Ticker

6/recent/ticker-posts

Η Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής και Υγείας ''μας χτυπά την πόρτα''

Γράφει η Δρ Ρενάτα Μίχα*, Διευθύντρια ΠΑΜΕΔΥ
Βασική προϋπόθεση για την προαγωγή της δημόσιας υγείας είναι η αξιολόγηση όχι μόνο της υγείας αλλά και της διατροφής του πληθυσμού, καθώς η μεταξύ τους σχέση έχει επανειλημμένα αναδειχθεί, με την διατροφή να εμφανίζεται ως ο πιο σημαντικός παράγοντας πρόληψης και αντιμετώπισης χρόνιων νοσημάτων.

Η προαγωγή της δημόσιας υγείας περιλαμβάνει την εξασφάλιση εκείνων των συνθηκών, οι οποίες διασφαλίζουν την υγεία του πληθυσμού 1. Βασική προϋπόθεση για την προαγωγή της δημόσιας υγείας είναι η αξιολόγηση όχι μόνο της υγείας αλλά και της διατροφής του πληθυσμού, καθώς η μεταξύ τους σχέση έχει επανειλημμένα αναδειχθεί, με την διατροφή να εμφανίζεται ως ο πιο σημαντικός παράγοντας πρόληψης και αντιμετώπισης χρόνιων νοσημάτων2-7.

Τις τελευταίες δεκαετίες η δημόσια υγεία έχει δώσει μεγάλη βαρύτητα στο ιατρικό μοντέλο παθήσεων, που επικεντρώνεται στη φαρμακευτική αντιμετώπιση ενδιάμεσων μεταβολικών παραγόντων, όπως η αρτηριακή πίεση, τα λιπίδια αίματος και η γλυκόζη αίματος, ως καθιερωμένους παράγοντες πρόβλεψης κινδύνου. Αντίθετα, έχει αγνοήσει σε μεγάλο βαθμό θεμελιώδεις, τροποποιήσιμες αιτίες, όπως η διατροφή και ο τρόπος ζωής. Το αποτέλεσμα αυτής της στενής προσέγγισης είναι η πανδημία παχυσαρκίας και χρόνιων νοσημάτων, κυρίως καρδιομεταβολικών, σε όλον τον κόσμο.

Παγκόσμια δεδομένα από την ομάδα μας στην Αμερική, Nutrition and Chronic Disease Expert Group (NutriCoDE), δείχνουν πως 8 από τις 20 πρώτες κύριες θνησιμότητας και νοσηρότητας παγκοσμίως είναι λόγω κακής διατροφής5-7. Συγκεκριμένα, το φορτίο νοσηρότητας και θνησιμότητας που οφείλεται σε κακή διατροφή είναι μεγαλύτερο από εκείνο του καπνίσματος, της μειωμένης σωματικής δραστηριότητας και της αυξημένης κατανάλωσης αλκοόλ σε συνδυασμό6 7. Η κακή διατροφή συνεπώς είναι η πρωταρχική αιτία κακής υγείας παγκοσμίως6 7.

Η αξιολόγηση της διατροφής και της υγείας του πληθυσμού περιλαμβάνει τον εντοπισμό κύριων προβλημάτων στον πληθυσμό, όχι μόνο για το σύνολο του πληθυσμού ή μόνο για ενήλικες όπως γίνεται συνήθως, αλλά και για επιμέρους ηλικιακές ομάδες (παιδιά, ενήλικες, ηλικιωμένοι), και χωριστά για άνδρες και γυναίκες. Για το σκοπό αυτό χρειαζόμαστε καλά σχεδιασμένες εθνικά αντιπροσωπευτικές μελέτες επιπολασμού, που θεωρούνται ως το gold standard, και που να διαθέτουν ενιαία μεθοδολογία και έγκυρα εργαλεία και μεθόδους αξιολόγησης. Ωστόσο, υπάρχει έλλειψη τέτοιων μελετών στην Ελλάδα. Λαμβάνοντας δε υπόψη και την οικονομική κρίση, η αξιολόγηση της διατροφής και υγείας του Ελληνικού πληθυσμού είναι σημαντική και επιβεβλημένη τώρα όσο ποτέ. Η Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής και Υγείας (Π.Α.ΜΕ.Δ.Υ.) έρχεται να καλύψει τις βασικές αυτές προϋποθέσεις, αξιολογώντας την υγεία του Ελληνικού πληθυσμού, και συγκεκριμένα τις διατροφικές συνήθειες (Τι τρώμε;), τον τρόπο ζωής (Πώς ζούμε;), και τη σχέση τους με δείκτες υγείας και χρόνια νοσήματα (Έχουμε καλή υγεία;). Και δεύτερον να ενημερώσει τις υγειονομικές αρχές για την ιεράρχηση των αναγκών και την λήψη σχετικών μέτρων υγείας, καθώς και για την υλοποίηση προγραμμάτων παρέμβασης για την προαγωγή της δημόσιας υγείας, με απώτερο πάντα σκοπό την προαγωγή και τη διασφάλιση της υγείας του ελληνικού πληθυσμού.

