Οι δύο Φιλέλληνες αγωνιστές του τίτλου είναι ο Γερμανός ιατρός Ερρίκος Τράϊμπερ και ο Ιταλός νομικός και δημοσιογράφος Ιωσήφ Ν. Κιάππε.
Ο πρώτος, αφού έλαβε μέρος για επτά σχεδόν χρόνια στον κατά ξηράν αγώνα, όπως στη μάχη του Πέτα, στην πολιορκία του Ναυπλίου με το Νικηταρά, στη μάχη της Καρύστου με το Φαβιέρο, στη μάχη της Δόμβραινας με τον Καραϊσκάκη, στην απόβαση στην Καστέλλα και πολλές ακόμα άλλες επιχειρήσεις, ανέλαβε τελικά υπηρεσία στο μοναδικό ατμόπλοιο του ελληνικού στόλου, το «Καρτερία», με πλοίαρχο τον Αστιγγα, όπου και υπηρέτησε για περίπου 8 μήνες.
Ο δεύτερος, υπηρέτησε ως γραμματέας, διερμηνέας και νομικός σύμβουλος του Αναστασίου Τσαμαδού στο υδραίικο βρίκι «Αγαμέμνων» και συμμετείχε έτσι στη ναυμαχία της Ερεσού, στην επανάσταση του Πηλίου και την πολιορκία του κάστρου του Βόλου, και σε διάφορες άλλες επιχειρήσεις και περιπολίες στο Αιγαίο.
Αργότερα, το 1824, εξέδωσε στην Ύδρα την εφημερίδα «Ο φίλος του Νόμου», μία από τις τρεις ελληνόγλωσσες εφημερίδες που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια του Αγώνα, αλλά και την ξενόγλωσση εφημερίδα «Abeille Grecque».
Και οι δύο φιλέλληνες κατέγραψαν τις εμπειρίες τους σε ημερολόγια, με τη διαφορά ότι ο μεν Τράϊμπερ τις κατέγραψε στο προσωπικό του ημερολόγιο, ενώ ο Κιάππε στο ημερολόγιο του «Αγαμέμνων».
Οι καταγραφές αυτές είναι σημαντικές, επειδή μας δίνουν πολλές λεπτομέρειες για διάφορα γεγονότα του ναυτικού αγώνα και την καθημερινή ρουτίνα των πληρωμάτων και των πλοίων, αλλά και επειδή φωτίζουν άγνωστα στο ευρύ κοινό επεισόδια του Αγώνα.
Πρέπει να σημειώσουμε ιδιαίτερα ότι, οι όποιες πληροφορίες έχουν καταγραφεί στα ημερολόγια αυτά, είναι αυθεντικές, είναι δηλαδή από πρώτο χέρι, και έχουν επίσης το προσόν της άμεσης επικαιρότητας διότι περιγράφουν τα διάφορα γεγονότα λίγες μόνο ώρες αφότου συνέβησαν.
Ως προς την ποιότητα, ή μάλλον το ύφος, των κειμένων αυτών πρέπει να επισημάνουμε ότι υπάρχουν διαφορές.
Οι μεν καταγραφές του Τράϊμπερ στο προσωπικό του ημερολόγιο είναι, όπως άλλωστε θα περίμενε κανείς, πλούσιες μεν σε πληροφορίες για τα όσα συνέβαιναν καθημερινά στη διάρκεια των επτά αυτών χρόνων, αλλά και πολύ σύντομες.
Αντίθετα, οι καταγραφές του Κιάππε στο ημερολόγιο του πλοίου «Αγαμέμνων» ξεφεύγουν πολύ από τις ξερές πληροφορίες που καταγράφονται συνήθως στα ημερολόγια των πλοίων. Οι καταγραφές αυτές θυμίζουν μάλλον ρεπορτάζ πολεμικού ανταποκριτή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι ο Κιάππε ήταν, εκτός από νομικός, και δημοσιογράφος.
Παραθέτω παρακάτω αποσπάσματα από τα δύο ημερολόγια.
Το πρώτο είναι από το ημερολόγιο του Τράϊμπερ.
«17/1/1827 Φθάνουμε στο Μετόχι στη στεριά της Ρούμελης, απέναντι από την Κούλουρη.
Εδώ βρίσκεται ο Γόρδων καθώς και το υπόλοιπο του τακτικού σώματος, 300 άνδρες.
23/1 Άφιξη του σώματος Μακρυγιάννη.
