργαστηρίου Αναλυτικής Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κι αυτό στηρίζεται στην αυθεντικότητα των ελληνικών τροφίμων, ειδικά εκείνων που αποτελούν διατροφικούς θησαυρούς, διαμορφώνουν διεθνώς το lifestyle της υγείας, αλλά και το brand της χώρας μας: ελιά, λάδι, μέλι, βότανα, οίνος, είδη τυριών.

Τα παραπάνω απασχολούν παράλληλα και ένα ευρύ διατροφικό think tank που έχει ξεκινήσει ήδη τη λειτουργία του (το FoodOmicsGR-RI) και συγκεντρώνει δράσεις και ερευνητικές ομάδες από οκτώ ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, με στόχο την ανάπτυξη μεθόδων για τον χαρακτηρισμό τροφίμων και την ανάδειξη της αυθεντικότητας, της ποιότητας αλλά και της ευεργετικής επίδρασής τους στην ανθρώπινη υγεία.

Βήματα έχουν γίνει ήδη αρκετά. Ο καθηγητής Αναλυτικής Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Θωμαΐδης και ο υποψήφιος διδάκτορας του Εργαστηρίου Αναλυτικής Χημείας του ιδρύματος Ιωάννης Μαρτάκος εξηγούν ότι έχουν ήδη προχωρήσει στη μοριακή ανάλυση ελληνικών τροφίμων, στην κατάταξή τους σε σχέση με τα οφέλη που προσφέρουν στην υγεία μας και στην προστασία της «πατέντας» τους στη διεθνή αγορά.


Προδιαγραφές

«Η συμμόρφωση των προϊόντων τροφίμων με τις προδιαγραφές, όπως αυτές ορίζονται από τη νομοθεσία και τις κανονιστικές Αρχές, είναι εξέχουσας σημασίας καθώς προστατεύει την υγεία και την ευζωία των καταναλωτών» λέει σχετικά στα «ΝΕΑ» ο Νίκος Θωμαΐδης. «Εξίσου σημαντική, όμως, είναι και η συμμόρφωση του προϊόντος με τις προδιαγραφές που αναφέρονται στην ετικέτα - επισήμανση» αναφέρει.

Οι χημικοί αναλυτές και ερευνητές έχουν πλέον στη φαρέτρα τους μια πληθώρα σύγχρονων αναλυτικών μεθόδων και τεχνικών που τους παρέχουν εξαιρετικά χρήσιμες πληροφορίες για τον μοριακό χαρακτηρισμό τροφίμων με τεράστια εθνική σημασία.

Μάλιστα, στο Εργαστήριο Αναλυτικής Χημείας του ιδρύματος, η ερευνητική ομάδα Ιχνοανάλυσης και Φασματομετρίας Μάζας λειτουργεί το τελευταίο χρονικό διάστημα ως μια ομάδα ντετέκτιβ των τροφίμων, διερευνώντας και εξασφαλίζοντας την αυθεντικότητα του ελληνικού διατροφικού χρυσού με εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας.

Οπως προσθέτει ο Νίκος Θωμαΐδης, τα παραπάνω ακολουθούνται και από κλινικές μελέτες, καθώς αναζητούνται λεπτομερώς τα οφέλη που έχουν συγκεκριμένα τρόφιμα στον οργανισμό μας. Ακολουθούνται όμως και από πολιτικές κυκλικής οικονομίας. Για παράδειγμα, τι κάνουμε τα φύλλα της ελιάς ή τις φλούδες μανταρινιού ή την πούλπα του φρούτου που πιθανώς θα μείνουν… πίσω; «Επαναχρησιμοποιούμενη πρώτη ύλη» λέει. «Από τα φύλλα ελιάς μπορούμε να πάρουμε εκχύλισμα ή να φτιάξουμε αιθέρια έλαια. Από το μανταρίνι της Χίου κρέμες για το πρόσωπο ή συμπληρώματα διατροφής. Και βέβαια πολλά άλλα».


