«Ὅ,τι κατορθώσω εἰς τὴν ζωὴ μου, θὰ τὸ κατορθώσῳ μένοντας συνεπής, χωρὶς ν' ἀπαρνηθῷ οὔτε μία μόνο πράξη, οὔτε μία μόνο στιγμὴ τῆς περασμένης μου ζωῆς, ἤ ἀλλιῶς δὲν θὰ κατορθώσω τίποτε».
Σὰν σήμερα τὸ 1912, ἔφτασαν τὰ ξημερώματα στὸ Δρίσκο νέες ἐνισχύσεις στοὺς τούρκους, οἱ ὁποῖοι γνωρίζοντας τὴ στρατηγικὴ σημασία τῆς τοποθεσίας γιὰ τὴν ἐξέλιξη τῶν στρατιωτικῶν ἐπιχειρήσεων τῆς κοιλάδας τῶν Ἰωαννίνων, ἤθελαν νὰ τὴν κρατήσουν πάσῃ θυσίᾳ.
Ἔφτασαν λοιπὸν ἀπό τὴν Καστρίτσα ὀκτώ χιλιάδες ἄνδρες καὶ τοποθετήθηκαν ἐπί πλέον τηλεβόλα κατὰ μῆκος τῶν χαρακωμάτων ἔναντι τῶν 800 Γαριβαλδινῶν μὲ τρία πυροβόλα καὶ λίγα πυρομαχικά, περνώντας ἀπό τὴν ἄμυνα στὴν ἐπίθεση, ἀλλά οἱ Ἕλληνες ἐρυθροχίτωνες ἔμειναν ἀκλόνητοι στὶς θέσεις τους ἀπαντώντας μὲ πυκνότατα πυρᾶ. Μετὰ ὅμως ἀπό τέσσερεις ὧρες καὶ μὲ τὰ πυρομαχικὰ τους νὰ ἐξαντλοῦνται, ἄρχισαν νὰ κλονίζονται. Ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο, οἱ γενναῖοι ἄρχισαν νὰ πέφτουν.
Μεταξὺ αὐτῶν ὁ Ἑπτανήσιος ἡρωικὸς μας ποιητής, Λορέντζος Μαβίλης, ποὺ ἐνῷ ἀποσυρόταν σοβαρὰ πληγωμένος ἀπό τὸ πεδίο τῆς μάχης, δέχτηκε δεύτερη σφαῖρα ποὺ τὸν ἄφησε νεκρό.
0 Σχόλια