24/1 Φθάνει και το σώμα του καπετάν Νοταρά, του ‘αρχοντόπουλου’ , και αρχίζει η επιβίβαση στα πλοία. Το εκστρατευτικό σώμα έχει δύναμη 2000 ανδρών περίπου».
«Επιβιβάζομαι στο ατμόπλοιο (Σημ. την ‘Καρτερία’). Μία ώρα μετά τη δύση σηκώνουμε άγκυρες. Η επιχείρηση έχει σκοπό την κατάληψη του μεταξύ Φαλήρου και Πειραιώς ψηλού βραχώδους όγκου (Σημ. της Καστέλλας), την οχύρωση του και τη δημιουργία προγεφυρώματος προ των Αθηνών. Έτσι θα διευκολυνθεί το σώμα του Βάσου (Μαυροβουνιώτη) που με 3000-4000 άνδρες θα επιτεθεί από το Μενίδι και την Ελευσίνα.».
«Αποβιβάζουμε στρατεύματα, που ανεβαίνουν γρήγορα τη βουνοπλαγιά αρχίζοντας αμέσως το τουφεκίδι, πράγμα που δημιουργεί μια αναταραχή μεταξύ των τμημάτων που δεν έχουν αποβιβασθεί ακόμα, τα οποία όμως γι’αυτό το λόγο αποβιβάζονται γρηγορότερα. Αποβιβαζόμαστε και εμείς. Ψυχρή νύχτα. Σε όλη τη γραμμή ασχολούνται με την κατασκευή οχυρώσεων.».
“25/1 Μετά το ξημέρωμα, το ατμόπλοιο πλέει στον Πειραιά και αρχίζει να βομβαρδίζει το μοναστήρι και τα σπίτια».
Το δεύτερο είναι από το ημερολόγιο του βρικίου «Αγαμέμνων», γραμμένο από τον Ι. Κιάππε και αφορά την καταστροφή των Κυδωνιών. Μετά την πυρπόληση της τουρκικής φρεγάτας από τον Παπανικολή, την οποία περιγράφει σε άλλο σημείο του ημερολογίου ο Κιάππε, οι Τούρκοι κινήθηκαν για να επιτεθούν για αντεκδίκηση εναντίον των Κυδωνιών (Αϊβαλί), μιας πόλης 30.000 κατοίκων με αμιγή ελληνικό πληθυσμό, στα μικρασιατικά παράλια απέναντι από τη Λέσβο.
Οι Κυδωνιείς ζήτησαν βοήθεια από τον ελληνικό στόλο. Επειδή τα πλοία δεν μπορούσαν να πλησιάσουν στα αβαθή νερά, αποφασίσθηκε να σταλούν από τα πλοία βάρκες με οπλισμένους ναύτες και μικρά κανόνια για να αποκρούσουν τους Τούρκους και να εκκενώσουν τον άμαχο πληθυσμό. Το «Αγαμέμνων» παρέλαβε 830 πρόσφυγες.
Σταχυολογώ μερικές φράσεις από τη συγκλονιστική, αλλά και συγκινητική, περιγραφή που κατέγραψε στο ημερολόγιο ο Κιάππε.
“Ιουνίου 15, 1821. 9 ώρα αυγής ήρχισε το κίνημα φελούκων και βαρκών από όλα τα καράβια … από το καράβι μας επήγαν φελούκαι 2 με ανθρώπους ομού 36 … 10 ώρα της αυγής ήρχισε ο πόλεμος των φελούκων με τους Τούρκους εις τας Κυδωνίας και επαρατηρήσαμεν ότι οι Τούρκοι έβαλαν φωτιά εις το ανώτερον μέρος της Χώρας…. αι φλόγες διεδόθησαν και εις άλλα μέρη της πόλεως … 2 ώρα αυγής, μη έχοντας εύρει αι βάρκες άλλους ανθρώπους , τα καράβια εσαλπάρησαν όλα … πλεύσαντες όλην την ημέραν με ενάντιον καιρόν και ρυμουλκάροντας 4 μπιαντέδες και σακκολέβαις φορτωμένες με ανθρώπους … Τα δύο αμπάρια και το κάτω της σαβούρας, η κουβέρτα και η κάμαρα ήσαν γεμάτα από λυτρωμέναις φαμελιαις … η κουβέρτα μας ήναι όλη σκεπασμένη από γκαστρωμένες γυναίκες, παιδιά και βρέφη … Μεσημβρία, μια γυναίκα εγέννησεν ευτυχώς μίαν κόρην, άλλη γυναίκα εγέννησεν αρσενικόν στην κάμαρα, άλλη θηλυκόν στο αμπάρι, και άλλη απέρριψεν. Αι λεχούσαι και τα νεογεννημένα βρέφη ευρίσκονται καλά … 10 ώρα εσπέρας εξακολούθη σφοδρότερος ο ενάντιος καιρός και κάμνομεν βόλταις με κόπον και δυσκολίαν μεγάλην
… Κυριακή, 1 ώρα αυγής. Δύο από τα καϊκια όπου ρυμουλκήσαμεν έκοψαν τα σχοινία και επροφθάσαμεν να γλυτώσομεν και να πάρωμεν εις το καράβι τους ανθρώπους και τα πράγματα των
… 3 ώρα εσπέρας αράξαμεν εις τα Αντίψαρα.
Ο Κομμαντάντες μας (σ.σ. ο Τσαμαδός) άφησε στα Ψαρά τον καπετάν Κυριάκο δια να βαπτίσει εις το όνομά του τα βρέφη όπου εγεννήθησαν στην κάμαραν. … αυτός εβάπτισεν τα δύο βρέφη. Tο μεν ονόμασε Ελευθέριον και το δε Ελένη».
Σημειώνω ότι το ένα τέταρτο σχεδόν των κατοίκων των Κυδωνιών σφαγιάσθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν και κατέληξαν στα σκλαβοπάζαρα.
Ενδιαφέρουσες είναι οι πληροφορίες που μας παρέχει το ημερολόγιο του Τράϊμπερ, σχετικά με τις συνθήκες λειτουργίας του «Καρτερία».
Είναι γνωστό ότι το «Καρτερία» ήταν το πρώτο ατμόπλοιο παγκοσμίως που χρησιμοποιήθηκε σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Με αυτά τα δεδομένα, όπως είναι φυσικό, το «Καρτερία» παρουσίαζε ορισμένα πλεονεκτήματα, αλλά και αρκετά μειονεκτήματα, όπως συμβαίνει με όλες τις πρωτότυπες κατασκευές. Το προφανές πλεονέκτημα του έναντι των εχθρικών πλοίων, που ήταν βέβαια όλα ιστιοφόρα, ήταν ότι σε περίπτωση άπνοιας, εκείνο μπορούσε να κινηθεί και να ελιχθεί με όση ταχύτητα του επέτρεπε η μηχανή του, ενώ τα εχθρικά πλοία ήταν καθηλωμένα σε ένα σημείο και ο μόνος τρόπος να κινηθούν ή να στρέψουν τα κανόνια τους εναντίον του, ήταν να ρυμουλκηθούν από μία ή περισσότερες βάρκες με κουπιά.
Έναντι αυτού του εμφανούς πλεονεκτήματος όμως, το «Καρτερία» παρουσίαζε κάποια σημαντικά μειονεκτήματα. Το πρώτο από αυτά είναι ότι η μηχανή του «Καρτερία» πάθαινε συχνά βλάβες, άλλοτε μικρότερες και άλλοτε μεγαλύτερες. Ο Τράϊμπερ κατέγραψε στο ημερολόγιό του τουλάχιστον 5 περιπτώσεις βλαβών, των οποίων η αποκατάσταση απαίτησε από μερικές ώρες έως μερικές μέρες.
Το επιπλέον όμως πρόβλημα ήταν ότι τα ιστία (πανιά) που διέθετε το πλοίο ήταν ανεπαρκή και η ταχύτητα που μπορούσε να αναπτύξει με αυτά και μόνο, χωρίς τη μηχανή, ήταν σχετικά μικρή.
Από το ημερολόγιο του Τράϊμπερ πληροφορούμεθα ότι, όταν το «Καρτερία» συμμετείχε σε ναυτική μοίρα, μαζί με άλλα (ιστιοφόρα) πλοία, σε πολλές περιπτώσεις κάποιο από τa άλλα πλοία το ρυμουλκούσε. Επίσης πληροφορούμεθα ότι το «Καρτερία» χρησιμοποιούσε κυρίως κάρβουνο για τη μηχανή του, όταν όμως αυτό δεν υπήρχε διαθέσιμο χρησιμοποιούσε και ξύλα. Οι περιπολίες και οι μετακινήσεις του στόλου επεκτείνονταν όχι μόνο σε όλο το Αιγαίο, το Ιόνιο και τα άλλα ελληνικά πελάγη, αλλά και σε όλη τη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Ο Τράϊμπερ αναφέρει ότι ο στολίσκος υπό τη διοίκηση του Σαχτούρη, στον οποίο μετείχε το «Καρτερία», έφθασε μέχρι και σε απόσταση 80 μιλίων από την Αλεξάνδρεια και ότι προσήγγισε τις ακτές της Λιβύης (Μπαρμπαριάς) όπου έβγαλαν άγημα στη στεριά για να αναζητήσουν νερό.
Από τα δύο ημερολόγια μαθαίνουμε αρκετές λεπτομέρειες για το πώς επικοινωνούσε το κάθε πλοίο με τα άλλα συμπλέοντα πλοία, με τη βάση του και με τον υπόλοιπο κόσμο γενικότερα. Η επικοινωνία με τα άλλα πλοία της ναυτικής μοίρας δεν παρουσίαζε πρόβλημα, εφόσον βέβαια υπήρχε τουλάχιστον οπτική επαφή.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση η συνεννόηση με τα άλλα πλοία γινόταν στοιχειωδώς με τη βοήθεια των «σινιάλων». Πολύ συχνή ήταν η προσωπική επαφή μεταξύ των πλοιάρχων ή του ναυάρχου με τους πλοιάρχους των υπολοίπων πλοίων. Αυτή πραγματοποιείτο συχνά με μετάβαση ενός ή περισσοτέρων πλοιάρχων στη ναυαρχίδα, ή με τη μετάβαση ενός πλοιάρχου σε άλλο πλοίο, για να συνεννοηθεί με τον πλοίαρχο εκείνου.
Από τη στιγμή που ένα ή περισσότερα πλοία απέπλεαν από τη βάση τους (από Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά, κλπ.) δεν υπήρχε πλέον επαφή με τη βάση παρά μόνο σπάνια, όταν κάποιο άλλο πλοίο έφευγε μεταγενέστερα από το νησί και έφερνε νέες οδηγίες.
Συνηθέστατη ήταν η περίπτωση όταν ένα πλοίο του στόλου συναντούσε άλλο πλοίο (είτε ελληνικό, είτε και ξένο – εκτός βέβαια από εχθρικό) να «βιζιτάρει» ο καπετάνιος ή ο ύπαρχος το άλλο πλοίο ή αντιστρόφως, για να ανταλλάξουν πληροφορίες.
Σε όσους διδάχθηκαν στο σχολείο την ιστορία της επανάστασης του ’21, αλλά και στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό γενικότερα, επικρατεί κατά τη γνώμη μου η εντύπωση, ότι η δράση του στόλου περιοριζόταν στις ναυμαχίες με τον τουρκικό στόλο και βεβαίως και στις πυρπολήσεις των πλοίων του εχθρού. Αυτή την εντύπωση αποκομίζει κανείς και αν διαβάσει βιβλία που έχουν ως αντικείμενο τον ναυτικό αγώνα του ’21, όπου προβάλλονται κυρίως οι ναυμαχίες.
Οι ναυμαχίες αποτελούσαν αναμφισβήτητα μια ουσιαστικότατη συμβολή στον Αγώνα και ήταν σίγουρα το εντυπωσιακότερο μέρος της δράσης του ναυτικού. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το ναυτικό μας δεν εκτελούσε άλλες αποστολές, οι οποίες και πολυποίκιλες ήταν, αλλά και ήταν εκείνες με τις οποίες ο στόλος ήταν απασχολημένος στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα του αγώνα.
Κατά τη διάρκεια των οκτώ περίπου ετών του Αγώνα, τα πλοία του ελληνικού στόλου ενεπλάκησαν περί τις 15 έως 20 περίπου φορές σε ναυμαχίες με ή χωρίς συμμετοχή πυρπολικών. Αυτό σημαίνει ότι, αθροιστικά, ο στόλος απασχολήθηκε σε ναυμαχίες συνολικά μόνο επί 20 έως 30 μέρες, ή με άλλα λόγια λιγότερο από το 2% του συνολικού χρόνου που διήρκεσε ο Αγώνας.
Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς: τι έκαναν τα πλοία του στόλου κατά το υπόλοιπο 98% του συνολικού χρόνου;
Όπως προκύπτει από τα δύο ημερολόγια, η αποστολή του στόλου και κατ’ επέκτασιν η προσφορά του στον Αγώνα, πέρα από τις ναυμαχίες εναντίον του τουρκικού και του αιγυπτιακού στόλου, ήταν πολύπλευρη και συγκεκριμένα περιελάμβανε τα εξής:
– To ναυτικό αποκλεισμό των επαναστατημένων περιοχών για να εμποδισθεί η μεταφορά στρατευμάτων και εφοδίων του εχθρού προς τις περιοχές αυτές, πράγμα που κατά τη γνώμη μου, ήταν και η κύρια αποστολή του στόλου. Στη δράση αυτή περιλαμβάνεται η διενέργεια νηοψιών και η κατάσχεση πλοίων και φορτίων τόσο των Τούρκων, όσο και ουδετέρων (υποτίθεται) κρατών, κλπ.
– Την επιτήρηση του εχθρικού στόλου, ή τμημάτων αυτού, για να είναι οι επαναστατημένοι ενήμεροι για τις κινήσεις του εχθρού αλλά και να ασκείται ψυχολογική πίεση στα πληρώματα του εχθρού.
– Τη μεταφορά στρατευμάτων και εφοδίων από μία περιοχή σε άλλη.
– Τη διενέργεια αποβάσεων από στρατιωτικά σώματα ξηράς, όπως π.χ. αυτή που έγινε στο Φάληρο (Καστέλλα) το 1827.
– Την υποστήριξη των κατά ξηράν ελληνικών δυνάμεων, όταν αυτές επιχειρούσαν σε περιοχές κοντά στη θάλασσα, με βομβαρδισμό των εχθρικών θέσεων αλλά και με καταδρομές ναυτικών αγημάτων (π.χ. Κυδωνίες, Πήλιο, Σφακτηρία, κλπ.). Κατά σύμπτωση, και οι δύο καπετάνιοι, ο Ανστ. Τσαμαδός αλλά και ο Άστιγξ, έπεσαν μαχόμενοι, όχι στις γέφυρες των πλοίων τους, αλλά σε αποβατικές επιχειρήσεις, εκτός των πλοίων τους.
– Την προστασία αμάχων ελληνικών πληθυσμών από επιθέσεις των Τούρκων σε νησιά, ή σε παραθαλάσσιες πόλεις π.χ. Χίος Ψαρά, Κυδωνίες, κλπ.
– Το βομβαρδισμό, και σε πολλές περιπτώσεις καταστροφή, παράκτιων οχυρώσεων του εχθρού (Βασιλάδι, κάστρο Βόλου).
– Τη διάσωση και μεταφορά αμάχων (Κυδωνίες και αλλού).
– Τη συλλογή χρημάτων (φόρων) για τις ανάγκες του Αγώνα από νησιά και παραθαλάσσιες πόλεις.
– Τέλος, πρέπει να προσθέσουμε και τις ατέλειωτες ώρες και ημέρες περιπολιών και αναμονής σε διάφορους υπήνεμους όρμους.
Ως επίλογο, θα αναφέρω ότι και οι δύο φιλέλληνες παρέμειναν στην Ελλάδα και μετά την απελευθέρωση. Ο Τράϊμπερ διοργάνωσε το Υγειονομικό Σώμα του Στρατού, του οποίου υπήρξε ο πρώτος αρχηγός, ο δε Κιάππε υπηρέτησε στο Δικαστικό Σώμα. Τέλος, αρκετά χρόνια μετά την απελευθέρωση έγιναν συμπέθεροι, αφού η κόρη του Τράϊμπερ, Ρόζα, παντρεύθηκε το γιό του Κιάππε, Πέτρο.
Βιβλιογραφία
Ερρίκου Τράϊμπερ: Αναμνήσεις από την Ελλάδα 1822-1828 . Μετάφραση, βιογραφικές και επεξηγηματικές σημειώσεις Δρος Χρήστου Ν. Αποστολίδου. Αθήναι 1960
Ιστορικά Ημερολόγια Των Ελληνικών Ναυμαχιών του 1821. Εκ των Ημερολογίων του Ναυμάχου Αν. Τσαμαδού . Εκδότης Νικ. Πάτρας. Αθήναι 1886
Περικλή Δεληγιάννη: Ο Ναυτικος αγώνας της Επανάστασης. Μονογραφίες του περιοδικού «Στρατιωτική Ιστορία». Αθήνα 2009
I.K.Mαζαράκη Αινιάν: Ο Ναυτικός Αγώνας 1821 – 1830. Αθήνα 2019
28 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020
0 Σχόλια