Ticker

6/recent/ticker-posts

Η Κίνα κατατροπώνει τις ΗΠΑ στον πόλεμο της τεχνητής νοημοσύνης





Ο γνωστός αρθρογράφος των Financial Times, Μάρτιν Γουλφ, μας πληροφορούσε την άνοιξη του 2019 ότι είχε πρόσφατα λάβει ένα βιβλίο, με τίτλο «Οι υπερδυνάμεις της τεχνητής νοημοσύνης: Η Κίνα, η Κοιλάδα της Σιλικόνης και η Νέα Παγκόσμια Τάξη». Ένα βιβλίο το οποίο παρουσίαζε, με συγκεκριμένα στοιχεία, ένα εντυπωσιακό σενάριο: Για πρώτη φορά μετά τη βιομηχανική επανάσταση, η Κίνα θα βρεθεί στην πρωτοπορία ενός τεράστιου οικονομικού μετασχηματισμού – της επανάστασης της τεχνητής νοημοσύνης.

Φαίνεται δε πως ο Γουλφ δεν είναι ο μόνος ο οποίος συμμερίζεται αυτή την εκδοχή – και που ανησυχεί για το τι θα σημάνει. «Η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί την αχίλλειο φτέρνα των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα», προειδοποιούσε με άρθρο του στο Bloomberg, στις 21 Μαΐου, ο ναύαρχος Τζέιμς Σταυρίδης, πρώην ανώτατος διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ.

Ο ίδιος, αναφερόμενος δε στη σχετική έκθεση της Εθνικής Επιτροπής Πληροφοριών που είχε δημοσιευτεί πρόσφατα, καθώς και στα λεγόμενα των συμπροέδρων της, τόνιζε πως «οι ΗΠΑ είναι πλέον υποχρεωμένες να αντιμετωπίσουν μια άβολη πραγματικότητα: Η Αμερική δεν είναι προετοιμασμένη να αμυνθεί ή να είναι ανταγωνιστική στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης».

Πρωτοπορία στην έρευνα

Τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας τον Αύγουστο ήρθαν να ενισχύσουν την παραπάνω εκτίμηση. Σύμφωνα με αυτά, το 2020 ήταν η πρώτη χρονιά που η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ όσον αφορά στον αριθμό των δημόσιων αναφορών σε επιστημονικά άρθρα – κάτι που, για την επιστημονική κοινότητα, αποτελεί το καλύτερο «μέτρο» για τη σοβαρότητα και την εγκυρότητα της κάθε μελέτης.

Αυτό σημαίνει, πρακτικά, πως η Κίνα κερδίζει τη μάχη σε αυτό το επίπεδο. Κάτι το οποίο, με τη σειρά του, θα αποτελέσει αποφασιστικό παράγοντα για το ποια από τις δύο υπερδυνάμεις θα επικρατήσει στον ακήρυκτο (ακόμη…) πόλεμο και θα αποκτήσει το πάνω χέρι στην ψηφιακή εποχή.

Την εικόνα έρχονται να συμπληρώσουν – σημαίνοντας παράλληλα συναγερμό σε όλα τα επίπεδα – τα όσα είπε, μιλώντας στους Financial Times, ο άνθρωπος ο οποίος ήταν, μέχρι να υποβάλει την παραίτησή του την προηγούμενη εβδομάδα, επικεφαλής του τμήματος λογισμικού και διαδικτυακών επιχειρήσεων του αμερικανικού Πενταγώνου.

«Η μάχη έχει ήδη κριθεί»

«Δεν έχουμε καμία ελπίδα να επικρατήσουμε στον ανταγωνισμό με την Κίνα μέσα στα επόμενα 15 ως 20 χρόνια. Κατά τη γνώμη μου, όλα έχουν ήδη κριθεί, είναι τελειωμένη υπόθεση», είπε χαρακτηριστικά ο 37χρονος Νίκολας Τσέλαν, εκφράζοντας παράλληλα την οργή του για την συγκεκριμένη εξέλιξη.

«Το εάν θα χρειαστεί ένας πόλεμος ή όχι αποτελεί κάτι σαν ανέκδοτο», πρόσθεσε, ισχυριζόμενος πως η Κίνα πρόκειται μελλοντικά να κυριαρχήσει απολύτως στον πλανήτη, ελέγχοντας τα πάντα – από τα ΜΜΕ μέχρι τη γεωπολιτική. Παρομοίασε δε το αμυντικό σύστημα ορισμένων υπηρεσιών των ΗΠΑ στον κυβερνοχώρο ως κάτι που παραπέμπει «σε επίπεδο νηπιαγωγείου».

Ο ίδιος ξεκαθάρισε, επίσης, ότι όλα είναι ζήτημα προτεραιοτήτων. Η αναβάθμιση των ικανοτήτων των ΗΠΑ στην τεχνητή νοημοσύνη, όπως είπε, είναι πολύ πιο σημαντική για το μέλλον της χώρας σε σύγκριση με τα μαχητικά πέμπτης γενιάς, F-35, για τα οποία έχουν διατεθεί δυσανάλογα μεγάλα ποσά.


Τα πλεονεκτήματα του Πεκίνου

Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό και οι Κινέζοι έχουν πάρει κεφάλι από τους Αμερικανούς; Αν και η σχετική συζήτηση είναι μεγάλη, φαίνεται πως υπάρχουν ήδη τρεις καθοριστικές πλευρές στις οποίες συμφωνούν σχεδόν όλοι οι ειδικοί, όπως και όσοι ασχολούνται με το κρίσιμο αυτό μέτωπο.

Η πρώτη είναι η τεράστια βάση δεδομένων που έχει η Κίνα – τόσο λόγω του μεγέθους της όσο και του βαθμού διασύνδεσης που έχει επιτευχθεί και συνεχίζει να αυξάνεται. Για του λόγου το αληθές, εκτιμάται ότι ως το 2030, περίπου 8 δις. συσκευές – από αυτοκίνητα και οικιακές συσκευές μέχρι υποδομές και δορυφόροι – θα είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους μέσω του «Internet των Πραγμάτων», παράγοντας ένα ασύλληπτο όγκο πληροφοριών που γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας.

Η δεύτερη πλευρά έχει να κάνει με την εμπλοκή του κράτους, το οποίο έχει αναλάβει τον κεντρικό σχεδιασμό, διασφαλίζοντας σημαντικά πλεονεκτήματα στο Πεκίνο. Όπως δε σημειώνει στο άρθρο του ο Τζέιμς Σταυρίδης, «η Ουάσιγκτον υιοθέτησε κυρίως μια λογική της αγοράς, με την ελπίδα ότι η Κοιλάδα της Σιλικόνης και άλλα τεχνολογικά κέντρα θα χρηματοδοτούσαν μεγάλο μέρος της έρευνας και θα κρατούσαν τις ΗΠΑ μέσα στο παιχνίδι (της ηγεμονίας).


Όταν μιλάει το κράτος…

Δυστυχώς, όμως, αποδείχθηκε ότι «η προσέγγιση αυτή ήταν υπερβολικά βασισμένη στο laissez-faire», σημειώνει, αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε ορισμένους τομείς το κράτος και η πρωτοκαθεδρία του είναι απολύτως αναγκαία.

Όσο για την τρίτη πλευρά, όπως αναφέρει ο Μάρτιν Γουλφ, αφορά στην μη ύπαρξη αναστολών στην Κίνα για την παρέμβαση στα ευαίσθητα δεδομένα και πληροφορίες των πολιτών – κάτι που στη Δύση δεν ισχύει, τουλάχιστον όχι σε αυτή την έκταση και χωρίς την ύπαρξη δικλείδων ασφαλείας, έστω και για τυπικούς λόγους.

Με βάση όλα τα παραπάνω, μπορούμε με βεβαιότητα να υποθέσουμε πως ο πόλεμος για την κυριαρχία στην τεχνητή νοημοσύνη (στον οποίο η Ευρώπη έχει μείνει πολύ πίσω) θα κλιμακωθεί και θα γίνει πιο «άγρια». Καθώς δε Αμερικανοί και Κινέζοι θα κάνουν τα πάντα για να πετύχουν τον στόχο τους, είναι πιθανό ο κόσμος, χωρίς καν να το καταλάβει, να βρεθεί μπροστά σε έναν πανέξυπνο και πολύ επικίνδυνο τεχνολογικό Φρανκενστάιν.

www.ot.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια