Γεωργικό ξύλινο εργαλείο, που χρησιμεύει για την ισοπέδωση οργωμένου
εδάφους. Μπορούσε να είναι ένα χοντρό κομμάτι ξύλου από κορμό δένδρου
πάχους 10 περίπου εκατοστών, μήκους 1,50 περίπου μέτρου και πλάτους
50-60 εκατοστά. Επειδή όμως ήταν δύσκολο να βρεθεί τέτοιο ξύλο, την
κατασκεύαζαν με 5 κομμάτια κορμών. Έβαζαν τα 3 μεγάλα παράλληλα σε
απόσταση 30 περίπου εκατοστών μεταξύ τους και συνέδεαν σταθερά τις δυο
άκρες τους με δυο μικρότερα.
Έπλεκαν κατόπιν αλλεπάλληλες λεπτές βέργες από εύκαμπτο ξύλο, συνήθως
λυγαριά, στα τρία παράλληλα ξύλα μέχρι να καλύψουν όλη την επιφάνεια
της σβάρνας. Οι βέργες έπρεπε να έχουν φορά κάθετη προς τη μεγάλη πλευρά
της σβάρνας, για να σέρνονται πάνω στο χώμα και να μην αποσπώνται
εύκολα. Στα άκρα της μιας μεγάλης πλευράς της σβάρνας έδεναν δυο θηλιές
από χοντρό σύρμα, στις οποίες προσαρμόζονταν τα τραβηχτά των ζώων
κατευθείαν στη σβάρνα χωρίς τη μεσολάβηση ζυγού.
Ο γεωργός, όταν τελείωνε το όργωμα ενός χωραφιού, έδενε τα ζώα του
στη σβάρνα, ανέβαινε και ο ίδιος επάνω σ’ αυτή ή τοποθετούσε δυο βαριές
πέτρες πάνω της, για να γίνει πιο βαριά και να γίνει πιο αποτελεσματικό
το σβάρνισμα, και άρχιζε να σβαρνίζει το χωράφι του. Η σβάρνα, καθώς
σερνόταν από τα ζώα, έσπαζε τους σβόλους και ισοπέδωνε το οργωμένο χώμα,
για να μη λιμνάζει το νερό της βροχής στις γούβες και να είναι πιο
εύκολο το θέρισμα του σιταριού το καλοκαίρι.
Το σβάρνισμα του χωραφιού ήταν εύκολη δουλειά. Δεν κούραζε τα ζώα,
όπως το αλέτρι, γινόταν γρήγορα, αφού η σβάρνα με το πλάτος της κάλυπτε
5-6 αυλακιές, και μ’ αυτό τελείωνε η δουλειά της ημέρας και ο γεωργός
έβλεπε με ευχαρίστηση το αποτέλεσμα των κόπων του.
Αλέξης Τότσικας, «Ελληνική λαϊκή κληρονομιά |Εργαλεία και κατασκευές του υλικού παραδοσιακού βίου», Εκδόσεις Αρμός, 2008.
πηγη argolikivivliothiki.gr/
0 Σχόλια