Η Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής και Υγείας, είναι μια έρευνα εθνικής εμβέλειας και σημασίας για τη δημόσια υγεία, που πραγματοποιείται από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου. Επιστημονικός Υπεύθυνος του έργου είναι ο κ. Αντώνιος Ζαμπέλας, Καθηγητής Διατροφής του Ανθρώπου στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ διευθύντρια του έργου είναι η κα Ρενάτα Μίχα, Κλινική Διαιτολόγος/ Διατροφολόγος, Επιδημιολόγος PhD, Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου TUFTS, και ιατρός συντονιστής είναι ο κ. Γεώργιος Μίχας, Ιατρός, MSc, PhD. Η ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. έχει την υποστήριξη σημαντικών εθνικών φορέων, όπως η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), κατά τόπους ιατρικοί σύλλογοι, η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας, και η Ένωση Περιφερειών Ελλάδας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή της ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. αποτελείται από καθηγητές της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, καθηγητές του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, καθώς και από εκπροσώπους του Medical Research Council (MRC) και του NatCen Social Research (NatCen) της Αγγλίας. Ακολουθεί τα πρότυπα της μεγαλύτερης αντίστοιχης μελέτης παγκοσμίως, η οποία διεξάγεται στις ΗΠΑ από το 1960 (NHANES – National Health and Nutrition Examination Survey, και της αντίστοιχης εθνικής μελέτης στο Ηνωμένο Βασίλειο (NDNS – National Diet and Nutrition Survey) από το 1990, με τους υπευθύνους των οποίων η ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. έχει στενή και συνεχή συνεργασία.

Ευρήματα της μελέτης NHANES χρησιμοποιούνται εδώ και πολλές δεκαετίες στην Αμερική για την αξιολόγηση της υγείας και της διατροφής του Αμερικάνικου πληθυσμού και την ανάπτυξη πολιτικών δημόσιας υγείας, με σκοπό την αντιμετώπιση κύριων προβλημάτων υγείας και κατ ‘επέκταση τη διασφάλιση της υγείας του πληθυσμού. Ενδεικτικά, η ανίχνευση υψηλών επιπέδων μολύβδου στο αίμα του Αμερικάνικου πληθυσμού, οδήγησε στην ανάπτυξη πολιτικής για την προώθηση της αμόλυβδης βενζίνης8. Επίσης, τα χαμηλά επίπεδα φυλλικού οξέος στο αίμα οδήγησαν σε πολιτική για τον υποχρεωτικό εμπλουτισμό των τροφίμων με φυλλικό οξυ9. Τέλος, τα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας, υπέρτασης και υπεριλιπιδαιμιών, οδήγησαν στην ανάπτυξη πολιτικών για την μείωσή τους10 11. Φυσικά, τέτοιου είδους μελέτες έχουν χαρακτήρα επανάληψης προκειμένου η παρακολούθηση του πληθυσμού να είναι διαρκής, αλλά και να δύναται να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των όποιων παρεμβάσεων και πολιτικών. 
Η ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. αξιολογεί την υγεία, τη διατροφή και τον τρόπο ζωής του Ελληνικού πληθυσμού, χρησιμοποιώντας αντιπροσωπευτικό πανελλαδικό δείγμα ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου, με έγκυρα εργαλεία και μεθόδους αξιολόγησης. Είναι η πρώτη και πιο ολοκληρωμένη έρευνα που διεξάγεται στην Ελλάδα σε εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα όλων των ηλικιών, ανεξαρτήτως φύλου, ακολουθώντας διεθνή πρότυπα. Όσοι καλούνται να πάρουν μέρος στην ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. επιλέγονται μέσω ενός τυχαιοποιημένου συστήματος επιλογής από το σύνολο του πληθυσμού της χώρας, ο σχεδιασμός του οποίου έγινε από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. σε συνεργασία με την ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ.. Ο πληθυσμός στόχος της ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. είναι ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένων ατόμων και των δύο φύλων και ηλικίας μεγαλύτερης των 6 μηνών. Ειδικά εκπαιδευμένοι ερευνητές πεδίου, ιατροί ή κλινικοί διαιτολόγοι επισκέπτονται το σπίτι όσων έχουν επιλεγεί να συμμετέχουν και τους προσκαλούν να λάβουν μέρος στην ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. Λίγες μέρες πριν από την επίσκεψη αφήνουν σχετική ειδοποίηση και το ενημερωτικό φυλλάδιο που περιγράφει τη μελέτη αναλυτικά. Όποιος λάβει τη σχετική ειδοποίηση μπορεί να επικοινωνήσει με τους ερευνητές για να κλείσει ραντεβού σε ώρα και ημέρα που τον/ την εξυπηρετεί. Όλοι οι ερευνητές φέρουν ειδική ταυτότητα η οποία μπορεί να πιστοποιηθεί καλώντας τη Γραμματεία ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. Η ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. χειρίζεται με απόλυτο σεβασμό τα στοιχεία που θα συλλεχθούν για τους σκοπούς της μελέτης, τα οποία και θα διατηρηθούν ανώνυμα και απόρρητα, και είναι εγκεκριμένη από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Αρ. Πρ. ΓΝ/ΕΞ/743/31-05-2013).

Το πρώτο μέρος της αξιολόγηση της διατροφής και της υγείας γίνεται μέσω συνέντευξης στο σπίτι του εθελοντή με την χρήση ειδικού λογισμικού ειδικά διαμορφωμένου για τον ελληνικό πληθυσμό. Η μέθοδος αυτή (CAPI: Computer Assisted Personal Interview) αποτελεί πρωτοπορία για τα ελληνικά δεδομένα και συμβάλλει στην μικρότερη δυνατή επιβάρυνση του εθελοντή, καθώς και στην μεγαλύτερη αξιοπιστία των δεδομένων που συλλέγονται12. Κατά την διάρκεια της συνέντευξης συλλέγονται δεδομένα που αφορούν σε δημογραφικά χαρακτηριστικά, ποιότητα ζωής, ιατρικό ιστορικό, τρόπο ζωής (κάπνισμα, φυσική δραστηριότητα, συνήθειες ύπνου), διατροφικές συνήθειες και παράγοντες που τις επηρεάζουν. Το κυριότερο εργαλείο διατροφικής αξιολόγησης που χρησιμοποιείται στην ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. είναι η ανάκληση 24ώρου, η οποία είναι αυτοματοποιημένη και ακολουθεί την πιο έγκυρη μεθοδολογία παγκοσμίως, την AMPM (automated multi-pass method)13. Επιπρόσθετα, έχει γίνει εναρμόνιση της μεθοδολογίας για την διατροφική αξιολόγηση με την EFSA (European Food Safety Authority)14, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα σύγκρισης των αποτελεσμάτων με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για την εκτίμηση της καταναλισκόμενης ποσότητας τροφίμων, χρησιμοποιούνται άτλαντες τροφίμων, βασισμένοι σε ήδη διαμορφωμένους άτλαντες15-18 καθώς και οικιακές μεζούρες. Καθώς υπάρχει έλλειψη αναλυτικών εθνικών πινάκων τροφίμων, για την ανάλυση των διατροφικών δεδομένων θα χρησιμοποιηθεί η βάση NDSR (Nutrition Data System for Research) 2013, η οποία βασίζεται σε Αμερικάνικους πίνακες τροφίμων, αναπτύχθηκε για ερευνητικούς σκοπούς και αποτελεί την πιο πλήρη βάση διατροφικών δεδομένων19. Για την προσαρμογή στα ελληνικά δεδομένα θα γίνει εμπλουτισμός με αναλύσεις ελληνικών τροφίμων20.

Εκτός από εργαλεία που βασίζονται στην διατροφική αξιολόγηση μέσω καταγραφής τροφίμων και ποτών, η ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ. χρησιμοποιεί και ανθρωπομετρικές μετρήσεις (όπως ύψος, βάρος, περιφέρειες μέσης και ισχίου), σύσταση σώματος και εξετάσεις αίματος (όπως βιταμίνες και ανόργανα στοιχεία) για την πληρέστερη αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών και της διατροφικής κατάστασης του Ελληνικού πληθυσμού (ως μέρος της δεύτερης επίσκεψης). Θα είμαστε σε θέση να χαρτογραφήσουμε, μεταξύ άλλων, τις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων (παιδιών, ενηλίκων, ηλικιωμένων), την πρόσληψη σε κύρια τρόφιμα και ομάδες τροφίμων, ενέργεια, μακρο- και μικρο-θρεπτικά συστατικά, την προσκόλληση στο Μεσογειακό πρότυπο διατροφής, τα ποσοστά παχυσαρκίας, προκειμένου να είναι δυνατή η πλήρης διερεύνηση της σχέσης της διατροφής με δείκτες υγείας και χρόνια νοσήματα.

Το δεύτερο μέρος της αξιολόγηση της διατροφής και της υγείας γίνεται με επίσκεψη των εθελοντών σε ειδικά διαμορφωμένες κινητές μονάδες για την πραγματοποίηση των ανθρωπομετρικών και κλινικο-εργαστηριακών μετρήσεων από από κατάλληλα εκπαιδευμένο ιατρικό προσωπικό, και ακολουθώντας πάντα έγκυρη και διεθνώς αποδεκτή μεθοδολογία. Οι λοιπές μετρήσεις περιλαμβάνουν αιμοληψία, δυναμομέτρηση, μέτρηση αρτηριακής πίεσης και σπιρομέτρηση. Οι αναλύσεις αίματος περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη γενική αίματος, έλεγχο γλυκόζης, λιπιδίων, νεφρικής και θυρεοειδικής λειτουργίας, βιταμινών, ορμονών και βαρέων μετάλλων. Η συλλογή αυτών των στοιχείων θα οδηγήσει στην αξιολόγηση του επιπολασμού κύριων χρόνιων νοσημάτων και δεικτών υγείας σε αντιπροσωπευτικό δείγμα ανδρών και γυναικών όλων των ηλικιών, παρέχοντας εκτιμήσεις όχι μόνο για το σύνολο του πληθυσμού, αλλά και ανά ηλικία και φύλο. Συγκεκριμένα, θα μπορούμε μεταξύ άλλων, να ελέγξουμε μέσω κλινικο-εργαστηριακών εξετάσεων για αναιμία, διαβήτη/ προδιαβήτη, υπερλιπιδαιμίες, μεταβολικό σύνδρομο, νεφρική λειτουργία, θυρεοειδική λειτουργία, έκθεση σε βαρέα μέταλλα (όπως υδράργυρος, μόλυβδος, σελήνιο, κάδμιο, αρσενικό), επάρκεια σε βιταμίνη D, αρτηριακή πίεση, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, και μυϊκή δύναμη (χαμηλή μυϊκή δύναμη σχετίζεται με χαμηλότερο σωματικό βάρος, παρουσία χρόνιου νοσήματος, και έλλειψη σωματικής δραστηριότητας). Η ανάγκη αξιολόγησης της υγείας του ελληνικού πληθυσμού μέσω αυτών των δεικτών είναι ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς για τα περισσότερα από αυτά διαθέτουμε πολύ περιορισμένα (ή και καθόλου) εθνικά αντιπροσωπευτικά δεδομένα σε σύνολο χώρας και επιμέρους ηλικιακές ομάδες. Σε συνδυασμό με τη διατροφική αξιολόγηση και την αξιολόγηση του τρόπου ζωής και κοινωνικο-οικονομικών χαρακτηριστικών, τα στοιχεία αυτά θα μας επιτρέψουν να έχουμε μία ολοκληρωμένη εικόνα της διατροφής και της σχέσης αυτής με την υγεία του σύγχρονου Έλληνα κάθε ηλικίας και φύλου.

Όλοι κερδίζουν από τη συμμετοχή αφού πραγματοποιούνται δωρεάν ιατρικές εξετάσεις: όπως μέτρηση αρτηριακής πίεσης, λιπομέτρηση, σπιρομέτρηση, δυναμομέτρηση και αιμοληψία (πλήρης αιματολογικός και βιοχημικός έλεγχος, βιταμίνες, θυρεοειδικές ορμόνες, βαρέα μέταλλα κ.α.). Ενώ παρέχονται διατροφικές συστάσεις και συμβουλές για καλή υγεία και για την αντιμετώπιση προβλημάτων υγείας όπως παχυσαρκία, διαβήτης, υπέρταση, υπερλιπιδαιμίες, καρδιαγγειακά κ.α. Φυσικά, το κυριότερο όφελος είναι ότι όλη η Ελλάδα κερδίζει τη δυνατότητα να διασφαλιστεί και να βελτιωθεί η υγεία όλων μας μέσω του εντοπισμού των κυριότερων παραγόντων κινδύνου και προβλημάτων υγείας και της συνεπακόλουθης στόχευσης αυτών για τον περιορισμό τους και τη μείωση της νοσηρότητας και θνησιμότητας του πληθυσμού.

*Η Δρ Ρενάτα Μίχα, είναι επίκουρη καθηγήτρια Πανεπιστημίου Tufts, Friedman School of Nutrition Science and Policy, Βοστώνη, ΗΠΑ, Κλινική Διαιτολόγος/ Διατροφολόγος, Επιδημιολόγος PhD και διευθύντρια της Πανελλαδικής Μελέτης Διατροφής και Υγείας (ΠΑΜΕΔΥ), Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
health.in.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια