Στα μέσα Οκτωβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας αναμένεται να μεταβεί στην Ουάσιγκτον για να υπογράψει τη νέα αναθεωρημένη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA). H Αθήνα έχει εναποθέσει πολλές ελπίδες σε αυτό που έχει αποκληθεί «διεύρυνση του αμερικανικού αποτυπώματος» στην ελληνική επικράτεια, ως ένα είδος εγγύησης έναντι της εξ Ανατολών απειλής. Την ίδια στιγμή, μόνο θετικά μπορεί κάποιος να προσεγγίσει την ταχύτατη προώθηση από τον γερουσιαστή και πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων Ρόμπερτ Μενέντεζ του νέου νόμου για την αμυντική συνεργασία Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών.
Δυστυχώς όμως για την Ελλάδα, ο χρόνος σε σχέση με την Τουρκία δεν είναι υπέρ της. Μπορεί η τουρκική οικονομία να ασθμαίνει και να απαιτεί κάθε τόσο τονωτικές ενέσεις ή να εκφράζονται ελπίδες ότι μια ήττα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις επόμενες προεδρικές εκλογές – που είναι προγραμματισμένες για το 2023 – θα ευνοήσει μια μονιμότερη εκτόνωση της έντασης, αλλά όσοι κινούνται με βάση τέτοιου είδους σενάρια για να διαμορφώσουν στρατηγικές ανάσχεσης της Αγκυρας μάλλον χάνουν τη μεγάλη εικόνα. Ακόμη και μια αιφνίδια αποχώρηση του Ερντογάν από την πρώτη γραμμή είναι ιδιαίτερα πιθανό να φέρει μεγαλύτερη αστάθεια προς τα μέρη μας παρά ηρεμία.
Το χειρότερο για την Ελλάδα είναι ότι η τουρκική αμυντική βιομηχανία συνεχίζει να αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς. Μπορεί να περάσαμε από… σαράντα κύματα ώστε το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό να μπορέσει να αγοράσει τις τορπίλες που έχουν ανάγκη τα υποβρύχια, αλλά ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να βρούμε λύση στην υπόθεση των φρεγατών. Το ακόμη χειρότερο όμως είναι ότι δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα μια λύση-απάντηση σε ένα από τα σοβαρότερα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει αποκτήσει εσχάτως η Αγκυρα: στην τεχνολογία των drones.
Σε αυτόν τον τομέα η Ελλάδα έχει μείνει πολύ πίσω. Η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι στην απόκτηση μη επανδρωμένων αεροσκαφών αλλά και όπλων αντιμετώπισης drones (anti-drone technologies) δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες κινήσεις. Σύμφωνα δε με δημοσιεύματα σε αξιόπιστες ιστοσελίδες αμυντικών θεμάτων του εξωτερικού, η τουρκική αμυντική βιομηχανία επιδιώκει να αναπτύξει νέα drones που θα μπορούν να απονηώνονται από το μίνι-αεροπλανοφόρο «Anadolu» που τώρα κατασκευάζεται. Η ιδέα προέκυψε καθώς μετά την έξοδό της από το πρόγραμμα κατασκευής των F-35 η Αγκυρα δεν μπορεί να προμηθευτεί τα αεροσκάφη F-35B που ήταν καθέτου απογειώσεως. Επομένως πρέπει να βρει άλλη λύση, καθώς ο αεροδιάδρομος του «Anadolu» δεν είναι επαρκώς μακρύς για κλασικού τύπου μαχητικά αεροσκάφη. Υπάρχουν επίσης πληροφορίες για την κατασκευή μη επανδρωμένου ανθυποβρυχιακού σκάφους – πέραν του μη επανδρωμένου σκάφους επιφανείας ULAQ – που προφανώς ενισχύει τις δυνατότητες του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού.
Τα συμπεράσματα από τη χρήση των drones στον πόλεμο των 44 ημερών μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας το 2020, που έληξε με συντριπτική ήττα του Ερεβάν στη σύγκρουση για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, είναι φρέσκα και ανησυχητικά. Δεν σημαίνουν ότι η χώρα μας είναι γυμνή, αλλά δεν αφήνουν και περιθώρια για καθυστερήσεις. Απαιτούνται γρήγορες αποφάσεις προς την κατεύθυνση της «έξυπνης άμυνας» που δεν μπορούν να περιορίζονται στη μελλοντική κατασκευή του ελληνικού drone, αλλά στην άμεση προμήθεια τέτοιων όπλων από χώρες-πρωτοπόρους. Αν κάποιοι αναζητούν ανταλλάγματα για όσα προσφέρουμε στους συμμάχους μας (π.χ. ΗΠΑ και Ισραήλ), εκεί πρέπει να στρέψουν το ενδιαφέρον τους.
0 Σχόλια