Τι ακριβώς ερευνάται

Τα προϊόντα ελιάς. Αποτελούν ορόσημα για την ελληνική και μεσογειακή διατροφή. Σύμφωνα με την ετήσια κατάταξη του Διεθνούς Συμβουλίου Ελιάς (International Olive Council - IOC), η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα σε εξαγωγές ελαιολάδου, η πρώτη χώρα σε κατά κεφαλήν κατανάλωση ετησίως και η τρίτη χώρα σε παραγωγή ελαιολάδου. «Είναι, λοιπόν, μονόδρομος η ανάδειξη του βιοδραστικού περιεχομένου και των χαρακτηριστικών ποιότητας ενός τόσο σημαντικού τροφίμου για την υγεία και την οικονομία» αναφέρει ο Θωμαΐδης. Το εργαστήριό του σε συνεργασία με την Περιφέρεια Βόρειου Αιγαίου ολοκλήρωσε πρόσφατα τον πλήρη χημικό χαρακτηρισμό ελαιολάδων και προϊόντων ελιάς από πέντε νησιά της Περιφέρειας, τη Λέσβο, τη Σάμο, την Ικαρία, τη Χίο και τους Φούρνους.

Είναι η πρώτη φορά που γίνεται μια μελέτη τέτοιου μεγέθους, αναφορικά με το ελαιόλαδο και τα προϊόντα ελιάς, στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Συγκεκριμένα, μελετήθηκαν γηγενείς ποικιλίες ελιάς, που καλλιεργούνται κατά κύριο λόγο στη Λέσβο και στα άλλα νησιά του Βόρειου Αιγαίου, όπως η κολοβή, η αδραμυτιανή και η θρούμπα Χίου, καθώς και πιο γνωστές ποικιλίες, όπως η κορωνέικη και η λαδολιά. Η ομάδα κατάφερε να χαρακτηρίσει εις βάθος τα χημικά προφίλ αυτών των ποικιλιών, βασιζόμενη σε χημικές ενώσεις με τεράστια διατροφική αξία, όπως είναι οι πολυφαινόλες, τα λιπαρά οξέα, οι τοκοφερόλες και το σκουαλένιο.



Οίνος. Τα τελευταία χρόνια η ίδια ομάδα έχει συλλέξει και αναλύσει δείγματα από πολλές γηγενείς και διεθνείς ποικιλίες αμπέλου (όπως μοσχοφίλερο, ασύρτικο, ξινόμαυρο, αγιωργίτικο, μεταξύ άλλων) αλλά και σημαντικές οινοπαραγωγικές περιοχές της χώρας, όπως η Μακεδονία, η Πελοπόννησος, η Σαντορίνη και η Αττική. Απώτερος στόχος της συγκεκριμένης μακροχρόνιας μελέτης είναι η διερεύνηση της οινικής ταυτότητας που θα συμβάλει στην ανάδειξη των οίνων ποιότητας και της απόδοσης υπεραξίας σε αυτό το προϊόν - ορόσημο της ελληνικής κουλτούρας.



Μέλι. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης, πέραν της ανάδειξης του διατροφικού πλούτου των μελιών που παράγονται στη χώρα μας, είναι η προστασία του καταναλωτικού κοινού αλλά και του συνόλου της αγοράς μέσα από διαδικασίες τεκμηρίωσης της αυθεντικότητας διαφορετικών δειγμάτων από διαφορετικές περιοχές και ποικιλίες. Ο Νίκος Θωμαΐδης λέει ότι «με την ταυτοποίηση ενώσεων - οδηγών χαρακτηριστικών για κάθε δείγμα (βιοδείκτες - biomarkers) η ερευνητική μας ομάδα έχει καταφέρει να διαχωρίσει δείγματα τόσο από διαφορετικές περιοχές όσο και από διαφορετικές ποικιλίες, βασιζόμενη στη χημική πληροφορία που αντλεί μέσα από τα πρωτόκολλα και τις πορείες εργασίας που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια. Απώτερος σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης είναι η ισχυροποίηση της ετικέτας του προϊόντος μέσω πειραματικής τεκμηρίωσης της προέλευσής του».



Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα. Στο εργαστήριό του έχουν επίσης αναπτυχθεί μοντέρνες μέθοδοι, ικανές να χαρακτηρίσουν πλήρως το γάλα και βασικά γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως τα ελληνικά τυριά ΠΟΠ και το παραδοσιακό γιαούρτι. Ακόμα, μπορεί να γίνει ανίχνευση της νοθείας γαλακτοκομικών προϊόντων σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, χρησιμοποιώντας μεθόδους που στηρίζονται στην αξιοποίηση του πλήρους πρωτεϊνικού και λιπιδικού περιεχομένου των γαλακτοκομικών προϊόντων, ανιχνεύοντας δείκτες χαρακτηριστικούς για γάλα συγκεκριμένης ζωικής προέλευσης.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια