Του Γ. Χατζόπουλου
ardin-rixi
από το περιοδικό Άρδην, τ.17, Ιανουάριος 1998
Η προτεραιότητα των γεγονότων
H επικαιρότητα ή το ανεπίκαιρο της λογικής διαδικασίας που σκοπεύει στην κατανόηση της σημασίας των γεγονότων του περασμένου Νοέμβρη και στην επισήμανση των δυνατοτήτων ή των αδιεξόδων, τα οποία αποκαλύφτηκαν, κρίνεται από την ιδεολογική και ψυχική κατάσταση του καθενός. Υπάρχουν πράγματι διαθέσεις και άλλα συμφέροντα που υποχρεώνουν άτομα ή σύνολα σε διαφορετική στάση.
Άλλοι αισθάνονται την ανάγκη για μια γρήγορη και εξαιρετικά βιαστική ερμηνεία των γεγονότων, προκειμένου να τα ευθυγραμμίσουν προς τις προκατασκευασμένες πολιτικές τους απόψεις κι έτσι να διατηρήσουν άθικτη την προσωπική τους ψυχική ισορροπία ή ανέπαφη την συνοχή της οργάνωσης-μηχανισμού, την οποία διευθύνουν ή στην οποία υποτάσσονται: είναι η περίπτωση των κρατικών οργάνων (που πιέζονται για να πληροφορήσουν), όπως κι εκείνη των πολιτικών σχηματισμών που αιφνιδιάστηκαν τόσο, που μόνο με την απόκρυψη και την εθελοτυφλία παρηγορούνται κι ελπίζουν. Αντίθετα, άλλοι δεν βλέπουν την ανάγκη για έξαρση και ιδιαίτερη απασχόληση με τα ίδια γεγονότα, τα οποία όσο απομακρύνονται από το κέντρο της παρατήρησης τόσο το καλύτερο – υπάρχει έτσι η ελπίδα ότι τα πράγματα θ’ ακολουθήσουν τον δρόμο τους όπως και πριν και ότι παροδική ήταν η ανακατοσούρα: είναι η περίπτωση των καιροσκόπων κάθε απόχρωσης κι όσων είτε δεν τολμούν να ανασυντάξουν τον εαυτό τους είτε παραδίδονται και παθητικά εναρμονίζονται με το κάθε αύριο. Και οι, χοντρικά, δυο και αντίθετες παραπάνω συμπεριφορές (βιαστική τακτοποίηση- παραμέληση) έχουν τούτο το κοινό: υποτάσσουν το αντικειμενικό στο υποκειμενικό με την ελπίδα πως θα γλυτώσουν από τις συνέπειες. Ανεξάρτητα όμως από τις προσδοκίες και τις αυταπάτες των υποκειμένων τούτων των στάσεων, είναι βέβαιο ότι η αναστολή της διαδικασίας για εμβάθυνση στα γεγονότα ή η μεμονωμένη και ατομική ενασχόληση συνεπάγεται, με την πάροδο του χρόνου, το λιγόστεμα ή και την εξαφάνιση ορισμένων δυνατοτήτων. Δηλαδή, η κατανόηση των γεγονότων και η πολιτική, ηθική και ιδεολογική απόσταξή τους είναι έργο των συνειδήσεων εκείνων, που, χωρίς να ξεπερνούν τους καθορισμούς της εποχής, μπορούν, μέσα από γεγονότα που χωροποιούν τον χρόνο, να καταλάβουν το χτες και να υποψιαστούν το αύριο. Γενική προϋπόθεση γι αυτό είναι η αναγνώριση της προτεραιότητας των γεγονότων, η παραδοχή της συμπυκνωμένης κι εξαιρετικής υφής τους, η έντονη προσπάθεια ν’ αποφύγουμε τον εμπειρισμό χωρίς να βουλιάξουμε στις γενικές και αφηρημένες αλήθειες. Η εξασφάλιση της προϋπόθεσης αυτής είναι μπορετή μόνο εφ’ όσον η συγκυρία το ’φερε έτσι, ώστε να μη μπορούμε να ησυχάσουμε παρά με την ανακάλυψη και με την εναρμόνιση προς τον ρυθμό, δηλ. τον νέο ρυθμό που αποτύπωσαν στις συνειδήσεις τα γεγονότα.
Άλλοι αισθάνονται την ανάγκη για μια γρήγορη και εξαιρετικά βιαστική ερμηνεία των γεγονότων, προκειμένου να τα ευθυγραμμίσουν προς τις προκατασκευασμένες πολιτικές τους απόψεις κι έτσι να διατηρήσουν άθικτη την προσωπική τους ψυχική ισορροπία ή ανέπαφη την συνοχή της οργάνωσης-μηχανισμού, την οποία διευθύνουν ή στην οποία υποτάσσονται: είναι η περίπτωση των κρατικών οργάνων (που πιέζονται για να πληροφορήσουν), όπως κι εκείνη των πολιτικών σχηματισμών που αιφνιδιάστηκαν τόσο, που μόνο με την απόκρυψη και την εθελοτυφλία παρηγορούνται κι ελπίζουν. Αντίθετα, άλλοι δεν βλέπουν την ανάγκη για έξαρση και ιδιαίτερη απασχόληση με τα ίδια γεγονότα, τα οποία όσο απομακρύνονται από το κέντρο της παρατήρησης τόσο το καλύτερο – υπάρχει έτσι η ελπίδα ότι τα πράγματα θ’ ακολουθήσουν τον δρόμο τους όπως και πριν και ότι παροδική ήταν η ανακατοσούρα: είναι η περίπτωση των καιροσκόπων κάθε απόχρωσης κι όσων είτε δεν τολμούν να ανασυντάξουν τον εαυτό τους είτε παραδίδονται και παθητικά εναρμονίζονται με το κάθε αύριο. Και οι, χοντρικά, δυο και αντίθετες παραπάνω συμπεριφορές (βιαστική τακτοποίηση- παραμέληση) έχουν τούτο το κοινό: υποτάσσουν το αντικειμενικό στο υποκειμενικό με την ελπίδα πως θα γλυτώσουν από τις συνέπειες. Ανεξάρτητα όμως από τις προσδοκίες και τις αυταπάτες των υποκειμένων τούτων των στάσεων, είναι βέβαιο ότι η αναστολή της διαδικασίας για εμβάθυνση στα γεγονότα ή η μεμονωμένη και ατομική ενασχόληση συνεπάγεται, με την πάροδο του χρόνου, το λιγόστεμα ή και την εξαφάνιση ορισμένων δυνατοτήτων. Δηλαδή, η κατανόηση των γεγονότων και η πολιτική, ηθική και ιδεολογική απόσταξή τους είναι έργο των συνειδήσεων εκείνων, που, χωρίς να ξεπερνούν τους καθορισμούς της εποχής, μπορούν, μέσα από γεγονότα που χωροποιούν τον χρόνο, να καταλάβουν το χτες και να υποψιαστούν το αύριο. Γενική προϋπόθεση γι αυτό είναι η αναγνώριση της προτεραιότητας των γεγονότων, η παραδοχή της συμπυκνωμένης κι εξαιρετικής υφής τους, η έντονη προσπάθεια ν’ αποφύγουμε τον εμπειρισμό χωρίς να βουλιάξουμε στις γενικές και αφηρημένες αλήθειες. Η εξασφάλιση της προϋπόθεσης αυτής είναι μπορετή μόνο εφ’ όσον η συγκυρία το ’φερε έτσι, ώστε να μη μπορούμε να ησυχάσουμε παρά με την ανακάλυψη και με την εναρμόνιση προς τον ρυθμό, δηλ. τον νέο ρυθμό που αποτύπωσαν στις συνειδήσεις τα γεγονότα.
Ο Νοέμβρης, εστιακός μήνας
Ο περασμένος Νοέμβρης έγινε εστιακός πολιτικός μήνας. Κατά τη διάρκειά του συνέπεσαν αντικειμενικές διαδικασίες και διασταυρώθηκαν ρεύματα που μέχρι τότε κινούνταν σε διαφορετικά και σχετικά ανεξάρτητα επίπεδα. Τον ίδιο καιρό αναπτύχθηκαν πρωτοβουλίες και προκλήθηκαν διεργασίες που είναι αδύνατη η εκτίμησή τους. Ο κοινωνικά πιο μεστός από την εποχή της απελευθέρωσης τούτος μήνας απόκτησε τη φυσιογνωμία του στο Πολυτεχνείο, γιατί εκεί συντελέστηκε η διασταύρωση και το ξεπέρασμα των επιμέρους, των ποσοτικών μεγεθών. Αυτό είναι τόσο αναμφισβήτητο όσο προβληματική είναι η φυσιογνωμία της νέας ποιότητας. Η κορύφωση-Πολυτεχνείο αποτελεί στρόβιλο στο ξέσπασμα του οποίου συμβάλανε πολλά ρεύματα, είναι το επιστέγασμα μιας ολότητας πολλών αντιθετικών, νέων και παλαιών, γνησίων και πλαστών παραγόντων και καταστάσεων. Αν είναι έτσι, τότε χρειάζεται προσεκτική μελέτη των σχέσεων και των διαδικασιών και τολμηρή σύνδεση των εξωτερικά άσχετων φαινομένων, για να κατανοήσουμε το συντελεσμένο όλο και να σημειώσουμε τις τάσεις και τις ροπές που περιέχει. Ασφαλώς δεν θα’ ναι χρήσιμη η αντίληψη που υποτιμάει τον καθοριστικό ρόλο των γενικών κοινωνικών σχέσεων και αλληλουχιών, γιατί μονάχα έτσι μπορεί να δώσει υπόσταση και να απαιτήσει αναγνώριση για τη δραστηριότητα ατόμων ή κύκλων. Παρόμοια, κάθε απολογητική, δηλ. οποιαδήποτε προσέγγιση με έτοιμα και «αντικειμενικά» γενικά συμπεράσματα, δεν αποκλείεται να κάνει χρήσιμες παρατηρήσεις, αλλά δεν έχει καμιά πιθανότητα να συλλάβει τον ρυθμό και την ιδιομορφία του συνόλου. Ο Νοέμβριος συγκεφαλαιώνει, υπό εξαιρετικές συνθήκες, τις βασικές αντιθέσεις του εθνικού χώρου, ενώ το Πολυτεχνείο μετασχηματίζει σε συνείδηση και πρωτοβουλία, δηλ. μεταστοιχειώνει πολιτικά κι ανθρώπινα τα τυφλά κοινωνικά μεγέθη. Το Πολυτεχνείο, ένας τόπος που έγινε ορόσημο του χρόνου, αρμέγει και σπέρνει ταυτόχρονα, είναι τέρμα και ξεκίνημα. Αν θελήσουμε να ονοματίσουμε το περιεχόμενο του Νοέμβρη, που αποτελεί ημερομηνιακά το φόντο και την άμεση προέκταση της λαϊκής εξέγερσης της 17ης, θα βρούμε: α) την επίσημη αναγνώριση του ακατάσχετου πληθωρισμού με την ανοιχτή ανακοίνωση για αύξηση της τιμής των υγρών καυσίμων, β) τα επεισόδια κατά το μνημόσυνο του Γ. Παπανδρέου και την δίκη που ακολούθησε, γ) το αδιέξοδο στο πρώτο στάδιο του πολιτικού παζαριού και την ανακοίνωση για το άνοιγμα της δεύτερης φάσης – συνέντευξη Μαρκεζίνη, δ) την κατάληψη του Πολυτεχνείου από φοιτητές, στους οποίους προσχώρησαν μαθητές και νέοι εργάτες, και το κάλεσμα του λαού σ’ εξέγερση, ε) την κυριάρχηση των λαϊκών μαζών για 24 περίπου ώρες σε μεγάλο τμήμα της Αθήνας, στ) την κήρυξη και πάλι του στρατιωτικού νόμου και το ανηλεές ένοπλο κατασταλτικό χτύπημα των διαδηλωτών, ζ) το πραξικόπημα της 25ης και την ανατροπή των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη με τη διατήρηση του στρατιωτικού νόμου.
Οι μεγάλες αντιθέσεις της περιόδου
Και η απλή απαρίθμηση των γεγονότων υποψιάζει για το ξέσπασμα την περίοδο αυτή πολλών αντιθέσεων της δημόσιας ζωής. Πρώτο: είναι η αντίθεση του συνόλου των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων, ιδίως των πόλεων, προς τα αποτελέσματα και τους φορείς της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής. Ο λαός αισθάνεται, από την αρχή του 1973 ήδη, την αόρατη απειλή του πληθωρισμού και ανησυχεί φοβούμενος ότι θα πληρώσει ο ίδιος τα μαζεμένα αδιέξοδα, χάνοντας τις ως τα χτες σταθερές καταναλωτικές ανέσεις του. Η ανησυχία τούτη τον ευαισθητοποιεί και πολιτικά. Δεύτερο: είναι η ενεργή αντίθεση της νεολαίας ενάντια στις διαδικασίες κοινοβουλευτικού μασκαρέματος του πολιτικού εξανδραποδισμού που την χειραφετεί από άνισες επιρροές ενδιαμέσων καιροσκοπικών πολιτικών τέως κομμάτων. Τρίτο: είναι η αντίθεση των φοιτητών προς το κρατούν σύστημα σχέσεων στα πανεπιστήμια και στην ελληνική κοινωνία γενικότερα και η ταχύτατη επαναστατικοποίηση του φοιτητικού κινήματος. Τέταρτο: είναι οι αντιθέσεις ανάμεσα στον Παπαδόπουλο και το Μηχανισμό του και στις αντιστασιαζόμενες (κοινοβουλευτικώς και φιλοσυμμαχικώς) προσωπικότητες και οργανώσεις. Η παρατεταμένη ακινησία των «χρονοδιαγραμμάτων» κοκάλωσε την οξύτητα των αντιθέσεων τούτων με αποτέλεσμα την έλλειψη της αναγκαίας ευλυγισίας και ετοιμότητας. Πέμπτο: είναι η αντίθεση ομογενών και ανταγωνιζομένων ομάδων στρατιωτικών προς την προσωπική πολιτική προοπτική που οικοδομεί ο Παπαδόπουλος με τα «πολιτικά» και «δημοκρατικά» ανοίγματα μετά το δημοψήφισμα. Αυτές είναι οι βασικές αντιθέσεις πρώτου επιπέδου της περιόδου. Ούτε λόγος ότι αυτές συμπληρώνονται από απειράριθμες άλλες μικρότερες (π.χ. αντιθέσεις ανάμεσα τους παπαδοπουλικούς: Μακαρέζος, ή ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες της εκκλησιαστικής ιεραρχίας κ.λ.π).H επιλογή γίνεται επειδή αναγνωρίζεται ότι οι αντιθέσεις τούτες λειτουργούν άμεσα και είναι αποτυπωμένες στα γεγονότα του Νοεμβρίου. Επίσης χρειάζεται να υπομνησθεί ότι οι παραπάνω αντιθέσεις εκδηλώνονται σ’ ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων, το οποίο αυλακώνεται από άλλες βαθύτερες και χοντρύτερες αντιθέσεις, ότι δηλαδή υφαίνουν πάνω στον καμβά άλλων αντιθέσεων, ότι αντανακλούν άλλες και περιέχονται σε άλλες. Η εξιστόρηση της διαμόρφωσης και των σταδίων της κάθε μιας από τις ονομασθείσες αντιθέσεις ούτε δυνατή είναι προς το παρόν ούτε εντελώς απαραίτητη για τη κατανόηση του ρυθμού των γεγονότων τούτων και των συνεπειών τους. Αρκεί να σημειώσουμε σοβαρά την κύρια αντίθεση, που δεν μπορεί να’ ναι άλλη από κείνη που α) έχει δραστικότερο χαρακτήρα, β)έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια, γ) δεν χάνει τα σταθερά της γνωρίσματα, δ) δεν αφομοιώνεται μέσα σ’ άλλες- το αντίστροφο, ε) λειτουργεί διαπλαστικά και στ) πρώτη τροφοδοτεί την πρωτοβουλία. Είναι φανερό πως από τις πέντε αντιθέσεις της περιόδου, η αντίθεση ανάμεσα στον φοιτητικό ριζοσπαστισμό από τη μια και στις σχέσεις, τους θεσμούς και τους εκπροσώπους του καθεστώτος της επταετίας από την άλλη, είναι η θερμότερη και πάνω της καθρεφτίζονται διάφορες άλλες. Επειδή ακριβώς αυτή η αντίθεση ήταν η κυρίαρχη, γι’ αυτό ένας τόπος σπουδαστικός μετατράπηκε σε συμπυκνωτή και σύμβολο του γενικότερου αγώνα, και με τις διαδικασίες που συντελέστηκαν εκεί και τις ζυμώσεις που ακολούθησαν, καθόρισε ο φοιτητικός παράγοντας το περιεχόμενο των εξελίξεων και την κατεύθυνση των αναζητήσεων.
Οι διαδικασίες και το αυθόρμητο
Το Πολυτεχνείο και οι μέρες που το ακολούθησαν άλλαξαν ολοσχερώς το πολιτικό κλίμα και έθεσαν σε κίνηση μηχανισμούς και διαδικασίες απρόβλεπτες. Η πρώτη αναγκαία παραδοχή είναι η αναγνώριση του αυθόρμητου χαρακτήρα των γεγονότων. Πράγματι, το σύνολο των πρωτοβουλιών που εκδηλώθηκαν κατά την διάρκεια των γεγονότων λογοδοτούσε αποκλειστικά στις διαθέσεις των πρωταγωνιστών και στις καταστάσεις που αντιμετώπιζαν. Δηλ. το ανοιχτό ξέσπασμα της αντίθεσης των φοιτητών με το καθεστώς δεν βρέθηκε σε υπηρετική σχέση προς άλλους αντιπάλους του Παπαδόπουλου, είτε δεξιούς είτε αριστερούς. Η αναγνώριση του αυθόρμητου της εξέγερσης δεν σημαίνει καταλογισμό αδυναμίας ούτε άρνηση της ύπαρξης πολιτικής συνείδησης στα άτομα που έδωσαν τη δραστηριότητα, την υγεία ή και τη ζωή τους υπηρετώντας τα ιδανικά τους. Απλά σημαίνει πως πρέπει να σημειώσουμε το γεγονός, ότι και οι πρωταγωνιστές ακόμα των πιο συνειδητών πρωτοβουλιών δεν μπόρεσαν να καταλάβουν εκ των προτέρων την κρισιμότητά τους ούτε πρόβλεψαν τις αλυσιδωτές συνέπειες τους. Διατυπώνοντας διαφορετικά τη σκέψη, θα λέγαμε ότι περισσότερο η διαίσθηση, δηλαδή ο αυτόματος συντονισμός των αισθημάτων από ποικίλους ερεθισμούς, παρά η λογική και ο πολιτικός υπολογισμός κίνησαν το πλήθος. Η άρνηση του στοιχείου τούτου αποτελεί τον όρο για το ξεστράτισμα της προσπάθειας να συλληφθεί το βάθος της πρωτοβουλίας και να φτάσουμε στα σχετικά συμπεράσματα. Οι πιο διαφορετικές, και εχθρικές ακόμα μεταξύ τους, πολιτικές σκοπιμότητες συμπίπτουν στο σημείο τούτο. Άλλοι για να τρομάξουν με τη μυθολογία των υποκινητών (προβοκάτορες των μυστικών υπηρεσιών, πράκτορες των παρανόμων διεθνών αναρχικών ομάδων κ.α) κι άλλοι για να θρέψουν τον αυτάρεσκο υποκειμενισμό τους και να αισθανθούν ως ιστορικοί μοχλοί, αρνούνται άμεσα ή παραμερίζουν στη σκιά το πρωταρχικό τούτο γνώρισμα. Γιατί, πραγματικά, αν δεν νοθευτεί με τη δαιμονολογία ή αν δεν εκτραπεί στην πεπατημένη, ο στοχασμός για τα γεγονότα οδηγεί στην αυθεντική σύλληψη των στοιχείων που εγκυμονούν μια νέα, διαφορετική από τις κρατούσες και τις παραδοσιακές, πολιτική συνείδηση. Επειδή η αυτόματη κίνηση κάνει φανερή την αυθεντική, ώριμη όσο και ασαφή πολιτική τάση που ξεπηδάει στοιχειακά μέσα από τα γεγονότα.
Η πρωτοβουλία σε άλλα χέρια
Η σημασία των ημερών του Πολυτεχνείου είναι σεισμική για τις κατεστημένες μεταπολεμικά στην Ελλάδα πολιτικές σχέσεις και σημειώνει την αρχή για το νέο ξεκίνημα του αγώνα για την ελευθερία, την ανεξαρτησία και το δίκιο. Για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωση ο ίδιος ο λαός αφαιρεί την πρωτοβουλία από τα όργανα του συστήματος και πρωταγωνίζεται για τον καθορισμό της τύχης του. Για πρώτη φορά και σε τέτοια έκταση αρνείται να γίνει όργανο για την προαγωγή επιδιώξεων των διαφόρων ομάδων της πολιτικής μηχανής. Για πρώτη φορά αντιστρέφεται η σχέση λαού από τη μια και κρατικών οργάνων ή πολιτικών ελίτ από την άλλη, με αποτέλεσμα να πέσουν στην αβουλία και στη σύγχυση και να υποχρεωθούν στη συμμόρφωση με την γενική κατεύθυνση της πρωτοβουλίας. Έτσι βλέπουμε τους «πολιτικούς» να τίθενται αλληλέγγυοι με τους έγκλειστους και να μην αποδοκιμάζουν γεγονότα που δεν εγκρίνουν και τους αξιωματικούς να παραμερίζουν τον Παπαδόπουλο, ταγό και σύμβολο των πολιτικών κι επαγγελματικών επιδιώξεών τους. Για τον ίδιο λόγο οι πρωταγωνιστές των γεγονότων φοιτητές συγκεντρώνουν τη γενική εμπιστοσύνη και τις λαϊκές προσδοκίες. Πρόκειται δηλαδή για αλλαγή ποιοτικής τάξης που βρίσκει απροετοίμαστους και συνεπώς αιφνιδιάζει τόσο τους μηχανισμούς του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού όσο και το σύστημα προστασίας του καθεστώτος της επταετίας.
Συγκριτική σημασιολόγηση
Η απήχηση των γεγονότων είναι τέτοια που τα τοποθετεί στην κορυφή των μεταπολεμικών λαϊκών απελευθερωτικών αποπειρών στην Ευρώπη. Έτσι καταστρέφεται ολοκληρωτικά η αντίληψη πως οι αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών (μετανάστευση, τουρισμός) άλλαξαν τάχα τον φιλελεύθερο και ανυπότακτο χαρακτήρα του σύγχρονου Έλληνα (σε αντίθεση με κείνον της Αντίστασης) και τον μετέτρεψαν σε βολικό χειραγωγούμενο κι εύπλαστο βολεψία. Τα γεγονότα υποχρεώνουν πράγματι στην αποκατάσταση συνειδητής σχέσης με την ιστορία των εθνικών και λαϊκών αγώνων και στον παραμερισμό όλων των επιφανειακών και βιαστικών γενικεύσεων, τις οποίες έθρεψε για μεγάλο διάστημα ο καιροσκοπισμός των διανοουμένων και η άμβλυνση των συνειδήσεων. Το κυριότερο είναι ότι η νεολαία σήμερα συνδέεται προσωπικά και άμεσα με τα μύχια της εθνικής και λαϊκής ψυχής παραμερίζοντας ταυτόχρονα τα αισθήματα αναξιότητας κι ενοχής ή εκείνα της ήττας και του πανικού τα οποία κουβαλάνε οι μεγαλύτερες ηλικίες: ιερό ολοκαύτωμα.
Η καταλυτική επενέργεια
Η εξέγερση της νεολαίας δοκίμασε όλες τις κατεστημένες ενότητες συμφερόντων, όλα τα συστήματα των κυρίαρχων σχέσεων, όλες τις ομάδες προσώπων με κοινωνικό χαρακτήρα. Ο παλμός της πρωτοβουλίας έτρωσε και διατάραξε αρκετές ισορροπίες του εθνικού και πολιτικού status quo. Χαρακτηριστικά: α) οι νεοπαγείς πολιτικές σχέσεις της « μεταπολίτευσης» και των αντιπολιτευομένων καταστράφηκαν ολοκληρωτικά με συνέπεια οι μεν να απομακρυνθούν οριστικά από την κατοχή της εξουσίας οι δε άλλοι να χάσουν κάθε πιθανότητα πολιτικής πρωτοβουλίας και να πέσουν σε φοβερή εσωτερική κρίση, β) η κρατική ενότητα θρυμματίστηκε με τη συνεχή κατάλυση και τον ανασχηματισμό της νομιμότητας, με την απουσία συντονισμού και την παράλυση στη λειτουργία των βασικών οργάνων, με την επικράτηση της νοοτροπίας του ανεξέλεγκτου, γ) η ενότητα των στελεχών του στρατεύματος αποτελεί ανάμνηση, επειδή ναι μεν οι αξιωματικοί ανέλαβαν πολιτική πρωτοβουλία αλλά σε τούτο υποχρεώθηκαν από τα γεγονότα χωρίς φυσικά να είναι έτοιμοι- κι έτσι οδηγήθηκαν στην ατέρμονη διαδικασία των διασπάσεων και επαναδιασπάσεων, δ) η ενότητα των σχέσεων της εξουσίας με τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς κηδεμόνες γνωρίζουν επίσης τις συνέπειες, ε) τέλος, ακόμη και οι «προσωπικές» σχέσεις των ανθρώπων υφίστανται τη δοκιμασία, εξαιτίας των ποικίλων ηθικών και ψυχολογικών προβλημάτων στα οποία μεταστοιχειώθηκε το γεγονός.
Η εξέγερση και ο περίγυρος
Το Πολυτεχνείο και οι μέρες που το ακολούθησαν δημιούργησε γεγονότα και πραγματικές καταστάσεις που επιβάλανε διαφορετικούς ρυθμούς ζωής στο κέντρο της Αθήνας και αναστάτωσαν τις συνήθειες και την παντοδυναμία της ρουτίνας. Η ολοένα και πιο ενεργή συμπαράσταση των πολιτών τις πρώτες ημέρες της φοιτητικής πρωτοβουλίας και η πρόθυμη και άμεση συμμετοχή στις εκδηλώσεις του Πολυτεχνείου μαθητών και νέων εργαζομένων ενσαρκώνουν τις λαϊκές διαθέσεις και υλοποιούν τον επαναστατικό ριζοσπαστισμό της νεολαίας. Η ένοπλη επέμβαση εναντίον των εγκλείστων μετέτρεψε τις εκδηλώσεις σε καθαρά επαναστατικά γεγονότα και προκάλεσε σειρά πρωτογενών αντιδράσεων. Μέσα στις εκδηλώσεις του Πολυτεχνείου και των ημερών που το ακολούθησαν υπάρχουν συμπυκνωμένες οι δυνατότητες και τα κενά της πρωτοβουλίας των νέων καθώς και τα χαρακτηριστικά της αυθόρμητης λαϊκής εξέγερσης. Τα ίδια γεγονότα αποδεικνύουν την αστάθεια των μηχανισμών της εξουσίας και το αδιέξοδο της ίδιας. Οι παραστάσεις που κουβαλάει μαζί του το πλήθος που πρωταγωνίστησε σ’ αυτά, κι ακόμα οι συσχετισμοί στους οποίους υποχρεώνει το μυαλό η φορά των πραγμάτων, πλάθουν τα χαρακτηριστικά του αγωνιστή της αύριον.
Η ιδιοτυπία της μορφής
Το Πολυτεχνείο ως μορφή ανήκει στις εκδηλώσεις εκείνες της ανοικτής εξέγερσης κατά της εξουσίας, που επιδιώκουν είτε την υπογράμμιση κάποιου αιτήματος, είτε την επίδειξη δύναμης, είτε την κήρυξη της γενικής ανυπακοής και την ανατροπή της εξουσίας. Οι καταλήψεις των δημοσίων κτηρίων ή των παραγωγικών μονάδων αποτελούν τον πιο δραστικό τρόπο διαμαρτυρίας και θεωρούνται αμιγή επαναστατικά φαινόμενα. Στη μεταπολεμική Ελλάδα, η μορφή αυτή πάλης είναι σχετικά άγνωστη και τούτο οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απήχηση και τη γνωστή αποδοχή των κανόνων του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού από κόμματα και οργανώσεις. (Μπορούμε ν’ αναφέρουμε μια μονάχα εξαίρεση: την κατάληψη του νομαρχιακού μεγάρου στο Ηράκλειο της Κρήτης από τους εξεγερμένους σταφιδοπαραγωγούς το 1962). Η απεργία πείνας ήταν για ολόκληρη ιστορική περίοδο το ακρότατο σημείο της διαμαρτυρίας. Διεθνώς, η κατάληψη χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από το φοιτητικό κίνημα και τη νεολαία της αμφισβήτησης κι επιδιώκει τη μετατροπή των πανεπιστημιακών χώρων σε τόπους κοινής κι ελεύθερης συμβίωσης και σε βήμα προβολής εικονοκλαστικών κι επαναστατικών ιδανικών. Τώρα, για πρώτη φορά στη χώρα η φοιτητική νεολαία εισηγείται, αμέσως μόλις της δίνεται η ευκαιρία, την κατάληψη σαν το μέσο για την ανατροπή της δικτατορίας. Είναι ενδεικτικό ότι στην κατάληψη δεν φτάνει ύστερα από τη διαδικασία που θα εξαντλούσε πρώτα γνωστές μορφές πάλης – αποχή, απεργίες, διαδηλώσεις, εκλογικές αναμετρήσεις. Τούτο δείχνει πως οι κοινωνικές πιέσεις έχουν πάρει εκρηκτικό χαρακτήρα και δεν τιθασεύονται με τις συνηθισμένες τεχνικές. Η μετάπτωση από την ήρεμη αδιαφορία (για τη διαμάχη για τον έλεγχο των ανυπόληπτων φοιτητικών συλλόγων) στην ενεργή πρωτοβουλία της κατάληψης φανερώνει την ταχύτητα των συνειδητοποιήσεων, που μετατρέπει σε φιάσκο τις απόπειρες χειραγώγησης. Και ενώ η πρώτη κατάληψη- της Νομικής – για συγκεκριμένους λόγους έχει το γνώρισμα της προκλητικής διαμαρτυρίας (με γενικά συνθήματα- αιτήματα), η δεύτερη εξελίσσεται σε ανυπακοή, σε έπαλξη και κινητήρα της λαϊκής εξέγερσης (με προστακτική και λαϊκοριζοσπαστική συνθηματολογία).
Η περιφρούρηση απ’ έξω
Η πάλη για την προστασία του Πολυτεχνείου οδήγησε σ’ ένα περίπλοκο σχηματισμό, σε μια περίεργη διάταξη των αντιπάλων δυνάμεων στους χώρους γύρω και πέρα από το Πολυτεχνείο και σ’ εκδήλωση πρωτοβουλιών αξιοπαρατήρητων. Η εφευρετικότητα του εξεγερμένου πλήθους από τη μια προκάλεσε αντιπερισπασμό στις αστυνομικές δυνάμεις με τις απόπειρες κατάληψης άλλων δημοσίων κτηρίων και από την άλλη δημιούργησε τον μεγάλο προστατευτικό κλοιό γύρω από τις δυνάμεις επέμβασης. Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής ο ρόλος που έπαιξε η διάταξη τούτη στην προστασία των έγκλειστων και στην αποτροπή γενικής σφαγής τους.
Η δημοκρατία από τα κάτω
Γενικό χαρακτηριστικό της εσωτερικής ζωής κατά την κατάληψη είναι η πλήρης επιβολή της δημοκρατίας των εγκλείστων μαζών. Το γεγονός αυτό είχε τις εξής συνέπειες: α) την ελεύθερη και απρόσκοπτη έκφραση του φρονήματος της νεολαίας: για πρώτη φορά μετά την κατοχή συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο οι ιδιότητες του συγγραφέα και του διανομέα των συνθημάτων, του εμπνευστή και του εκτελεστή, β) την κυριαρχία της δικτατορίας των μαζών πάνω σε εκπροσώπους κι άλλα όργανα εξουσίας, με τη μορφή των διαρκών συζητήσεων και την αξιοποίηση των συνελεύσεων. Οι αποφάσεις των συνελεύσεων είναι η πραγματική φωνή των μαζών. Η παρουσία και λειτουργία των συνελεύσεων παραλύει τη τάση της καπηλείας και τη διάθεση του πραξικοπηματισμού, γ) την επικράτηση σχέσεων αδελφικής αλληλεγγύης και αγωνιστικής συναδέλφωσης με βαθύτατη απήχηση στην ψυχολογία των εγκλείστων και στη διαμόρφωση ατμόσφαιρας ψυχικής ένωσης, δ) την εφέλκυση και αντίστροφη χρησιμοποίηση των οργανωμένων και ψηφοθηρούντων πολιτικών δυνάμεων, ε) τη γνωριμία ανάμεσα σε φοιτητές, μαθητές και νέους εργάτες και το σβήσιμο των διαφορών από την κοινή ιδιότητα του μαχόμενου, στ) την καλλιέργεια πνεύματος πρωτοβουλίας και αισθήματος ευθύνης σε κάθε άτομο με αποτέλεσμα τη ζωηρή κι εύτακτη δραστηριότητα, ζ) την άμεση επικοινωνία με τους διερχόμενους πολίτες και με τους ακροατές του ραδιοφωνικού σταθμού. με συνέπεια την εξέλιξη της πολιτικής προβληματικής των νέων.
Ο εσωτερικός συσχετισμός των δυνάμεων
Η πάλη για τον έλεγχο των σωμάτων (Συμβούλιο, Επιτροπές) και για την κατοχή των οργάνων (μεγάφωνα, ρ.σ., πολύγραφοι κ.α), που υλοποιούσαν την εξουσία μέσα στο Πολυτεχνείο, φαίνεται πως υποχρεώθηκε να διεξαχθεί μέσα στους όρους και τις συνθήκες που δημιούργησε η γενική μαχητική ατμόσφαιρα. Η διαρκής λειτουργία των οργάνων κυριαρχίας των μαζών, δηλ. των γενικών συνελεύσεων, δεν άφηνε ουσιαστικά περιθώρια για τη διαμόρφωση στεγανών και αποστάσεων μεταξύ των επάνω και των κάτω και για τη δημιουργία τετελεσμένων. Έτσι άλλωστε αντιμετωπίστηκαν τα προβλήματα ετοιμότητας και συντονισμού που δημιούργησε η κατάσταση. Στη διαπάλη αυτή φαίνεται να πήραν μέρος ουσιαστικά μόνο ομάδες της αριστεράς γενικώς. Ανεξάρτητα από τις ιδεολογικές κλίσεις τους και τον ειδικότερο πολιτικό προσανατολισμό, το στοιχείο που τις χωρίζει σε δυο ομάδες είναι η οργάνωση: δηλ. από το ένα μέρος είναι οι δυο πτέρυγες του Κ.Κ.Ε. (Δωδεκατικοί-Εσωτερικού) με οργανωμένες δυνάμεις και νοοτροπία καπάτσου κουμανταδόρου, που γεννήθηκε για να χειραγωγεί και να κατευθύνει τις «μάζες», και από το άλλο ποικίλες, χαλαρές και κατ’ ανάγκη πειθαρχικές στα κελεύσματα του πλήθους αντικομματικές (Αντιπολίτευση) αριστερές ομάδες. Φαίνεται πως οι ανοργάνωτοι, στηριγμένοι στις διαρκείς συνελεύσεις και αξιοποιώντας τη δύναμη του αυθόρμητου ριζοσπαστισμού, αφαίρεσαν από την αρχή την πρωτοβουλία από τους κομματικούς μηχανισμούς. Το γεγονός τούτο σημειώνει την κατίσχυση της δικτατορίας των μαζών ακόμα και μέσα στα ολιγομελή όργανα και επιβεβαιώνει ότι η οργανωτική ανάπτυξη δεν είναι ικανή να καλύψει το κενό που δημιουργεί η απουσία πολιτικών θέσεων αντίστοιχων με τις πραγματικές καταστάσεις, ιδιαίτερα σε περίοδο επαναστατικού αναβρασμού.
Τα εξαιρετικά γνωρίσματα
Οι θερμές σχέσεις που σχηματίστηκαν μεταξύ των εγκλείστων του Πολυτεχνείου και η κοινή μοίρα που τους έδεσε μαζί σφιχτά κλόνισαν σοβαρά στη συνείδησή τους, για τις ημέρες εκείνες τουλάχιστον, τον τρόπο θεώρησης του κόσμου μέσα από το ατομικό συμφέρον και από την προσωπική φιλοδοξία και έπληξαν καίρια τη φιλαυτία. Ισχυρότατα συμπιέστηκε το άνοιγμα ανάμεσα στο «εγώ» και στο «αυτοί», η ψυχολογική απόσταση ανάμεσα στον ένα και στους άλλους- έσπασε δηλ. η απομόνωση του ατόμου, που ανακάλυψε την ιστορική και την κοινωνική του διάσταση μέσα στην πυρετική δραστηριότητα του συνόλου, με το οποίο δέθηκε άμεσα και από το οποίο δεν μπορούσε να διαχωρίσει την τύχη του. Η λυτρωτική τούτη ταύτιση του ατόμου με το σύνολο είναι φαινόμενο των επαναστατικών στιγμών, που ζωντανεύει και μετατρέπει σε υλική χειροπιαστή δύναμη τα γενικά ιδανικά. Η νέα σχέση που δημιουργείται έτσι, δηλ. η ανύψωση του ατόμου, η απομάκρυνσή του από ό,τι σχετικά ασήμαντο, δευτερεύον και στενά προσωπικό, πολλαπλασιάζει τις ικανότητές του, ενώ οι αξιολογήσεις του για πλείστα ζητήματα, ακόμα και για τη σημασία της προσωπικής ζωής, αλλάζουν. Είναι ακριβώς αυτές οι αλλαγές και οι νέες εξαρτήσεις που εξηγούν τη συμπεριφορά των ατόμων στις στιγμές αυτές: τη δραστηριότητα, το θάρρος, την αυτοθυσία, τη μετριοφροσύνη.
Η προστακτική βούληση
Τα συνθήματα που μεταδίδονται ακουστικά και οπτικά χαρακτηρίζονται από τον ακραίο ριζοσπαστισμό, από τον προστακτικό τόνο και από τις απειράριθμες φόρμες και τις ποικίλες εκδοχές που τους προσδίδει η εφευρετικότητα των στιγμών, που αποφεύγει το μονότονο και τη στερεοτυπία. Στα συνθήματα αποτυπώθηκε η ψυχική κατάσταση και η πολιτική και ιδεολογική φυσιογνωμία των συγκεντρωμένων. Τα συνθήματα επίσης έπαιξαν τον βασικό συνεκτικό ρόλο και συνέδεσαν άτομα κι ομάδες στους ίδιους ρυθμούς. Τα συνθήματα δεν επιλέγονται μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούσε η αντιπολίτευση στον αγώνα της κατά του Παπαδόπουλου ή στο παιχνίδι της με το Μαρκεζίνη, π.χ. οι λέξεις «Δημοκρατία», «Ομαλότητα» κ.ά., αλλά αποτελούν εξέλιξη και προέκταση των πιο ριζοσπαστικών από εκείνα που ακούστηκαν κατά την κατάληψη της Νομικής τον περασμένο Φεβρουάριο. Έτσι βλέπουμε την εξέλιξη των συνθημάτων να βρίσκεται σ’ αντιστοιχία με την ανάπτυξη του κινήματος και να είναι σχετικά ανεξάρτητα από τον τρέχοντα πολιτικό συναγωνισμό και τα αδιέξοδά του. Τα συνθήματα και οι ομιλίες αποτελούν αξιόλογη πολιτική υποθήκη της νεολαίας στον γενικότερο απελευθερωτικό αγώνα. Αξονική θέση κατέχει η υπογράμμιση της απαίτησης για κατάκτηση και κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας. Η προβολή της γίνεται θετικά αλλά και με την ονομαστική καταγγελία των μηχανισμών και των συμβόλων της εξάρτησης και της κηδεμονίας από τους ξένους (Ν.Α.Τ.Ο, Αμερικανοί). Δεύτερη στη σειρά έρχεται η λαϊκή κυριαρχία με τη διαπόμπευση των φορέων, των συμβόλων και της καταγωγής της εξουσίας του Παπαδόπουλου και με την έξαρση της πληβειακής αντίληψης της κυριαρχίας, δηλ. της Λαοκρατίας. Τα όρια και το κύριο σώμα της συνθηματολογίας αποτελούνται είτε από καταγγελίες συγκεκριμένων καταστάσεων (Ε.Σ.Α.), είτε, συχνότερα, από διάφορους συνδυασμούς αναγκών, ιδανικών και αιτημάτων (ψωμί, παιδεία, ελευθερία). Αξιοσημείωτη είναι η ολοκληρωτική απόρριψη των διατυπώσεων που χρησιμοποιούν τα κόμματα (ομαλότητα, δημοκρατία, εκλογές), απόρριψη που ανατρέπει τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής τους φιλοσοφίας, δηλ. την αντίληψη εκείνη που διακηρύσσει ότι προτεραιότητα έχει η αποκατάσταση της πολιτικής δημοκρατίας, δια της οποίας θα κατακτηθεί η ανεξαρτησία της χώρας και η κυριαρχία του λαού. Αντίθετα, έντονη προβάλλει η τάση για συμπόρευση με γνήσια λαϊκά αιτήματα (Μέγαρα) και η προτροπή για ενιαία συμπαράταξη με το λαό (Εργάτες, Αγρότες, Φοιτητές). Είναι φανερό ότι επιβάλλεται ο συσχετισμός των γεγονότων με τις αντιλήψεις που εκφράστηκαν, από τα πλήθη που πρωταγωνίστησαν, κατά την διάρκειά τους, γιατί έτσι μονάχα γίνεται μπορετή η αναμέτρηση της σημασίας τους και, το σημαντικότερο, η ανακάλυψη του νέου στοιχείου που εναποθέτουν στην πολιτική συνείδηση του λαού.
Η Αθήνα ξεμουδιάζει
Η πόλη, οι δρόμοι της, οι διαβάτες δέχονται άμεσα τον αντίκτυπο του πολυτεχνειακού πυρετού. Οι περιοχές γύρω από το Πολυτεχνείο είναι ο χώρος όπου παίρνουν υπόσταση οι εξής διαδικασίες: α) επαφή και άμεση γνωριμία πολλών Αθηναίων με τη μαχητική φοιτητική νεολαία που την ακολουθούν οι μαθητές, και το ιερολοχίτικο πνεύμα της (τώρα ή ποτέ) με συνέπεια την ηθική τόνωσή τους και αφύπνιση της πολιτικής τους συνείδησης, β) κατάληψη κι έλεγχος των δημοσίων χώρων για 24 ώρες από πολίτες, που σπάζουν το αίσθημα της ανημπόριας και ζουν στους ρυθμούς του Πολυτεχνείου, γ) το σκοτάδι της φοβίας και το φίδι της δυσπιστίας στον διπλανό, αρχίζουν να υποχωρούν από τη δημόσια ζωή και να τυλίγουν τους μηχανισμούς που τα χρησιμοποιούσαν: τα κολλημένα στις εξωτερικές επιφάνειες των οχημάτων συνθήματα και οι μεταδόσεις του ρ/σ αιφνιδιάζουν τις αισθήσεις και ταράζουν τα μυαλά των Αθηναίων, δ) εδώ πέφτει ο σπόρος της λαϊκής αγωνιστικής ενότητας, η οποία θα προαχθεί αργότερα στις οδομαχίες και στα κρατητήρια, ε) οι ιδιωτικοί χώροι (γραφεία, διαμερίσματα) γίνονται το καταφύγιο για τους έγκλειστους και αποδείχνονται μεγάλο μετόπισθεν για τους μαχόμενους.
Η ρωγμή στην αποξένωση
Τα μέτρα καταστολής της εξέγερσης και ιδιαίτερα η απαγόρευση της κυκλοφορίας των πολιτών για διάστημα μιας εβδομάδας και παραπάνω είχανε ιδιόμορφη επίδραση στις σχέσεις μεταξύ των κατοίκων και ειδικότερα όσων διαμένουν στις πολυκατοικίες της πρωτεύουσας. Από τη μια μεριά μετατρέψανε τους υποτιθέμενους τόπους προσωπικού και οικογενειακού ασύλου σε χώρους περιορισμού, μετατρέψανε τους Αθηναίους σ’ έγκλειστους μέσα στα ίδια τους τα σπίτια, και από την άλλη τους υποχρέωσαν να μικρύνουν τη μεγάλη απόσταση που ψυχικά τους χώριζε, παρότι πολλά χρόνια μπαίνανε και βγαίνανε από την ίδια πόρτα. Η πολυκατοικία, χώρος απομόνωσης και αδιαφορίας για τον διπλανό, σύγχρονο μοναστήρι και κιβωτός αλλοτρίωσης, σύμβολο της μεταπολεμικής φυσιογνωμίας της ελληνικής κοινωνίας, λειτούργησε για πρώτη φορά ανθρώπινα. Εξαιτίας του εξωτερικού περιορισμού, οι ένοικοι υποχρεώθηκαν να σπάσουν τις αγκυλώσεις και να καταφύγουν στην αλληλεγγύη και στην ανάπτυξη των σχέσεών τους για την θεραπεία αμέσων αναγκών (φάρμακα κ.λ.π). Έχει μεγάλη σημασία που η προσέγγιση αυτή έγινε όχι εξαιτίας ενός φυσικού αλλά ενός κοινωνικού γεγονότος, εξαιτίας ενός κοινωνικού σεισμού. Παρόμοιες επιπτώσεις των γεγονότων, που συντελούν στην αλλαγή της ποιότητας των σχέσεων των ανθρώπων, υπήρξαν και άλλες. Γενικά δεν είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι τα γεγονότα προσφέρουν νέο περιεχόμενο και καινούργιους παλμούς στην καθημερινή ζωή.
Η πολιτική πρωτοπορία του φοιτητή
Κύριος συντελεστικός παράγων στα γεγονότα υπήρξαν οι φοιτητές. Πράγματι, ενώ μέχρι το Μάιο του 1972 απουσιάζει εντελώς από τη δημόσια ζωή (ο παράγων «φοιτητής»), τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου τον βλέπουμε να αποκτά ίδια φυσιογνωμία και να παίρνει κοινωνική διάσταση τέτοιας λογής και με τέτοια ταχύτητα που να μη χωράει ούτε να προσαρμόζεται στα βαφτιστικά των διαφόρων νονών του, δηλ. εκείνων που τον θέλουν εξάρτημα του κρατικού μηχανισμού τους ή των άλλων που τον προτιμούν υπηρέτη των σκοπιμοτήτων τους. Η ιδιαίτερη φυσιογνωμία της φοιτητικής πρωτοβουλίας (δηλ. τα κοινά γνωρίσματα των γεγονότων από τα τέλη Οκτωβρίου 1972 μέχρι τις 16 Νοέμβρη) καθορίζεται κατά πρώτο λόγο από τη συγκυρία των πολιτικών σχέσεων της περιόδου αυτής και κατά δεύτερο από την ενσάρκωση στα πρόσωπα των δραστήριων στοιχείων, γνωρισμάτων και στάσεων που αναπτύχθηκαν την περίοδο της δικτατορίας. Όλη αυτή την περίοδο (’72-’73) κορυφώνεται το αδιέξοδο των ανταγωνιζομένων για την εξουσία δυνάμεων (δηλ. η αντίσταση των διανοουμένων και των πολιτευτών του χθες λήγει χωρίς να συνδεθεί ούτε καν πρόσκαιρα με τις μάζες, ενώ, από την άλλη, η χρεοκοπία της πολιτικής των κυβερνούντων επιταχύνεται εξαιτίας και των διεθνών εξελίξεων) και αρχίζει η φάση των βιαστικών πειραματισμών με τα δημοψηφίσματα, την πολιτικοποίηση και το γνωστό παζάρι. Πράγματι καμία από τις πολιτικές δυνάμεις δεν ελέγχει τα φρονήματα ούτε μπορεί να προβλέψει τις διαθέσεις του κόσμου και όλα γίνονται χωρίς λαϊκό αντίκρυσμα. Η ετσιθελική διαχείριση εξάλλου της εξουσίας από τους επιβήτορες της 21ης Απριλίου διέκοψε τη συνέχεια του ελέγχου της εθνικής και ιδιαίτερα της εκπολιτιστικής ζωής από το ευρύ φάσμα των κοινοβουλευτικών δυνάμεων, χωρίς να μπορεί να εμπνεύσει τίποτα άλλο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η ανάπτυξη πρωτοβουλιών που οδήγησαν στο φαινόμενο της εκδοτικής δημοκρατίας, που, παρά τις αντιφάσεις του, συνέβαλε στην πολιτική φόρτιση της πνευματικής ζωής και στην υπονόμευση των ιδεολογικών και των πολιτικών αυθεντιών των παραδοσιακών μηχανισμών μέσα στη συνείδηση και τα μυαλά των νεότερων. Η δημοκρατία στην κίνηση των ιδεών που λειτουργεί πραγματικά την περίοδο ’68-’73, παρ’ ότι μπορεί να θεωρηθεί ως λύση ανάγκης και να αμφισβητηθεί ο συνειδητός χαρακτήρας της, αποτυπώνεται οπωσδήποτε σ’ εκείνους που ως μόνο αυθεντικά ανεξάρτητο τομέα της δημόσιας ζωής βρίσκουν τον εκπολιτιστικό και ειδικά τον εκδοτικό – και αυτοί είναι οι φοιτητές. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι από το ’68 έως το ’72, ανανεώνεται ολοκληρωτικά το έμψυχο περιεχόμενο των Πανεπιστημίων (οι παλαιοί, με τις κοινοβουλευτικές αναμνήσεις, φοιτητές φεύγουν). Έτσι η απουσία δραστικής πολιτικής κηδεμόνευσης, από τη μεριά των κοινοβουλευτικών, η οργανική ανικανότητα της δικτατορίας για ελαστική χειραγώγηση του μαζικού κινήματος (το οποίο η ίδια επιτάχυνε με τη συχνή επανάληψη του σοβαρού πολιτικού σφάλματος της μετάπτωσης από την αδιαλλαξία στο μαλακό) και οι γενικές ιδεολογικές επιρροές που ασκούνται πάνω στους φοιτητές προσδιορίζουν τις αρχικές συγκυρίες που στα χνάρια τους πρωτοεκδηλώνεται η φοιτητική πρωτοβουλία.
Τα ψυχικά και πνευματικά χαρακτηριστικά
Οι συγκυρίες αυτές επέτρεψαν στη φοιτητική κίνηση: α) να διέλθει πολύ γρήγορα, σχεδόν σαν ενδομήτρια φάση, το στάδιο του ενδιαφέροντος για τα στενά φοιτητικά προβλήματα, β) να συνδεθεί με τα γενικότερα, και ειδικά με το πολιτικό πρόβλημα, με τρόπο ανεξάρτητο και πρωτότυπο, γ) να κάνει κοινό κτήμα συσχετισμούς και ν’ αναδείξει αλήθειες που για μεγάλη περίοδο τις σκιάζανε ο βερμπαλισμός και η πολιτική σοφιστεία, δ) να δώσει δείγματα και μέτρα για το ήθος του μαχόμενου και την αυτοθυσία του αγωνιστή, ε) να καταστεί η φοιτητική νεολαία εκφραστής της πολιτικής συνείδησης του λαού κι εστία διαφοροποιήσεων και ανακατατάξεων. Σαν γνωρίσματα της φοιτητικής πρωτοβουλίας θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν: α) ο πολιτικός αυθορμητισμός – και μ’ αυτό πρέπει να εννοήσουμε την αυτόματη σύνδεση οποιουδήποτε προβλήματος με το ζήτημα της εξουσίας· ο αυθορμητισμός τούτος είναι κάτι πολύ ουσιαστικότερο και περισσότερο βαθύ από την εκάστοτε κομματική σκοπιμότητα, η οποία σπανιότατα δεν στενεύει και ουδέποτε παραιτείται από τη νοθεία του περιεχομένου στην πολιτική συνείδηση των μαζών, β) η ιδεολογική ρευστότητα, σα να λέμε η κατάσταση εκείνη στην οποία περιέρχονται οι σκέψεις των ανθρώπων μετά από αιφνίδιες εξελίξεις, για την κατανόηση των οποίων δεν αρκούν ούτε οι αγοραίες απλουστεύσεις ούτε οι δασκαλίστικες πανάκειες, γ) το ακμαίο φρόνημα, δηλαδή το ηθικό και ψυχολογικό αποτέλεσμα της σταθερά ανοδικής και τελικά νικηφόρας πορείας των φοιτητικών πρωτοβουλιών και η αίσθηση της καθολικής συμπαράστασης, δ) η προσεχής διάσπασή του, ήτοι η αναπόφευκτη διαδικασία για να υπερβεί, και συνειδητά, τον εαυτό του ή η εσωτερική κρίση που θα του δημιουργήσει η επαφή με τη ζωή και το κίνημα των μαζών, ε) η ακτινοβολία του ως προτύπου, δηλ. η γενική αναγνώριση κι εκτίμηση για την εφευρετικότητα, την τόλμη, την ωριμότητα και την ευστοχία των εκδηλώσεων.
Η καθυστερημένη λαϊκή αφύπνιση
Κι ενώ με την πρωτοβουλία των φοιτητών της Αθήνας συντονίζονται αμέσως οι συνάδελφοί τους των επαρχιακών κέντρων Θεσσαλονίκης και Πάτρας και προβαίνουν σε καταλήψεις πανεπιστημιακών κτηρίων, μεταφέροντας τον πυρετό της ανυπακοής σ’ όλη τη χώρα, δεν επαναλαμβάνεται το ίδιο με την εργατική τάξη της Αθήνας, παρά μονάχα συμβολικά, και οι λαϊκές συνοικίες μένουν αδρανείς παρά τις συνεχείς εκκλήσεις των εγκλείστων του Πολυτεχνείου. Όσο για τους μικροαστούς του κέντρου, προτιμούν τη θέση του ψυχικά συμπάσχοντος παρατηρητού και ανταποκρίνονται ανθρωπιστικά στις κλήσεις για φάρμακα και για περίθαλψη. Ιδιαίτερη ευαισθησία έδειξε η νεολαία γενικά και ειδικά οι μαθητές των γυμνασίων, των φροντιστηρίων και των τεχνικών σχολών, οι οποίοι και πρωτοστάτησαν στην ανέγερση των οδοφραγμάτων την Παρασκευή το βράδυ και το πρωί του Σαββάτου. Γενικά οι Αθηναίοι δεν υποψιάστηκαν (όπως και οι κρατούντες άλλωστε) τη δύναμη του αιφνιδιασμού, στον οποίο εξελίχθηκε η φοιτητική πρωτοβουλία, και έμειναν παθητικοί παρατηρητές.
Δεκ. 1973 – Ιαν. 1974
0 Σχόλια