Της Μαρίας Μουρελάτου
Ο Παύλος Δεμερτζής- Μπούμπουλης, απόγονος 6ης γενιάς της θρυλικής γυναικείας μορφής της ελληνικής επανάστασης Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας από τον μικρότερο της γιο Νικόλα Μπουμπούλη, καρπό του δεύτερου γάμου της με τον Σπετσιώτη πλοιοκτήτη και πλοίαρχο Δημήτριο Μπούμπουλη, γεννήθηκε πριν 31 χρόνια στην Αθήνα και σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων στη Γλασκόβη.
Η ξεχωριστή καταγωγή του δεν σταματά στο γένος Μπούμπουλη αφού ο Νικόλας είχε παντρευτεί την πριγκίπισσα Σοφία Κομνηνού, από τους Κομνηνούς του Βυζαντίου. Όταν ήταν 7 μηνών, άφησαν οικογενειακώς, με τον πατέρα του Φίλιππο, την Αγγλίδα μητέρα του Λίντα και τα δύο μικρότερα αδέρφια του, το Φάληρο για το νησί των Σπετσών όπου ζουν μέχρι σήμερα.
Μεγαλώσαμε στο σπίτι της Μπουμπουλίνας
«Ζούμε ακόμα σε αυτό το σπίτι και το Μουσείο είναι πάνω από το κεφάλι μας. Μεγαλώσαμε στο σπίτι της Μπουμπουλίνας, περιτριγυρισμένοι από την ιστορία. Έχουμε και το επίθετο οπότε ήταν κάτι από το οποίο δεν μπορούσαμε να ξεφύγουμε εύκολα. Από μικρή ηλικία σφυρηλατήθηκε μέσα μας αυτή η ιστορία που βέβαια όταν είσαι μικρός δεν το αντιμετωπίζεις και τόσο ένθερμα, είναι δύσκολο όταν δεν καταλαβαίνεις ακόμα πολλά και στο σχολείο σε κυνηγάνε να παίξεις στο θέατρο τις ιστορίες της ελληνικής επανάστασης. Όσο μεγαλώναμε και μας εξηγούσαν καλύτερα τι είναι ακριβώς η Μπουμπουλίνα, τι αντιπροσωπεύει και την κληρονομιά που έχει αφήσει, μαθαίνεις να το σέβεσαι, να το αγαπάς και να το θαυμάζεις». Τα σχολικά χρόνια στο νησί τα νοσταλγεί. «Ωραία χρόνια, κοντά στην εξοχή, κοντά στη θάλασσα. Ως παιδί δεν το καταλαβαίνεις, μετά σκέφτεσαι ότι μπορεί να σου έλειψαν μερικές ευκαιρίες ή εξωσχολικές δραστηριότητες. Αλλά, όχι, δεν θα το άλλαζα». Μικρός ονειρευόταν να γίνει εφοπλιστής, αργότερα σεφ. «Μεταξύ αυτών των δύο αμφιταλαντευόμουν. Α, και καλλιτέχνης κάποια εποχή», εξομολογείται αλλά ακόμα και τώρα δεν μπορεί να απαντήσει με σιγουριά τι θα ήθελε πραγματικά να είναι. «Λόγω των Σπετσών, η ναυτιλία πάντα με εξίταρε σαν ιδέα και από την άλλη, πάντοτε μου άρεσε να μαγειρεύω». Τι του αρέσει να μαγειρεύει; «Τα πάντα. Οι φίλοι μου ζητούν συνήθως κοτόπιτα, φιλέτο με κρέας ή μακαρονάδα με γαρίδες ή και το παραδοσιακό γιουβέτσι αν είναι χειμώνας. Το πρώτο μου φαγητό το έφτιαξα στο Γυμνάσιο, ήταν κοτόπουλο α λα κρεμ, για έναν συμμαθητή μου. Στην όψη δεν του άρεσε καθόλου αλλά το έφαγε όλο», σχολιάζει γελώντας.
Το Αρχοντικό της Μπουμπουλίνας
Εκτός από τη μαγειρική, στον ελεύθερό του χρόνο διασχίζει θάλασσες φανταστικές με τα διάφορα πλεούμενα που του αρέσει να ζωγραφίζει ή πηγαίνει για ψάρεμα με καλάμι ή ψαροντούφεκο. «Το καλοκαίρι δεν προλαβαίνω και πολύ λόγω δουλειάς. Με το ψαροντούφεκο ειδικά είναι καλό να πηγαίνεις και με κάποιον άλλον, να μην είσαι μόνος. Άλλες φορές, μου αρέσει να περπατάω στο βουνό ή να διαβάζω βιβλία». Αγαπημένο του είδος, εκτός από τις βιογραφίες – αυτήν την περίοδο ετοιμάζεται να διαβάσει τη Γη της Επαγγελίας του Μπαράκ Ομπάμα στην αγγλική έκδοση καθώς, όπως εξηγεί, προσπαθεί να κρατά την αυθεντική γλώσσα για να μη χάνει κάτι στη μετάφραση – είναι η επιστημονική φαντασία.
Η δεκαλογία του Καναδού νοβελίστα Στίβεν Έρικσον όπου μπορεί κανείς να βρει έναν κόσμο βουτηγμένο στη μαγεία με πρωταγωνιστές δράκους και στρατιώτες σε άγνωστες αυτοκρατορίες είναι το έργο που του έχει κλέψει την καρδιά. «Είναι ένα μνημειώδες έργο, πάνω από 10 βιβλία, θα ήμουν κάθετα αντίθετος να γίνει ποτέ σειρά, Διαβάζεις για μαγείες αλλά επειδή ο συγγραφέας είναι αρχαιολόγος-ανθρωπολόγος, μαθαίνεις ταυτόχρονα κοινωνιολογία, ψυχολογία, αρχαιολογία, όλα μέσα από ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας. Έχω κολλήσει και τα αδέρφια μου και τη μητέρα μου και τα διαβάζουν κι εκείνοι», παραδέχεται.
Σπέτσες με πανδημία
Αν και έχει περάσει όλη του τη ζωή στις Σπέτσες, ίσως και ακριβώς γι’ αυτό, δεν θεωρεί ότι το ιστορικό νησί του Αργοσαρωνικού είναι απαραίτητα και το αγαπημένο του. «Δεν έχω ταξιδέψει ακόμα αρκετά για να πω ποιο είναι το αγαπημένο μου μέρος στην Ελλάδα. Οι Σπέτσες δεν είναι απαραίτητα, υπάρχουν τάσεις φυγής» λέει μεταξύ αστείου και σοβαρού. «Θέλω πολύ να πάω στη Σύρο, την Τήνο, παντού θέλω να πάω στην Ελλάδα όταν βρω χρόνο. Δυστυχώς, όταν δουλεύεις σεζόν δεν μπορείς να φύγεις. Το Μουσείο είναι εποχικό. Έχω ταξιδέψει αρκετά στο εξωτερικό. Τα ταξίδια είναι λατρεία, αν μπορούσα θα έκανα κάθε μήνα. Μου αρέσει να επισκέπτομαι άλλα μουσεία, γειτονιές με παραδοσιακά μαγαζιά.
Σαλόνι
Από Ελλάδα έχω προλάβει να δω τη Σίφνο, τα Κύθηρα, τα γειτονικά νησιά Ύδρα, Πόρο, Αίγινα και την Αμοργό». Τους χειμερινούς μήνες συνήθως ανεβοκατεβαίνει Αθήνα εκτός από τη φετινή χρονιά της πανδημίας. «Φέτος όχι, είναι καλύτερα εδώ», αναγνωρίζει συγκρίνοντας την απεραντοσύνη της φύσης στο νησί με τα κλειστοφοβικά διαμερίσματα της μεγαλούπολης. Αν και η πανδημία άφησε και σε εκείνον το αποτύπωμά της. «Σιγουρα αναδιοργανώνεις τις προτεραιότητες, το τι είναι σημαντικό. Εγώ είμαι από τους τυχερούς που η πανδημία με βρήκε στις Σπέτσες. Δεν ξέρω πώς θα ήμουν ψυχολογικά – επειδή ζω ακόμα με την οικογένειά μου – αν ήμασταν όλοι μαζί κλεισμένοι σε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα. Λογικά θα είχαμε πόλεμο τώρα», συμπεραίνει αστειευόμενος. «Εδώ είναι πιο ανώδυνα. Βέβαια μιλάμε για τεράστια οικονομική καταστροφή για το Μουσείο. Έχουμε φτάσει πάρα πολυ κοντά στο να κλείσουμε. Ποτέ στο παρελθόν, ούτε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης δεν έχουμε φτάσει τόσο κοντά. Οπότε αλλάζουν λίγο οι προτεραιότητες και καταλαβαίνεις και τι έχει σημασία. Κυρίως το να μην αναλώνεσαι σε χαζά πράγματα και ότι η ανθρώπινη επαφή είναι όντως πολύ πιο σημαντική από ότι νομίζουμε».
30 χρόνια μουσείο Μπουμπουλίνας
Στο κεντρικό λιμάνι στην Ντάπια, ένα διώροφο αρχοντικό στεγάζει το Μουσείο της Μπουμπουλίνας στον πρώτο όροφο. «Είναι τέσσερα δωμάτια, τα “σαλόνια”, γύρω στα 200 τετραγωνικά. Είναι το σπίτι της οπότε υπάρχουν έπιπλα από τον 17ο μέχρι και τον 20ό αιώνα, έγγραφα δικά της και άλλων, προσωπικά της αντικείμενα, αρκετά όπλα, πορσελάνες, χάρτες, κεντήματα, πίνακες ζωγραφικής, γκραβούρες που την απεικονίζουν, ομοιώματα πλοίων». Από όλα τα κειμήλια όμως ξεχωρίζει τρία. «Σίγουρα τη μαντήλα της που είναι πανέμορφη, ολομέταξη κεντημένη με χρυσό και ασήμι, την πιστόλα της που είναι πολύ όμορφη επίσης, χρυσοποίκιλτη και σκαλιστή. Και φυσικά το ξίφος της».
Το ξίφος της Λασκαρίνας
Στο πωλητήριο του Μουσείου της Μπουμπουλίνας μεγαλύτερη ζήτηση έχει ένα βιβλίο που έχει γράψει η οικογένεια του Παύλου, τα αντίγραφα σημαιάκια της σημαίας της που γίνονται ανάρπαστα από μικρότερες ηλικίες και οι σελιδοδείκτες. Φέτος γίνεται προσπάθεια να εμπλουτιστεί και με άλλα χρηστικά αντικείμενα όπως κεραμικά, κοσμήματα αλλά και γκραβούρες. «Το Mουσείο το ίδρυσε ο πατέρας μου το ’91. Φέτος κλείνει τα 30 χρόνια και εγώ άρχισα να δουλεύω εκεί από τα 15 μου. Τώρα έχω γίνει Διευθυντής διότι πέθανε δυστυχώς ο πατέρας μου το 2018 και ανέλαβα εγώ. Αυτή τη στιγμή έχει πάρα πολλή χαρτούρα και διαδικαστικά. Βέβαια, δεν τα κάνω όλα μόνος μου, έχω βοήθεια από τη μητέρα και τα αδέρφια μου.
Κανονικά το Μουσείο δέχεται έναν μέσο όρο 20-25.000 επισκέπτες ετησίως. Η καλύτερη χρονιά ήταν το 2004 με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, 32.000 άτομα σε έναν χρόνο που για ένα περιφερειακό μουσείο σε ένα μικρό νησάκι είναι πολύ καλός αριθμός. Πέρσι το καλοκαίρι είχαμε πέσει 80%. Ήδη η προηγούμενη χρονιά ήταν πιο δύσκολη και μετά ήρθε και η πανδημία και ήταν μεγάλο πλήγμα. Τα έξοδα είναι συνεχόμενα, φόροι, μισθοί, λογαριασμοί, οπότε ήμασταν πολύ κοντά στο να μην ανοίξουμε φέτος αλλά, προς το παρόν, τα έχουμε καταφέρει και θα ανοίξουμε. Προχωράμε, μάλιστα, στη δημιουργία ενός καινούριου site με e-shop, online πωλητήριο και στην ίδρυση ενός Συλλόγου Φίλων που θα υπάρχει στο νέο site και μέσα από εκεί θα μπορούν πολύ περισσότεροι να υποστηρίζουν το Μουσείο, όπως ισχύει για όλα τα μουσεία του κόσμου».
Πιστόλα Μπουμπουλίνας
Μπουμπουλίνα: Γυναίκα – Φαινόμενο
Τι σημαίνει όμως το 2021 Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα για ένα παιδί 31 ετών; «Για μένα είναι μια γυναίκα φαινόμενο», απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη ο Παύλος Δεμερτζής – Μπούμπουλης. «Ήταν πρωτοπόρος γιατί, αν σκεφτείτε, ήταν γυναίκα, σύζυγος, χήρα, μάνα δέκα παιδιών (τρία από τον πρώτο της άντρα, τέσσερα από τον δεύτερο αλλά ο πρώτος είχε κι αυτός τρία παιδιά τα οποία ανέλαβε να αναθρέψει η Μπουμπουλίνα οπότε συνολικά μεγάλωσε δέκα παιδιά, όπως εξιστορεί ο Παύλος), δεινή επιχειρηματίας καθώς ανέλαβε τις ναυτικές επιχειρήσεις των συζύγων της, ηγέτης του στόλου της, ναυτών και στρατιωτών, μετά και επίτιμη ναύαρχος, και όλα αυτά, στην ανδροκρατούμενη Ελλάδα του 19ου αιώνα που κυριαρχούσαν ήθη πατριαρχικά.
Οπότε αυτά που κατάφερε για μια γυναίκα ήταν πρωτάκουστα. Ειδικά τη σημερινή εποχή, με τα κινήματα για τα κοινωνικά δικαιώματα και ειδικά για τη χειραφέτηση των γυναικών, είναι ένα πρότυπο που δεν περιορίζεται στα όρια της Επανάστασης. Φτάνει μέχρι και σήμερα, και θα μπορούσαμε να πούμε και φεμινιστικό πρότυπο. Προσπαθώ να τη φέρω στην σύγχρονη εποχή, να ξεφύγουμε λίγο από την Επανάσταση μόνο και τα σύμβολα του 1821. Ο αντίκτυπος που θα μπορούσε να έχει η ιστορία της στα σύγχρονα κινήματα νομίζω ότι είναι μεγάλος».
Το χρονικό της επανάστασης στις Σπέτσες
Μια αναφορά του sansimera σχετικά με την ακριβή ημερομηνία που ξέσπασε η επανάσταστη του 1821 στις Σπέτσες ξαφνιάζει σε πρώτη φάση τον Παύλο Δεμερτζή – Μπούμπουλη. «Οι πρόκριτοι Πάνου και Μπότασης κηρύσσουν την Επανάσταση στις Σπέτσες στις 26 Μαρτίου 1821», αναφέρει ο ιστότοπος. «Εμείς οι Σπετσιώτες επαναστατήσαμε επισήμως στις 3 Απριλίου. Και είμαστε και το πρώτο νησί που επαναστάτησε. Το sansimera μπορεί να έχει μπερδευτεί γιατί πριν χρόνια υπήρχε μια κίνηση που προσπαθούσε να βάλει την Ύδρα μπροστά από τις Σπέτσες. Η Μπουμπουλίνα ύψωσε τη δική της επαναστατική σημαία στις 13 Μαρτίου στο κατάρτι του “Αγαμέμνονα” και στη συνέχεια τη χαιρέτισε με κανονιοβολισμούς μπροστά στο παλιό λιμάνι. Έπειτα, το βράδυ 2 προς 3 Απριλίου που ήταν Κυριακή των Βαϊων, αποφάσισαν την επανάσταση στο σπίτι του Γεωργίου Πάνου, κατέβασαν όλα τα τουρκικά λάβαρα από την καγκελαρία και πήγαν στη Μητρόπολη του Αγ. Νικολάου όπου έκαναν δοξολογία και κήρυξαν την επανάσταση επισήμως», ξεκαθαρίζει.
Σκίτσο του Παύλου Δεμερτζή – Μπούμπουλη
Δύο ιστορίες από τη Λασκαρίνα
Σε αντίθεση με άλλα παιδιά που μεγάλωναν με παραμύθια για ξωτικά και νάνους, ο Παύλος είχε την τύχη να διαμορφώσει την προσωπικότητά του μέσα από αληθινές ιστορίες με πρωταγωνίστρια την Μπουμπουλίνα. Τη γυναίκα που γεννήθηκε το 1771 σε ένα κελί φύλακης στην Κωνσταντινούπολη και αφού αφιέρωσε τη ζωή και την περιουσία της στην Ελληνική Επανάσταση παίρνοντας μέρος με απαράμιλλο ηρωισμό σε κομβικές μάχες όπως η Άλωση της Τριπολιτσάς, η κατάληψη του Παλαμηδίου και η πολιορκία της Μονεμβασιάς, δολοφονήθηκε τελικα το 1825 στις Σπέτσες, όπου βρισκόταν εξόριστη από την τότε ελληνική κυβέρνηση μετά την αντίδρασή της στη σύλληψη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Δυο ιστορίες κρατά σαν φυλαχτό ο Παύλος από την 55χρονη δράση της Μπουμπουλίνας. Την πρώτη για το ήθος της και τη δεύτερη για τη δύναμή της. «Όταν το 1816 οι Οθωμανοί προσπάθησαν να δημεύσουν την περιουσία που της είχε αφήσει ο Μπούμπουλης με την πρόφαση ότι ο σύζυγος είχε πολεμήσει με τους Ρώσους έναντι των Οθωμανών, ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη στον Ρώσο πρέσβη για βοήθεια. Εκεί λένε ότι γνώρισε τη μητέρα του Σουλτάνου, τη Βαλιντέ Σουλτάνα, η οποία εντυπωσιάστηκε τόσο από τον ισχυρό χαρακτήρα της που έπεισε τον γιο της να μη δημευτεί η περιουσία. Μετά, στην πολιορκία της Τρίπολης λένε ότι κατάφερε και έσωσε το χαρέμι του Χουρσίτ Πασά. Μετά την πτώση της Τρίπολης στους Έλληνες, ακολούθησε δυστυχώς επί τρεις μέρες τεράστια σφαγή. Και η Μπουμπουλίνα, λένε, ότι ήταν αυτή που έσωσε το χαρέμι μέσα στη σφαγή, απειλώντας ακόμα και τους δικούς της και το έστειλε στον Πασά της Κορίνθου όπου ανταλλάχθηκε με την οικογένεια του Μάρκου Μπότσαρη. Λένε ότι έσωσε τις γυναίκες επειδή είχε δώσει υπόσχεση στη Βαλιντέ Σουλτάνα, ότι αν ποτέ μια μουσουλμάνα γυναίκα της ζητήσει βοήθεια δεν θα αρνηθεί αλλά θα κάνει τα πάντα για να τη βοηθήσει».
Και η δεύτερη ιστορία που φανερώνει την υπεράνθρωπη δύναμη των αγωνιστών του ’21 που έβαζαβ πάνω από το εγώ το εμείς. «Στη Μάχη του Άργους, λένε ότι μπήκε στο Άργος έφιππη και ότι από πίσω έτρεχαν όλοι οι ναύτες της και ζητωκραύγαζαν διότι είχε κάνει τεράστια εντύπωση αλλά δυστυχώς μετά εκεί έχασε τον γιο της. Ο γιος της ο μεγαλύτερος σκοτώθηκε στο Άργος ηρωικά. Λένε ότι έψαξε στο πεδίο της μάχης επειδή τον είχαν αποκεφαλίσει να βρει το σώμα και το κεφάλι που ήταν χωριστά και ότι μετά έστειλε γράμμα στις Σπέτσες που έλεγε “ο γιος μου πέθανε αλλά πιάσαμε το Άργος”».
Επανάσταση μέσω… Zoom
Η ζωή του Παύλου Δεμερτζή – Μπούμπουλη, ειδικά αυτές τις ημέρες γύρω από την επέτειο για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, κινείται σε ρυθμούς …zoom. Καθημερινά μιλά σε κανάλια, εκπαιδευτήρια και ξένα πανεπιστημιακά ιδρύματα όπως το UCLA, ως επί το πλείστον για το Μουσείο, την Μπουμπουλίνα και την άποψή του για τα γεγονότα και τους ήρωες της επανάστασης. Μπορεί να μην έζησε από πρώτο χέρι την εποχή του ’21 αλλά για τη φετινή επέτειο των 200 ετών μοιάζει να έχει πολύ συγκεκριμένη άποψη. «Είναι πολύ ειρωνικό ότι και τα 100 χρόνια πάλι δεν είχαν εορταστεί γιατί ειχαμε την εκστρατεία και στη συνέχεια τη Μικρασιατική καταστροφή και είχαν μεταφερθεί στο ‘31.
Μπουμπουλίνα επιτίθεται στο Ναύπλιο
Και τώρα στα 200 χρόνια πάλι κάτι έτυχε, η πανδημία. Αυτό που θα ήθελα είναι να μάθουμε σωστά την ιστορία της Επανάστασης, για άτομα ας πούμε που δεν ξέρουμε τον σημαντικό τους ρόλο. Να σταματήσουν οι διαφορές “πολιτικοί και oπλαρχηγοί”, “νησιώτες – στεριανοί”, που είναι σαν να μιλάμε σήμερα για “αριστερά και δεξιά”. Να μάθουμε την ιστορία χωρίς πολιτικά πρόσημα, με τις αλήθειες μας, τα θετικά μας, τα λάθη μας. Και βέβαια, αυτά τα 200 χρόνια δεν είναι μόνο για να γιορτάσουμε την επανάσταση, είναι και για το τι καταφέραμε. Ιδρύσαμε τότε ένα πρώιμο και ελεύθερο κράτος με ένα από τα πιο φιλελεύθερα και προοδευτικά συντάγματα που είχαν γραφτεί ποτέ και βρεθήκαμε πάντα στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Πρέπει να γιορτάσουμε το τι έχουμε πετύχει ως κράτος και ως κοινωνία χωρίς όμως να αποκρύπτουμε τα λάθη μας και τις αλήθειες μας. Είναι μια ευκαιρία να επανασυστηθούμε όχι στον κόσμο αλλά και στους εαυτούς μας. Δεν ξέρω αν θα το καταφέρουμε αλλά αυτό θα ήθελα να δω».
https://www.in.gr/
0 Σχόλια