ROBERT PARKER
Οι ελληνικοί θεοί πέρα από την Ελλάδα. Ονόματα, χαρακτήρες, μεταμορφώσεις
Μετάφραση: Παναγιώτης Σουλτάνης
επιστημονική επιµέλεια: Μαρία Πατέρα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2021, σελ. 440
Το βιβλίο του Ρόμπερτ Πάρκερ απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό με ενδιαφέρον στη μελέτη της αρχαίας θρησκείας. Η πλούσια σε πηγές και στοιχεία έρευνα του καθηγητή της Οξφόρδης μάς εισάγει στο ιδιαίτερο πολυπολιτισμικό σύστημα της διασποράς των ελληνικών θεών σε Ρώμη, Βόρεια Αφρική, Εγγύς Ανατολή και Δύση, κατά την ελληνιστική και αυτοκρατορική ρωμαϊκή περίοδο. Το φαινόμενο της ονοματοδοσίας των θεών, εκτός παλαιάς Ελλάδας, αποκαλύπτει τον ευέλικτο τρόπο αντίληψης των λατρευτών. Κάθε Ελληνας και κάθε Ρωμαίος γεννιόταν και ζούσε σε έναν κόσμο που θεωρούσε δεδομένη τη μεταφρασιμότητα των ονομάτων των θεών σαν οικεία πρακτική. Ομως, λατρεύονταν άραγε διεθνώς οι ίδιοι θεοί, ή μήπως τα έθνη είχαν διαφορετικούς, αν και συγκρίσιμους θεούς;
Ο Πάρκερ διεισδύει στο φαινόμενο του «οικουμενικού πολυθεϊσμού» των αρχαίων λαών, που διευρύνει τα πολιτισμικά όρια. Ναι μεν ο κόσμος ήταν χωρισμένος μεταξύ χωρών, φυλών και πολιτικών συστημάτων, αλλά δεν ήταν χωρισμένος ανάμεσα σε διαφορετικούς θεούς. Οι λόγοι αυτής της συνύπαρξης των θεών ήταν κυρίως η απουσία δόγματος, αλλά και ένα είδος «μετάφρασης»/ερμηνείας των θεών από τη μια γλώσσα στην άλλη, όπως την εφάρμοζαν οι Ρωμαίοι και πριν από αυτούς οι Ελληνες στους θεούς σχεδόν όλων των εθνών που συναντούσαν. Αυτή η σύμβαση «ταυτοποίησης» (interpretatio) απαντάται για πρώτη φορά στον Ρωμαίο ιστορικό Τάκιτο και εκφράζει την κοινή πεποίθηση ότι οι θεοί τους οποίους λατρεύεις εσύ είναι οι ίδιοι θεοί που λατρεύω ή θα μπορούσα να λατρεύω εγώ.
Ο Ερμής ταυτίζεται με τον Θωθ, θεοί και οι δύο της γραφής και της επικοινωνίας, ενώ με τη σύνθετη μορφή του Ερμής Ανουβις ή Ερμάνουβις, ο Ερμής εμφανίζεται ως ψυχοπομπός (Ανουβις). Ενας άλλος συνδυασμός του τύπου «Ισις Αφροδίτη» λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο: επιλέγεται μια επιμέρους όψη της πολύμορφης προσωπικότητας της Ισιδος, ενώ ταυτόχρονα δύναται να υπάρχουν και άλλες όψεις. Η υποβόσκουσα λογική του παγανισμού, αν διατυπωθεί, δείχνει ότι θεοί από δύο διαφορετικές κουλτούρες έχουν συναφείς δυνάμεις, αλλά και ότι οι δυνάμεις μεταξύ των θεών διαχωρίζονται με διάφορους τρόπους, έτσι ώστε να αλληλεπικαλύπτονται ή να διαιρούνται σε περισσότερους από έναν θεούς.
Ο Πάρκερ ερευνά τις παραδόσεις των πολιτισμών που υιοθέτησαν την ελληνική, ενώ ταυτόχρονα εξακολουθούσαν να μιλούν τις σημιτικές γλώσσες. Μας παρουσιάζει την πρακτική της ονοματοδοσίας σε περιοχές όπως η Ιουδαία/Παλαιστίνη, η Παλμύρα και η Συρία. Εκεί, χρησιμοποιούνται γηγενείς προσδιορισμοί για γηγενείς θεούς. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, αποτελεί ζήτημα ότι όλες οι καταγραφές που έχουμε είναι μόνον στα ελληνικά και στα λατινικά και όχι σε άλλες γλώσσες που θα μπορούσαν απτά να αναδείξουν τη θρησκευτική ανταλλαγή. Ναι μεν ο Απόλλων σε μια δίγλωσση επιγραφή στην Κύπρο ελληνικών/φοινικικών ταυτίζεται με τον Ρεσέφ, όμως ο Φοίνικας δεν θα επικαλεσθεί τον Απόλλωνα στη γλώσσα του, ούτε ο Ελληνας τον Ρεσέφ.
Πώς γίνεται η συγκριτική μελέτη της ονοματοδοσίας των θεών, τελικά, ανάμεσα στους αρχαίους πολιτισμούς; Σχεδόν σε όλους τους πολυθεϊσμούς εμφανίζεται ο συνδυασμός των λατρευτικών πολλαπλών ονομάτων. Σε ένα ακκαδικό κείμενο που αναφέρει τις όψεις του θεού Δαγών (Νταγκάν) από το Εμάρ της βορειοδυτικής Συρίας του 13ου αιώνα καταλογογραφούνται συνδυασμοί, όπως Δαγών Κύριος της πλινθοποιίας, του ανακτόρου, του καταυλισμού. Ενα υστεροβαβυλωνιακό κείμενο παρουσιάζει όψεις του Μαρντούκ: Μαρντούκ της Φύτευσης, της Αβύσσου, της Αξίνας. Σε χεττιτικά κείμενα βρίσκουμε καιρικούς θεούς της βροχής, της καταιγίδας, της αστραπής, του αμπελιού, του λιβαδιού. Δυο τινά μπορεί να ισχύουν: ή οι πολλαπλές ονομασίες των θεών να προέρχονται από μια ινδοευρωπαϊκή κληρονομιά ή να είναι μια μορφή θρησκευτικής έκφρασης που εμφανίζεται ανεξάρτητα σε διαφορετικές κουλτούρες.
Ο Πάρκερ φέρνει το παράδειγμα των «Θεοτοκωνυμίων», δηλαδή τα 300 επίθετα που αποδίδονται στην Παναγία στην ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία (ίσα σε αριθμό με τα 300 ονόματα της Αφροδίτης που αναφέρονται από τον Ιωάννη τον Λυδό), καθώς και τα 6.000 ονόματα για την Παρθένο Μαρία που καταγράφονται σε έναν ρωμαιοκαθολικό ιστότοπο.
Το μικρό νησί της Δήλου, κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου, φωτίζει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη αρχαιολογική θέση τον πλούτο των αρχαιολογικών και επιγραφικών μαρτυριών αλληλεπίδρασης της ελληνικής με μη ελληνικές θρησκευτικές κουλτούρες. Εκεί «συναντώνται» οι θεοί. Οι ελληνικές επιστρώσεις που διασώθηκαν από την υπερ-οικοδόμηση καθρεφτίζουν μια θρησκευτική κουλτούρα που γνώρισε έναν ασυνήθιστα μεγάλο βαθμό ποικιλότητας.
Το σταυροδρόμι
Από τους αρχαϊκούς χρόνους η Δήλος ήταν το σημαντικότερο θρησκευτικό κέντρο της Ελλάδας, εκτός ενδοχώρας, και η ιερότητά της ήταν γνωστή και σεβαστή ακόμα και από τους Πέρσες ως τόπου όπου γεννήθηκαν δύο θεοί, ο Απόλλων και η Αρτεμις («εν τη χώρη οι δυο θεοί εγένοντο»). Το 166 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι απέκτησαν τη νήσο με παραχώρηση των Ρωμαίων, ανταμοιβή για την πιστή τους στάση εναντίον της Μακεδονίας, η Δήλος έγινε σταυροδρόμι τόσο διπλωματικών επαφών όσο και εμπορίου. Κυρίως μεταξύ Ιταλίας και Συροπαλαιστίνης διαμορφώνονται επαφές μέσα από την υψηλού βαθμού οργάνωση λατρευτικών συλλόγων. Σύλλογοι προσώπων με λατινικά ονόματα, γνωστοί στα ελληνικά ως «Ερμαϊσταί», «Απολλωνιασταί» και «Ποσειδωνιασταί» εκπροσωπούσαν τις τρεις κύριες λατρείες των Ιταλών της Δήλου. Ιταλικές συντεχνίες εμπόρων (π.χ. οινοπωλών, ελαιοπωλών), οργάνωναν τελετουργίες προς τιμήν των Λαρήτων των Τριόδων / των Σταυροδρομιών, όπως αποτυπώνονται σε ζωγραφικές παραστάσεις σε βωμούς έξω από ιδιωτικές οικίες. Υπήρχαν δύο φοινικικά σωματεία, το κοινόν των Βυρητίων Ποσειδωνιαστών εμπόρων και «ναυκλήρων» (πλοιοκτητών) και των «εγδοχέων» (εμπορικών πρακτόρων).
Οι Αθηναίοι αναδιοργάνωσαν εκ βάθρων τις δημόσιες λατρείες με βάση την αθηναϊκή παράδοση, ενώ μια σειρά ιερών προσείλκυαν λατρευτές διαφορετικής καταγωγής. Η Σύρια θεά Ατάργατις εμφανίζεται σε επιγραφές με μια πληθώρα θεωνυμίων, όπως «Ατάργατις Αγνή Θεός», δηλαδή «Ατάργατις Σεβάσμια Θεά» και «Αγνή Θεός Αφροδίτη». Εδώ η εξομοίωση της Αταργάτιδος με την Αφροδίτη προέρχεται από την ελληνική πλευρά, καθώς οι Σύροι έκαναν αφιερώσεις στους θεούς τους, τους οποίους περιγράφουν ως «πάτριους θεούς», έχοντας δικούς τους ιερείς, ενώ οι Αθηναίοι ταυτόχρονα λάτρευαν την Αγνή Αφροδίτη.
Ο Διόνυσος (στα λατινικά Βάκχος) ήταν ο πιο νέος θεός του Ολύμπου, σύμβολο της γονιμότητας, της βλάστησης, της οινοποιίας και της γιορτής. Δεξιά, «Αφροδίτη και Eρωτας» του Λορέντσο Λόττο, 1520, ιταλική Αναγέννηση, λάδι σε καμβά. Φωτ. SHUTTERSTOCK
Μια ακόμη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι του Δία Ουρίου, ενός παλιού ελληνικού θεού με επίθετο που σημαίνει «του ευνοϊκού ανέμου». Εισέρχεται στο ιερό Σαραπείο Γ της νήσου με αφιερώσεις όσων ταξιδεύουν στη θάλασσα, καθώς ο Δίας Ούριος ήταν κρίσιμης σημασίας στο Αιγαίο. Εδώ δεν αναφέρεται το όνομα του αιγυπτιακού θεού Σαράπιδος. Ενας Ιταλός από την Ελέα κάνει μια ανάθεση προς τιμήν του ελληνικού θεού, στο ιερό των αιγυπτιακών θεών, συνοψίζοντας έτσι τον διεθνή ρόλο της συγκεκριμένης λατρείας.
«Συμβώμοι» θεοί, δηλαδή θεοί και θεές με κοινούς βωμούς και ιερά, ήταν η Αιγυπτία Υγιεία, ο Ασκληπιός και ο Απόλλων, αντίστοιχα η Ισις, ο Σάραπις και ο Ωρος. Το κύρος του Ασκληπιού ως θεραπευτή θεού προκρίνει το ελληνικό όνομα και όχι το αιγυπτιακό. Ετσι το Σαραπείο κατονομάζεται και Ασκληπιείο, όμως διατηρεί την ανατολική του μορφή, τον περίκλειστο ανοιχτό χώρο με τα χαρακτηριστικά αιγυπτιακά γνωρίσματα: έναν δρόμο, μνημειώδεις πυλώνες, σφίγγες. Στο όρος Κύνθος της Δήλου λατρευόταν ο Ζευς Κύνθιος, ήδη πριν από τη ρωμαϊκή εποχή. Ηταν ένας Ζευς των ορέων, μια μορφή που είχε έναν ισοδύναμο θεό για κάθε λατρευτή από τη Μικρά Ασία και τη Συρία. Για τον λόγο αυτόν δημιουργήθηκαν πολλά μικρά υπαίθρια ανατολίτικα ιερά στις πλαγιές του όρους. Επίσης, η θεά Αθηνά Κυνθία, της οποίας η λατρεία είχε ξεθωριάσει, αναβίωσε όταν οι λατρευτές της Εγγύς Ανατολής αναγνώρισαν σε εκείνη τη δική τους μεγαλοδύναμη Βααλάτ.
Φωτ. SHUTTERSTOCK
Η παρούσα έρευνα προσεγγίζει μέσα από τον τρόπο προσφωνήσεων ονομάτων και επιθέτων του θείου μια πολύ ενδιαφέρουσα όψη της αρχαίας θρησκευτικής ψυχολογίας. Ο θεός σου μπορεί με έναν άλλο τρόπο να είναι ο θεός μου, καθώς οι λατρείες παράλληλα συνυπάρχουν. Η Δήλος είναι το επιστέγασμα της θρησκευτικής οικουμενικότητας. Εκεί, η Αφροδίτη, η Αστάρτη, η Ατάργατις δοξάζονται, κρατώντας όμως την καταγωγή τους, χωρίς να γίνονται ένα.
www.kathimerini.gr
0 Σχόλια