Γεννήθηκαν και οι δύο τον μήνα Μάρτιο. Με διαφορά ενός έτους. Πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια ο ένας στα Γιάννενα, ο άλλος στα Γρεβενά. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο η μοίρα τους ήταν κοινή: η πρώτη θέση στο ολυμπιακό βάθρο. Ο ένας στο σκιφ της κωπηλασίας, ο άλλος στο μήκος. Στέφανος Ντούσκος και Μίλτος Τεντόγλου, δύο σταρ – αντιστάρ.
Ο 24χρονος Στέφανος και ο 23χρονος Μίλτος δεν έχουν στο πλευρό τους μάνατζερ που θα τους προετοιμάσουν τις δηλώσεις τους. Μιλάνε με αυθορμητισμό για τις μεγάλες τους επιτυχίες, χωρίς να προσέχουν τα λόγια τους και χωρίς να «στρογγυλεύουν» τις… αιχμηρές γωνίες για να γίνουν αρεστοί. Εξάλλου δεν τους ενδιαφέρει και να γίνουν αρεστοί, γιατί για να φτάσουν μέχρι το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο δεν τους χαρίστηκε τίποτα.
Ο Στέφανος Ντούσκος ξεκίνησε από τον στίβο και, στη συνέχεια, βρέθηκε στον χώρο της κωπηλασίας. Η πανέμορφη λίμνη Παμβώτιδα τον τύλιξε στα δίχτυα της και η κωπηλασία μέσα σε αυτήν τον μάγεψε. Κι ας γέμιζαν κάθε μέρα τα χέρια αίματα από την πολύωρη προπόνηση.
Ο Μίλτος Τεντόγλου είχε εξοικειωθεί με το αίμα. Οι ατελείωτες ώρες ενασχόλησης του με το παρκούρ κάποιες φορές κατέληγαν σε τούμπες. Τα Γρεβενά έχουν δύο πολύ ωραίες πλατείες, αλλά ο Μίλτος και οι υπόλοιποι πιτσιρικάδες προτιμούσαν το στάδιο της πόλης για να εξασκήσουν την τέχνη του αθλήματος που «δεν γνωρίζει όρια». Εξάλλου, στον χώρο του σταδίου τα χτυπήματα ήταν λιγότερο… οδυνηρά.
Ο επιστάτης δεν έβλεπε με… καλό μάτι τους μπόμπιρες που σαν γάτες πήδαγαν από το ένα εμπόδιο στο άλλο. Πολλές φορές τους κυνηγούσε. Και κάπου εκεί ένας προπονητής, ο Βαγγέλης Παπανίκος, εντυπωσιάστηκε από την αλτικότητα του πιτσιρικά. Τον προσέγγισε και, αντιλαμβανόμενος ότι δεν σηκώνει πίεση, του πρότεινε να κάνει άλματα για πλάκα. Και ο ίδιος για πλάκα ξεκίνησε και ίσως και ακόμα να το αντιμετωπίζει έτσι και γι’ αυτό το απολαμβάνει.
Στο Τόκιο εμφανίστηκε στον αγωνιστικό χώρο με γυαλιά ηλίου και με… χαλαρό στυλ. Κάπως έτσι είχε πάει και στον πρώτο του αγώνα, στη Θεσσαλονίκη, στην κατηγορία των παμπαίδων. Τότε φόραγε μία βερμούδα και μία φαρδιά μπλούζα. Πήδηξε και κατέκτησε ένα ασημένιο μετάλλιο. Ενθουσιάστηκε όταν του το φόρεσαν στον λαιμό και αποφάσισε να αφήσει το παρκούρ γιατί το μήκος είχε πιο πολύ… πλάκα αλλά και «μενταγιόν» μετά την επιτυχία. Πολύ γρήγορα ο χώρος του στίβου άρχισε να μιλάει για το «ταλέντο του Παπανίκου». Πρωτιές και ρεκόρ στις ηλικιακές κατηγορίες και, κάποια στιγμή, τα Γρεβενά αποδείχθηκαν… μικρά για να ωθήσουν την εξέλιξή του. Ο δρόμος ήταν ένας: Αθήνα. Στο πρόσωπο του Γιώργου Πομάσκι βρήκε τον προπονητή που θα τον οδηγούσε ψηλά και ο έμπειρος και απαιτητικός προπονητής τον αθλητή που θα του χάριζε το μετάλλιο που δεν είχε ως προπονητής στη συλλογή του: το χρυσό ολυμπιακό.
Βίοι παράλληλοι για τον Στέφανο Ντούσκο. Από την Παμβώτιδα βρέθηκε στο κωπηλατοδρόμιο του Σχοινιά. Στην περίπτωση του Γιαννιώτη κωπηλάτη η καταξίωση ήρθε μέσα από πολλές δυσκολίες. Μόνο τα χέρια σταμάτησαν να βγάζουν αίμα γιατί είχαν γεμίσει από κάλλους. Αλλαγές παρτενέρ, αλλαγές σε κατηγορίες σκαφών, αυξομειώσεις σε κατηγορίες βάρους που τον ώθησαν μέχρι να τρώει παγάκια για να… ξεχάσει την πείνα του. Όλα αυτά κράτησαν έως την ημέρα που ο προπονητής Τζιάνι Ποστιλιόνε του πρότεινε να ξεκινήσει στο μονό σκιφ. Και τα κατάφερε.
Κοινό σημείο και των δύο, αυτό που οι γνώστες λένε «γεννημένος πρωταθλητής». Ο Στέφανος ήθελε με το σκάφος του να πηγαίνει γρηγορότερα και ο Μίλτος να πηδάει πιο μακριά. Στο Τόκιο κατάφεραν αυτό που και οι δύο λένε ότι… δεν πίστευαν πως θα καταφέρουν. Οι δηλώσεις τους δεν έχουν τον παραμικρό βεντετισμό. «Ένα αλματάκι», «μία γρήγορη κουπιά». Σα να προσπαθούν να… αποδομήσουν αυτό το τόσο δύσκολο που έχουν πετύχει. Σα να θέλουν να δείξουν ότι δεν πέτυχαν κάτι ξεχωριστό. Σα να θέλουν να πουν σε όλους ότι εάν δουλεύεις πετυχαίνεις. Δύο «αστέρια» που λάμπουν χωρίς να καταβάλλουν προσπάθεια. Δύο σταρ – αντιστάρ.
0 Σχόλια